Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

ὁ άντιηθικὸς Ντοστογιέφσκι

 

Μαρία Πασσαλῆ, Φῶς στὸ ἀμπάρι

  Ὁ Ντοστογιέφσκι δὲν εἶναι ἀμοραλιστής, ὰφοῦ δὲν παύει νὰ περιγράφει τὸ κακὸ ὡς τραγικότητα καὶ συμφορὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ὅμως ἀντιμοραλιστής, διότι πιστεύει βαθιὰ ὅτι ἡ Ἠθικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει ποτὲ στὴ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κακό.[…]

Ὁ Ντοστογιέφσκι μάχεται τὴν ἠθικὴ γιὰ ἕνα καὶ μόνο λόγο: διότι, ὅπως καὶ ἡ λογική, στερεῖ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ πιὸ σημαντικὸ χαρακτηριστικό του, χάρη στὸ ὁποῖο διαφέρει ἀπὸ τὰ ζῶα, δηλαδὴ τὴν ἐλευθερία. Αὐτὴ εἶναι ἡ «εἰκόνα τοῦ Θεοῦ» στὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ εἰκόνα αὐτὴ μὲ τίποτε δὲν ἐξαλείφεται. Ὁ ἄνθρωπος πάντοτε θὰ ἐπιζητεῖ τὴν ἐλευθερία, ὅσες εὐεργεσίες καὶ ἂν τοῦ προσφέρει ἡ λογικὴ καὶ ἡ ἠθική.

Ἡ ἐλευθερία δὲν εἶναι γιὰ τὸν Ντοστογιέφσκι αὐτὸ ποὺ στὴ δυτικὴ φιλοσοφία ἐπικράτησε νὰ λέγεται ἐπιλογὴ μεταξὺ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ. Μιὰ τέτοια ἐπιλογὴ εἶναι γιὰ τὸν Ντοστογιέφσκι γελοία, διότι τὸ καλὸ καὶ τὸ κακὸ εἶναι ἀνάμεικτα στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Ἡ ἐλευθερία εἶναι κάτι ὀντολογικό, εἶναι ἡ ἀπόρριψη ἢ ἀποδοχὴ τῆς ἴδιας τῆς ὕπαρξής μας.

Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος, ἀσκώντας τὴν ἐλευθερία του, ἀπορρίψει τὴν ὕπαρξη, δὲν ἔχει ἄλλη ἐπιλογὴ ἀπὸ τὴν αὐτοκτονία. Ἄν, ἀντιθέτως, ἀποδεχτεῖ τὴν ὕπαρξη, τότε δὲν ἔχει ἄλλη ἐπιλογὴ ἀπὸ τὸ νὰ τὴν ἀποδεχτεῖ ὅπως ἀληθινὰ εἶναι, δηλαδὴ ὡς (παράλογη) ὀδύνη, ὡς Σταυρό. Αὐτό ἀκριβῶς συνέβη στὴν Ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου.

Ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Σταυροῦ σημαίνει ταύτιση μὲ ὅλους τοὺς πάσχοντας, ἀνάληψη εὐθύνης γιὰ ὅλο τὸν πόνο τῆς κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου. Μόνον ἔτσι ἐπέρχεται ἡ λύτρωση ἀπὸ τὸ κακό, ὄχι μὲ τὴν ἠθικὴ καὶ τὴ λογική, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ αὐτοθυσιάζεται. Δὲν πρόκειται περὶ μαζοχισμοῦ, διότι δὲν πρόκειται γιὰ αὐτοϊκανοποίηση τοῦ θυσιασμένου. Πρόκειται γιὰ τὴν διαπίστωση ὅτι ὁ μόνος δρόμος γιὰ νὰ νικηθεῖ τὸ κακὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ θάνατος εἶναι νὰ τὰ ὑποστεῖ κανεὶς ἑκούσια, καὶ τοῦτο πρὸς χάρη τῶν ἄλλων.

Ἔτσι ὁ Ντοστογιέφσκι, ἀσφαλῶς ὄχι τυχαία, ἐπιλέγει ὡς προμετωπίδα τοῦ μεγάλου ἔργου του τὸ εὐαγγελικὸ ρητό: «ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γὴν ἀποθάνη, αὐτὸς μόνος μένει, ἐὰν δὲ ἀποθάνη, καρπὸν πολὺν φέρει». Ὁ Σταυρὸς δὲν εἶναι αὐτοσκοπός. Τελικὸς σκοπὸς εἶναι ἡ ἀνάσταση. Ἀλλὰ δὲν φθάνει κανεὶς ἐκεὶ παρὰ περνώντας ἀπὸ τὸ Σταυρό.

