Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

π. Ἀνυπόμονος καὶ Ἄρης Βελουχιώτης

Στὸ βίντεο ἀναφέρεται ὅτι ὁ π. Ἀνυπόμονος ἐντάχθηκε στὸν ΕΛΑΣ διότι μόνο αὐτὴ ἡ ἀντιστασιακὴ ὀργάνωση εἶχε δράση στὸν τόπο ὅπου βρισκόταν ὁ ἴδιος. Στὸ βιβλίο ποὺ ἐπιμελήθηκε ὅμως ὁ ὁμιλητὴς ὑπάρχει σαφὴς διατύπωση τοῦ π. Ἀνυπόμονου ὅτι «σὲ καμμία περίπτωση δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἐνταχθῶ σὲ ὁμάδα ἢ ὀργάνωση, ποὺ στηριζόταν σὲ ἀγγλικὲς πλάτες κι ἔδινε λίρες στοὺς ἀγωνιστές!...».


«Τώρα, Ἀρχηγέ, ποὺ ἦλθαν οἱ σοβιετικοὶ καὶ ὁλοκληρώθηκε ἡ συμμαχικὴ ἀποστολή, θὰ εἶναι καλύτερα γιὰ μᾶς!...».
Μὲ κοίταξε ὁ Ἄρης γιὰ μία στιγμὴ σκεπτικός. Μετὰ χαμογέλασε μὲ συγκατάβαση καὶ μὲ κάποια πικρία μοῦ εἶπε:
«Ἄχ παπούλη μου, ὅλα τὰ γουρούνια μία μούρη ἔχουνε. Ὅλοι αὐτοὶ ἤρθανε νὰ παίξουνε μπιλιάρδο πάνω στὴ ράχη τὴ δική μας. Μὴν ἀκοῦς κανέναν καὶ μὴν πιστεύεις τίποτα!...».

Ἀρχιμ. Γερμανὸς Κ. Δημᾶκος - Πάτερ Ἀνυπόμονος, Στὸ βουνὸ μὲ τὸν Σταυρό, κοντὰ στὸν Ἄρη, Πρότυπες Θεσσαλικὲς Ἐκδόσεις, Τρίκαλα-Ἀθήνα 2005




Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

ὁ Παναγιώτης Νέλλας γιὰ τὴν ἀναρχία (β´ μέρος)

Γιάννης Ἀδαμάκος
[…] Στὸν κόσμο στὸν ὁποῖο ζοῦμε δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία, ἐπειδὴ ὁ κόσμος ἔχει ἀρχή. Καὶ κάθε τὶ ποὺ ἔχει ἀρχὴ φέρνει ἐξ ὁρισμοῦ μέσα στὴν ὕπαρξή του δεσμεύσεις. Ἡ ἐλευθερία πράγματι δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει παρὰ στὴν ἀναρχία, εἶναι ἄναρχη. Καὶ πῶς εἶναι ποτὲ δυνατὸ ὁ κόσμος ἢ ὁ ἄνθρωπος νὰ ξεπεράσει τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχει ἀρχή;
Ὅμως αὐτὸ τὸ κατὰ φύση ἀδύνατο γίνεται δυνατὸ ἐπειδὴ μέσα στὸν κόσμο μας ἦρθε ὁ μοναδικὸς Ἄναρχος. Καὶ ἦρθε πραγματικά, ἔκανε τὸν κόσμο, τὴν ὑποκείμενη ὀντολογικὰ σὲ δεσμεύσεις φύση μας σάρκα του, χωρὶς νὰ λάβει ἀπὸ τὴ φύση μας σάρκα του, χωρὶς νὰ λάβει ἀπὸ τὴ φύση μας τὴν ἀρχή του.
Κι ἔτσι ἔδωσε τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ζήσει, ἀκόμη περισσότερο νὰ γίνει ἄναρχος. Ἂν δὲν μᾶς ἔδινε τέτοιας φύσεως πράγματα ὁ Χριστὸς δὲν θὰ τὸν χρειαζόμασταν. Θὰ ἦταν ἕνας ἁπλὸς κοινωνικὸς ἀναμορφωτής. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς δυναμιτίζει ριζικὰ τὴν καλοστεκούμενη κοινωνία μας. Καλεῖ καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ γίνει ἀληθινὰ καὶ πραγματικὰ ἄναρχος, πρᾶγμα πού, ἀπ’ ὅ,τι διαισθάνομαι, πρέπει μᾶλλον νὰ ἀποτελεῖ καὶ τὴν πιὸ μύχια ἀναζήτηση κάθε γνήσιου ἀναρχικοῦ.
Θὰ σταματήσω ἐδῶ ἀγαπητοὶ φίλοι. Σᾶς στέλνω αὐτὸ τὸ γρᾶμμα σὰν ἕνα πραγματικό, γνήσιο, εἰλικρινὰ ἐγκάρδιο χαιρετισμό.
Ἂν ἔχετε διαθέσιμο χρόνο, θὰ χαρῶ νὰ βρεθοῦμε νὰ κουβεντιάσουμε. Δὲν ξέρω ἐσεῖς, ἀλλὰ ἐγὼ σίγουρα ἔχω νὰ κερδίσω ἀπὸ μιὰ τέτοια συνάντηση. Ἡ ρωμαλαία ριζικὴ ἀναζήτηση ποὺ σᾶς χαρακτηρίζει μοῦ χρειάζεται και μένα. Γιατὶ χωρὶς αὐτὴ δὲν μποροῦν νὰ πραγματοποιηθοῦν αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποῖα τόλμησα νὰ μιλήσω πιὸ πάνω.

