Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

τὸ ἰδανικὸ τῆς κοινοκτημοσύνης


Ἡ τροφὴ τοῦ σώματος ποὺ εἶναι κοινὴ γιὰ ὅλα τὰ μέλη, ἂν συγκεντρωθεῖ ὅλη σ’ ἕνα μόνο μέλος καὶ γι’ αὐτὸ τὸ μέλος θὰ πάει χαμένη. Γιατὶ ἂν δὲν μπορέσει νὰ χωνευτεῖ καὶ νὰ θρέψει τὸ σῶμα καὶ γιὰ τὸ ἕνα μέλος θὰ εἶναι χαμένη. Ὅταν ὅμως πάει σὲ ὅλα τὰ μέλη, τότε κι ἀπ’ τὸ καθένα ξεχωριστὰ κι ἀπ’ ὅλα μαζὶ τὰ μέλη ἀφομοιώνεται. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ μὲ τὰ χρήματα.

(Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὁμιλία στὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ)


[…] Τὸ ἰδανικὸ τῆς κοινοκτημοσύνης, ἔτσι ὅπως βγαίνει ἀπὸ τὴ γνήσια Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἐναρμονίζεται κατὰ τρόπο ὑπέροχο μὲ ὅλες τὶς ἐπὶ μέρους χριστιανικὲς θέσεις ἀναφορικὰ μὲ τὸ πρόβλημα τῆς κατανομῆς καὶ τῆς χρήσεως τῶν οἰκονομικῶν ἀγαθῶν. […]
Ἀποδίδει ἐπὶ πλέον τελεία δικαιοσύνη, ἱκανοποιεῖ κατὰ τρόπο ἰδανικὸ τὸ φυσικὸ δικαίωμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων γιὰ ἴση συμμετοχὴ στὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου. Ἔξω ἀπὸ τὸ καθεστὼς τῆς κοινοκτημοσύνης οὐσιαστικὴ δικαιοσύνη δὲν ὑπάρχει. Ἡ ἀτομικὴ ἰδιοκτησία στὰ παραγωγικὰ μέσα χωρίζει τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀφεντικὰ καὶ σὲ μισθωτοὺς δούλους, ὁπότε ὁ δρόμος γιὰ κάθε εἴδους αὐθαιρεσία καὶ ἀδικία εἶναι ἀνοιχτός. Ὁ καθορισμὸς μιᾶς τιμῆς γιὰ τὴν ἀμοιβὴ τῆς ἀνθρώπινης ἐργασίας, μ’ ὁποιοδήποτε μέτρο κι ἂν γίνει, εἶναι αὐθαίρετος, γιατὶ καμιὰ λογικὴ δὲν μᾶς πείθει ὅτι ἡ ἐργασία τοῦ ἑνὸς ἀξίζει τόσο καὶ τοῦ ἄλλου τόσο καὶ ὄχι λιγότερο ἢ περισσότερο. Ὅπως τονίσαμε σὲ ἄλλο κεφάλαιο, ἡ ἀνθρώπινη ἐργασία ἀξίζει ὅσο καὶ ὁ ἄνθρωπος. Μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ σὲ χρῆμα ἡ ἀξία ἑνὸς ἀνθρώπου; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἄλλο τόσο εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐκτιμηθεῖ σὲ χρῆμα ἡ ἐργασία του. Γι’ αὐτὸ μόνο μὲ τὴν ἴση συμμετοχὴ τῶν ἐργαζομένων στοὺς καρποὺς τοῦ κοινοῦ μόχθου ἀποδίδεται οὐσιαστικὴ δικαιοσύνη. Καὶ ἡ ἴση συμμετοχὴ μόνο κάτω ἀπὸ καθεστὼς πλήρους κοινοκτημοσύνης ἐξασφαλίζεται ἀπολύτως. […]


Γεωργίου Δημ. Ροδίτη, Χριστιανισμὸς καὶ πλοῦτος, ἐκδ. Σταμούλη, Ἀθήνα 32009

Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

μοναδικότητα ἐν κοινωνίᾳ



Ἀπ’ ὅλες τὶς φιλοσοφικὲς ἀποδείξεις γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἡ πιὸ πειστικὴ φαίνεται αὐτὴ ποὺ δὲν μνημονεύεται σὲ κανένα ἐγχειρίδιο: μποροῦμε νὰ τὴν ἐκφράσουμε μὲ τὸ ρητό: «Ἡ Τριάδα τοῦ Ρουμπλιὼφ ὑπάρχει, ἄρα ὁ Θεὸς ὑπάρχει».
π. Παῦλος Φλωρένσκυ