Ὁ Ντοστογιέφσκι ἀσκεῖ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὴν πιὸ βαθιὰ καὶ πειστικὴ κριτικὴ στὴ δυτικὴ παράδοση, ποὺ πίστεψε ὅτι μὲ τὸν ὀρθὸ λόγο, τὴν ὀρθὴ πράξη (ἠθικὴ) καὶ τὴν ἀποτελεσματικὴ ὀργάνωση τοῦ κόσμου θὰ ἐξαλείψει τὸ κακό. Ὁλόκληρος ὁ 20ος αἰώνας μὲ τοὺς πολέμους καὶ τὴ φρίκη τῆς ἀπανθρωπιᾶς του ἀπέδειξε πόσο δίκαιο εἶχε ὁ Ντοστογιέφσκι στὴν κριτικὴ αὐτή.

Τὸ μήνυμά του ὑπῆρξε προφητικὸ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τέτοιο.

Μητρ. Περγάμου Ἰωάννη [Ζηζιούλα], Ὁ Ντοστογιέφσκι καὶ ἡ ἠθική, περ. Νέα Εὐθύνη, τ. 3

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

Αἰσχύλος - «τὰν φυγάδα μὴ προδῷς»

 

ΒΑΣΙΛΕΥΣ: Μὰ ἐγὼ δὲν θ’ ἀποφάσιζα νὰ δώσω

ὑπόσχεση προτοῦ ν’ ἀνακοινώσω

τὸ τὶ συμβαίνει σ’ ὅλο τὸ λαό μου […]

ΧΟΡΟΣ: […] τὴ Δίκη γιὰ σύμμαχο διάλεξε

κι ἀπόφαση πάρε

τοὺς θεοὺς ποὺ νὰ δείχνει τὸ σέβας.

ΒΑΣΙΛΕΥΣ: Ἡ κρίση δὲν εἶν’ εὔκολο νὰ γίνη·

μὴ μὲ διαλέγης γιὰ κριτή, στὸ εἶπα

καὶ πρίν, χωρὶς τὴ γνώμη τοῦ λαοῦ μου

δὲν θὰ μποροῦσα ἐτοῦτα νὰ τὰ κάνω

ὅση κι ἂν εἶναι ἡ δύναμή μου […]

ΧΟΡΟΣ: Σκέψου καὶ γίνε προστάτης τῶν ξένων

τὴν εὐσέβειά σου δείχνοντας ὅλη·

τὴν ἐξόριστη ἐμὲ μὴ μὲ προδώσης,

ποὺ ἀπὸ μακρυὰ ξεσηκώθηκα, κυνηγημένη

μ’ ἄθεους διωγμούς· […]


ΚΗΡΥΞ: Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ σφάλμα ποὺ ἔχω κάνει

χωρὶς νἄχω τὸ δίκαιο μαζί μου;

ΒΑΣΙΛΕΥΣ: Πρῶτα δὲν ξέρεις πῶς νὰ εἶσαι ξένος. […]

Μιλᾶς γιὰ τοὺς θεούς, ὅμως διόλου

σέβας δὲ φαίνεσαι σ’ αὐτοὺς νὰ δείχνεις.

ΚΗΡΥΞ: Δείχνω τὸ σέβας στοὺς θεοὺς τοῦ Νείλου.

ΒΑΣΙΛΕΥΣ: Καθὼς ἀκούω τώρα ἀπὸ σένα

δὲ λογαριάζεις τοὺς ἐδῶ καθόλου. […]

Γιατὶ δὲν δέχομαι νὰ κάνω ξένους

κείνους ποὺ τοὺς βωμοὺς θεῶν συλοῦνε.

 

 

Αἰσχύλος, Ἱκέτιδες, εἰσαγωγὴ - μετάφραση - σχόλια Ἐρ. Χατζηανέστης, ἐκδ. Ἰ. Ζαχαρόπουλος, Ἀθήνα


Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2021

ἡ ἱστορικὴ σύνδεση χριστιανισμοῦ-ἀναρχισμοῦ

     