Σᾶς χαιρετῶ
Φιλικώτατα
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΛΛΑΣ

Παναγιώτης Νέλλας*, Ἐλευθερία καὶ ἀρχή, περ. Ὁράματα Κοινοτισμοῦ, τ. 2, Φθινόπωρο 1990

* Δρ. Θεολογίας-ἱδρυτὴς τοῦ περιοδικοῦ Σύναξη †1986


Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

ὁ Παναγιώτης Νέλλας γιὰ τὴν ἀναρχία (α´ μέρος)

Γιάννης Ἀδαμάκος

[…] στὸ μικρὸ μέτρο ποὺ διαθέτω «ὦτα ἀκούειν», ἀκούω τὴν κραυγὴ ποὺ βγάζουν τόσοι νέοι στὶς μέρες μας, ἀλλὰ καὶ τὴν κραυγὴ ποὺ βγαίνει μέσα ἀπὸ τὸν ὀνομαζόμενο «χῶρο τοῦ ἀναρχισμοῦ». Βέβαια, πρέπει νὰ ὁμολογήσω ὅτι ἐλάχιστα γνωρίζω γιὰ τὸ χῶρο αὐτὸ καὶ ὄχι συχνά, ὅπως στὸ μεγάλο κοινό, ἡ φωνή του φθάνει καὶ σὲ μένα μέσα ἀπὸ ἐνέργειες βίαιες, πρᾶγμα ποὺ δημιουργεῖ τὴν αἴσθηση μιᾶς θεμελιακῆς ἀντίφασης: πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ ἐλευθερία (ὄχι ἁπλῶς ἡ ἐθνικὴ ἢ κοινωνικὴ ἀλλὰ ἡ ριζική, ἡ ἐλευθερία ἐκείνη ποὺ συνιστᾶ τὸν ἄνθρωπο) νὰ ἐνεργεῖ μὲ βία; Ἡ ἐλευθερία δὲν πραγματώνεται παρὰ μέσα στὴν ἀγάπη, εἶναι ἡ ἀγάπη.
Σκεφτεῖτε: ὅταν ἀγαπήσω κάτι, αὐτό, ὁτιδήποτε καὶ νά ’ναι, γίνεται δικό μου, δηλαδὴ χῶρος στὸν ὁποῖο μ’ ἀρέσει, θέλω, ἐπιθυμῶ νὰ εἶμαι, χῶρος ἐλεύθερος, ἐλευθερία.
Οἱ μαθητὲς τοῦ Σωκράτη τὸν ἔβλεπαν στὸ κελλὶ καὶ ἤθελαν νὰ τὸν ἀπελευθερώσουν. Αὐτὸς ὅμως ἦταν ἐλεύθερος. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Παῦλος.
Δὲν κερδίζεται ἡ ἐλευθερία μὲ τὴν ἀπελευθέρωση. Εἶναι διαφορετικῆς τάξεως πρᾶγμα ἀπο τὴν ἀπελευθέρωση, ὅπως καὶ ἀπὸ τὴν ἀνεξαρτησία. Οἱ τελευταῖες αὐτὲς πραγματικότητες ἀνήκουν στὸ ἐπίπεδο τοῦ κράτους, τῆς ἐξουσίας, τῶν δομῶν ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας. Ἀλλὰ ἡ ἐλευθερία δεν ἀνήκει σ’ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο. Ἡ ἀφετηριακὴ θέση σας νομίζω ὅτι εἶναι πολὺ ὀρθή. Ἔχετε καταφέρει νὰ διατυπώσετε μιὰ πολὺ μεγάλη ἀλήθεια: στὸ ἐπίπεδο τοῦ Κράτους, τῆς ἐξουσίας, τῶν ὁποιωνδήποτε δομῶν ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας ὄντως καὶ πολὺ ἁπλὰ δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία. Καμμιὰ δόμηση τῆς κοινωνίας δὲν μπορεῖ νὰ παρέξει ἐλευθερία. Κι ἂν καταλυθεῖ τὸ κράτος καὶ ὑπάρξει ὁποιαδήποτε ἄλλη δόμηση τῆς κοινωνίας, καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἴδια της τὴ φύση θὰ στερεῖ τὴν ἐλευθερία. Κι ἐσεῖς οἱ ἴδιοι ἂν πετύχετε αὐτὸ ποὺ θέλετε, μόλις τὸ πετύχετε μὲ τὸ ποὺ θὰ τὸ πετύχετε φανερά, κοινωνικά, θὰ τὸ καταστρέψετε. Γιατὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἐπιχειρήσει κάποιος νὰ κάνει τὴν ἐλευθερία κατάσταση, ἡ ἐλευθερία αἴρεται. Ἡ μόνη διάρκεια τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἡ ἀγάπη. […]