    […] Ἱστορικὰ μιλώντας, ὁ ἀναρχισμός, ὄνειρο τῶν πολιτικὰ ἀπροσάρμοστων καὶ φόβητρο τῶν πολιτικά… ὀρθοφρονούντων, εἶναι ἕνα ἰδεολογικὸ ρεῦμα, τὸ ὁποῖο ξεκίνησε πρὶν περίπου διακόσια τριάντα χρόνια. Εἶναι δὲ σημαντικὸ ὅτι ξεκίνησε ἀπὸ ἕναν πρώην ἱερωμένο. Ὁ πρῶτος ἱστορικὰ θεωρητικὸς τοῦ ἀναρχισμοῦ, ὁ Godwin, ἦταν ἕνας Αγγλικανὸς ἱερωμένος, ὁ ὁποῖος ἀποκήρυξε τὴν ἱερωσύνη καὶ ξεκίνησε μιὰ συζήτηση, ἡ ὁποία φαινόταν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη κάπως καινούρια – δὲν ἦταν καινούρια βέβαια στὴν πραγματικότητα – γιὰ τὴν αὐτόνομη κοινότητα. Ἡ αὐτόνομη κοινότητα αὐτή, ἀρχετυπικά, ὑπῆρξε οὐσιαστικὰ ἡ ἐνορία, τὴν ὁποία ὡστόσο εἶχε ἐγκαταλείψει ὁ κληρικὸς αὐτός, ἀφοῦ τοῦ φαινόταν ὅτι ἦταν ἀδύνατο νὰ πραγματοποιηθεῖ πλέον ὡς τέτοια, λόγῳ τῆς ἐν εἴδει παρακρατικῆς ὀργάνωσης, ὅπως εἶναι γνωστό, λειτουργίας τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἐλέγχου καὶ τῆς οἰκονομικῆς καὶ ἠθικιστικῆς βίας ποὺ αὐτὴ ἀσκοῦσε στὸ ποίμνιό της. […]

    Μὲ ἕναν τρόπο λοιπόν, ὁ ἀναρχισμὸς γεννήθηκε μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὑπεράσπιση τῆς αὐτόνομης (ἀπὸ τὸ κράτος) ἀνθρώπινης κοινότητας-ἐνορίας καὶ ταυτόχρονα διαμαρτυρία γιὰ τὴν πολιτική της ἐξουδένωση μέσα στὴν ἴδια τὴν ἀπορρόφηση - ἐκμετάλλευσή της ἀπὸ τὸ κράτος. Συνδέεται ἑπομένως ἱστορικὰ ὁ ἀναρχισμὸς μὲ τὸν Χριστιανισμό.

    […] σημειώθηκε στὴ διάρκεια τῆς Δυτικῆς ἱστορίας μιὰ ἐξέλιξη τέτοια, ποὺ ξέφυγε ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Ξέφυγε τελείως ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες πραγματικὲς ἀνάγκες. Ξέφυγε δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἁπλὴ ἀνάγκη ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει μιὰ κοινότητα, νὰ ἔχει μιὰ οἰκονομία στὰ μέτρα του, νὰ ἔχει μιὰ δική του ἐκκλησιαστικὴ σύναξη, νὰ ἔχει ἕνα πρόσωπο καὶ μιὰ σχέση σὲ ὑπαρξιακὸ ἐπίπεδο, ὄχι ἁπλὰ σὲ θεσμικό. Ὑπ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια, ὁ ἀναρχισμὸς ἐνισχύεται σὰν μιὰ διαμαρτυρία, καταρχάς, γιὰ ὅλα αὐτά. Ποῦ πάει ἡ Ἱστορία; Γιατὶ ἡ ἱστορία δὲν μὲ ρωτᾶ, ἀλλὰ ἁπλὰ μὲ χρησιμοποιεῖ καὶ μὲ συντρίβει; Ἡ κοινότητα εἶναι ἢ ὄχι σημαντική; Ὅταν δὲ «λέγω» κοινότητα, ἐννοῶ πάντοτε κυρίως τὴν ἀνθρώπινη, ὄχι τὴν θεσμική, τὸ νὰ εἴμαστε μαζὶ χωρὶς νὰ ὑπάρχει αἰτία καὶ λόγος. Ὄχι γιὰ νὰ νικήσουμε τὸν ἐχθρό. Ὄχι γιὰ νὰ πετύχουμε τὴ βιομηχανικὴ ἐπανάσταση. Ὄχι γιὰ νὰ γίνει ἡ οικονομία ἀπρόσβλητη. Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴμαστε κυρίως μαζί, ὡς αὐτοσκοπός, ἐπειδὴ ἤδη αὐτὸ ἔχει νόημα καὶ παράγει νόημα. […]

π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Ἡ ἀνοικτὴ ἱστορία καὶ οἱ ἐχθροί της - Ἡ ἄνοδος τοῦ Βελούδινου Ὁλοκληρωτισμοῦ, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2020


Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Θεός - ἡ πεῖνα ποὺ συγκροτεῖ τὸν ἄνθρωπο