Παναγιώτης Νέλλας*, Ἐλευθερία καὶ ἀρχή, περ. Ὁράματα Κοινοτισμοῦ, τ. 2, Φθινόπωρο 1990

* Δρ. Θεολογίας-ἱδρυτὴς τοῦ περιοδικοῦ Σύναξη †1986

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

«Ὁ Θεὸς πέθανε!»

Τάσος Μαντζαβίνος

Δὲν ἀκούσατε τίποτα γιὰ τὸν τρελὸ ἐκεῖνον ἄνθρωπο ποὺ μέρα-μεσημέρι ἄναψε ἕνα λαδοφάναρο, ἔτρεξε στὴν ἀγορὰ καὶ φώναζε ἀκατάπαυστα: "Ψάχνω τὸν Θεό! Ψάχνω τὸν Θεό!" Καὶ μιὰ καὶ βρίσκονταν ἐκεῖ μαζεμένοι πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν πίστευαν στὸν Θεό, προκάλεσε ὁ τρελὸς μεγάλο γέλιο. Δηλαδὴ χάθηκε; ἔλεγε ὁ ἕνας. Τό ’σκασε σὰν παιδί; ἔλεγε ὁ ἄλλος. Ἢ μᾶς παίζει κρυφτούλι; Μπὰς καὶ μᾶς φοβᾶται; Ἔφυγε μὲ καράβι; περπατώντας; - ἔτσι φώναζαν καὶ γελοῦσαν μεταξύ τους. Ὁ τρελὸς ἄνθρωπος πήδησε ἀνάμεσά τους καὶ τοὺς κάρφωσε μὲ τὴ ματιά του. "Ποῦ εἶναι ὁ Θεός; φώναξε – θὰ σᾶς τὸ πῶ ἐγώ! Ἐμεῖς τὸν σκοτώσαμε - ἐσεῖς κι ἐγώ! Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε οἱ φονιάδες του! Ὅμως, πῶς τὸ κάναμε αὐτό; Πῶς τολμήσαμε νὰ πιοῦμε ὣς τὸν πάτο τὴ θάλασσα; Ποιὸς μᾶς ἔδωσε τὸ σφουγγάρι νὰ σβήσουμε ὁλάκαιρο τὸν ὁρίζοντα; Τὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ κάναμε, ξεκόβοντας τὴ γῆ ἀπὸ τὸν ἥλιο της; […] Δὲν μᾶς φεύγει ὁ νοῦς σὰ νὰ διασχίζουμε ἕνα ἀτέλειωτο τίποτα; Δὲν μᾶς ξερνάει ὁ ἀδειανὸς χῶρος; Δὲν ἔγινε περισσότερο τὸ κρύο; Δὲν ἔρχεται ἀκατάπαυστα νύχτα, κι ὅλο περισσότερη νύχτα; Δὲν πρέπει ν’ ἀνάψουμε φανάρια πρὶν ἀπὸ τὸ μεσημέρι; Δὲν ἀκοῦμε ἀκόμα τίποτα ἀπὸ τὸν θόρυβο ποὺ κάνουν οἱ νεκροθάφτες θάβοντας τὸν Θεό; Δὲν ὀσφραινόμαστε τίποτα ἀπὸ τὴ θεϊκιὰ σήψη; - σαπίζουν κι οἱ θεοί. Ὁ Θεὸς πέθανε! Ὁ Θεὸς θὰ μείνει νεκρός! Καὶ εἴμαστε μεῖς ποὺ τὸν σκοτώσαμε! Πῶς θὰ βροῦμε παρηγόρια ἐμεῖς οἱ φονιάδες ὅλων τῶν φόνων; Τὸ ἁγιότατο καὶ τὸ ὑπέρτατο ποὺ κατεῖχε ὣς τώρα τὸν κόσμο, πνίγηκε στὸ αἷμα του κάτω ἀπὸ τὰ μαχαίρια μας – ποιὸς θὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ αὐτὸ τὸ αἷμα; Μὲ ποιὸ νερὸ θὰ μπορούσαμε νὰ καθαρθοῦμε; Ποιὲς καθαρτήριες τελετές, ποιὰ τυχερὰ παίγνια θὰ πρέπει νὰ σοφιστοῦμε; Δὲν εἶναι τὸ μέγεθος αὐτῆς τῆς πράξης ὑπερβολικὰ μεγάλο γιὰ μᾶς; Δὲν θὰ πρέπει νὰ γίνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι θεοί, μόνο γιὰ νὰ φανοῦμε ἰσάξιοι μὲ αὐτούς; Δὲν ὑπῆρξε ποτὲ μιὰ μεγαλύτερη πράξη – κι ὅποιος θὰ γεννιέται μετὰ ἀπὸ μᾶς, ἀνήκει, στὸ ὄνομα αὐτῆς τῆς πράξης, σὲ μιὰ ἀνώτερη Ἱστορία ἀπὸ κάθε ἄλλη ὣς τώρα Ἰστορία!"
Τάσος Μαντζαβίνος
 Ἐδῶ σώπασε ὁ τρελὸς ἄνθρωπος καὶ κοίταξε γύρω του αὐτοὺς ποὺ τὸν ἄκουγαν: κι αὐτοὶ σώπαιναν καὶ τὸν κοιτοῦσαν περίτρομοι. Τέλος, πέταξε χάμω τὸ φανάρι του ποὺ ἔσβησε κι ἔγινε κομμάτια. "Ἔρχομαι πάρα πολὺ πρόωρα, εἶπε, δὲν εἶμαι στὸν κατάλληλο καιρό. Αὐτὸ τὸ πελώριο γεγονὸς εἶναι ἀκόμα στὸ δρόμο καὶ βαδίζει – δὲν ἔφτασε ἀκόμα νὰ μπεῖ στ’ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων. […] Τούτη ἡ πράξη εἶναι γι’ αὐτοὺς ἀκόμα πιὸ μακρινὴ κι ἀπὸ τὰ πιὸ μακρινὰ ἀστέρια – κι ὅμως αὐτοὶ οἱ ἴδιοι τὴ διαπράξανε!"     

Φ. Νίτσε, Χαρούμενη ἐπιστήμη, 1882