    […] μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι αὐτὸ ποὺ καθιστᾶ διανοητὴ τὴν θεμελιώδη προβολὴ τῆς ἀνθρώπινης πραγματικότητας, εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ ὂν ποὺ προβάλλει τὴ φιλοδοξία νὰ εἶναι Θεός. Ὅποιες κι ἂν εἶναι στὴ συνέχεια οἱ τελετουργίες καὶ οἱ μύθοι τῆς ἐν λόγῳ θρησκείας, ὁ Θεὸς εἶναι ἀρχικὰ «αἰσθητὸς στὴν καρδιὰ» τοῦ ἀνθρώπου ὡς αὐτὸ ποὺ τὸν ἀναγγέλλει καὶ τὸν ὁρίζει στὴν ἔσχατη καὶ θεμελιώδη του προβολή. Κι ἂν ὁ ἄνθρωπος κατέχει μιὰ προ-οντολογικὴ κατανόηση τοῦ εἶναι τοῦ Θεοῦ, δὲν τὴν ἀπόκτησε χάρη στὰ μεγάλα θεάματα τῆς φύσης, οὔτε χάρη στὴν ἐξουσία τῆς κοινωνίας. Ὁ Θεός, ὡς ὑπέρτατη ἀξία καὶ σκοπὸς τῆς ὑπέρβασης, παριστᾶ τὸ διαρκὲς ὅριο βάσει τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος ἀναγγέλλει στὸν ἑαυτό του αὐτὸ ποὺ εἶναι. Εἶμαι ἄνθρωπος, σημαίνει τείνω νὰ εἶμαι Θεός, ἤ, ἂν προτιμᾶτε, ὁ ἄνθρωπος συγκροτεῖται θεμελιωδῶς σὰν ἐπιθυμία νὰ εἶναι Θεός.

 […] ὑπάρχει μιὰ ἀλήθεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι μόνο ἀσύνδετες ἀτομικότητες. Ἡ ἀπόλυτη σύμπτυξη καὶ συμπληρωματικότητα, ἡ ὕπαρξη ὡς ὁλότητα ἀνήκουν λοιπὸν στὴν ἐλεύθερη καὶ θεμελιώδη ἐπιθυμία ἢ στὸ πρόσωπο. 

 

Ζὰν Πὼλ Σάρτρ, Τὸ Εἶναι καὶ τὸ Μηδέν, δοκίμιο φαινομενολογικῆς ὀντολογίας, μτφρ. Κωστῆ Παπαγιώργη, ἐκδόσεις Παπαζήση, Ἀθήνα 2007

 

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

μισάνθρωπη φιλανθρωπία - λαίμαργη φιλοπλουτία

Τάκης Μάρθας - Ἐξαθλίωση



  […] ὅσα παίρνεις (πλούσιε), δὲν ὑπολείπονται καθόλου σὲ μισανθρωπία. Κερδίζεις ἀπὸ τὶς συμφορές, εἰσπράττεις χρήματα ἀπὸ τὰ δάκρυα, τὸν γυμνὸ καταπιέζεις, χτυπᾶς τὸν πεινασμένο, συμπόνια πουθενά∙ καμία σκέψη ὅτι εἶσαι συγγενὴς μὲ τὸν πάσχοντα∙ καὶ τὰ κέρδη ποὺ ἀποκομίζεις μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὰ ὀνομάζεις φιλάνθρωπα. […]

Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία Δ' εἰς τὸν ΚΗ' Ψαλμὸν

 

[…] τὰ περισσότερα ψάρια ἀλληλοτρώγονται καὶ τὸ μικρότερο γίνεται τροφὴ τοῦ μεγαλύτερου. Κι ἂν ποτὲ συμβεῖ αὐτὸ ποὺ κρατᾶ τὸ μικρότερο στὸ στόμα του νὰ γίνει θήραμα τοῦ ἄλλου, αὐτὰ καταλήγουν στὸ ἕνα στομάχι τοῦ τελευταίου. Ἐμεῖς λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι τὶ διαφορετικὸ κάνουμε ὅταν καταδυναστεύουμε τοὺς ὑποδεέστερους;  Σὲ τὶ διαφέρει ἀπὸ τὸ τελευταῖο ψάρι αὐτὸς ποὺ μὲ τὴ λαίμαργη φιλοπλουτία του καταχωνιάζει στὶς ἀκόρεστες τσέπες τῆς πλεονεξίας του τοὺς ἀδύναμους; Ἐκεῖνος ἀπέκτησε ὅ,τι εἶχε ὁ φτωχὸς∙ ἐσὺ τὸν ἁρπάζεις καὶ τὸν κάνεις μέρος τῆς περιουσίας σου. Ἀποδείχτηκες ἀδικώτερος τῶν ἀδίκων καὶ πλεονεκτικώτερος τοῦ πλεονέκη. Πρόσεχε νὰ μὴν ἔχεις τὸ ἴδιο τέλος μὲ τὰ ψάρια, δηλαδὴ ἀγκίστρι ἢ καλάθι ἢ δίχτυ. […]

Μ. Βασιλείου, Ἑξαήμερος Ζ'