[…] Τὸ Πνεῦμα φέρνει ἑνότητα καὶ ἀμοιβαία κατανόηση, ἱκανώνοντάς μας νὰ μιλᾶμε «ἐν μιᾷ φωνῇ». Μεταμορφώνει τὰ ἄτομα σὲ πρόσωπα. Γιὰ τὴν πρώτη Χριστιανικὴ κοινότητα στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν περίοδο ἀμέσως μετὰ τὴν Πεντηκοστή, λέγεται ὅτι «εἶχον ἅπαντα κοινὰ» καὶ ὅτι «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πραξ. 2, 44 · 4, 32)· κι αὐτὸ θά ’πρεπε νά ’ναι τὸ σημάδι τῆς κοινότητας τοῦ Χριστοῦ τῆς Πεντηκοστῆς σὲ κάθε ἐποχή. […] Στὴν Πεντηκοστὴ ἡ πολλαπλότητα τῶν γλωσσῶν δὲν καταργήθηκε, ἀλλὰ ἔπαψε νὰ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ χωρισμοῦ· ὅπως προηγουμένως, ὁ καθένας μιλοῦσε στὴ δική του γλῶσσα, ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος ὁ καθένας μποροῦσε νὰ καταλάβει τοὺς ἄλλους. Γιὰ μένα τὸ νὰ εἶμαι Πνευματοφόρος σημαίνει ν’ ἀντιλαμβάνομαι ὅλα τὰ διακριτικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς προσωπικότητάς μου· σημαίνει νὰ γίνω ἀληθινὰ ἐλεύθερος, ἀληθινὰ ὁ ἑαυτός μου μέσα στὴ μοναδικότητά μου. […]

ἐπ. Διοκλείας Κάλλιστου [Ware], Ὁ ὀρθόδοξος δρόμος, μτφρ. Πάσχου Μαρία, ἐκδ. Ἵδρυμα Γουλανδρῆ Χόρν, Ἀθήνα 1984

Κυριακή 9 Ιουνίου 2019

τέχνη συνώνυμη του Εἶναι

Φώτης Κόντογλου

[…] «Ἔστω καὶ λίγο, συγγενεύουμε μὲ τοὺς θεοὺς τοὺς ἀθανάτους, τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἔμφυτη ὁρμὴ (φύσις)», ἔλεγε ὁ Πίνδαρος. Καὶ ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν ὁμοιότητα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως πρὸς τὴ θεϊκὴ φύση ἀναδεικνύει ἡ ἐξαίσια σειρὰ τῶν Κούρων καὶ τῶν Κορῶν ποὺ καλύπτουν τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 6ου αἰώνα.
Τὸ χαμόγελο ποὺ δίνεται ἀδιαφοροποίητα στοὺς πάντες, ἀκόμη καὶ στοὺς μαχητὲς ἢ τοὺς ἑτοιμοθάνατους, θὰ εἶναι τὸ πιὸ φανερὸ σημάδι τῆς ὁμοούσιας ἑνότητος τῶν, θνητῶν ἢ ἀθανάτων, παιδιῶν τῆς γῆς. […]
Ὅμως τέχνη καὶ ποίηση ἔχουν τὴν ἴδια ἀποστολή: νὰ διαδώσουν τὸ φῶς τῆς ἀληθείας, νὰ κάνουν ἀξέχαστη τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἀγγίζει τὴν ἀρετὴ καὶ γίνεται πράγματι τετράγωνος καὶ «δουλεμένος χωρὶς ψεγάδι». Καὶ ἡ ὁμοιότητα πάει ἀκόμα πιὸ μακριά. Ὅταν ἀναπαράγουν τὸ ἀνθηρὸ σφρίγος τῶν Κούρων, τὰ ἀγάλματα αὐτῆς τῆς περιόδου παρουσιάζουν μιὰ ἰδιαιτερότητα ὅμοια μὲ αὐτὴ τῆς πινδαρικῆς ποίησης: δὲν προσπαθοῦν νὰ ἐκφράσουν τὰ ψυχολογικὰ στοιχεῖα ἢ τὴν προσωπικὴ φυσιογνωμία, ἀλλὰ τὸ ἰδανικὸ σῶμα τοῦ ὁλοκληρωμένου ὄντος. Τὸ ἴδιο κι ὁ Πίνδαρος μιλᾶ γιὰ τοὺς νικητὲς ὄχι τόσο ὡς ἄτομα ὅσο ὡς ἐνσαρκώσεις τῆς ὑπέρτατης ἀρετῆς.
Αὐτὴ ἡ στάση, ποὺ τὴν υἱοθετεῖ τόσο ὁ γλύπτης ὅσο καὶ ὁ ποιητής, πηγάζει ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀντίληψη τῆς σχέσης ἀνάμεσα στὴν τέχνη καὶ τὴν ἀλήθεια. Στὰ ἑλληνικά, ἡ ἀλήθεια ἐτυμολογικὰ σημαίνει «ἔλλειψη λήθης». Ὡς τέτοια, ἡ ἀλήθεια, παραπέμπει ἀπ’ εὐθείας στὸν πρωταρχικὸ στόχο τοῦ ποιητῆ, ποὺ εἶναι νὰ παρουσιάζει καὶ νὰ διαφυλάττει τὴ μνήμη: Μνήμη ἢ Μνημοσύνη. Κόρες τῆς Μνήμης οἱ Μοῦσες, ὀνομάζονται καὶ Μνεῖαι, «ἐνθυμήσεις»: ὁ ποιητὴς εἶναι φύλακας τῆς ἀλήθειας γιατί, μὲ τοὺς ἐπαίνους του, διασώζει ἀπὸ τὴ λήθη αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀληθές, «ἀλησμόνητο». Νὰ δοξάσει, νὰ σώσει ἀπὸ τὴ λήθη, νὰ διατηρήσει αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει «νὰ δοξάσει τοὺς ἀθανάτους, νὰ δοξάσει τὰ κατορθώματα τῶν ἀνδρείων ἀνθρώπων» ὅπως λέει ὁ Ἠσίοδος στὴ Θεογονία του, ἰδοὺ ὁ πρῶτος στόχος τῆς τέχνης. […] Ἡ λήθη δὲν εἶναι λησμονιὰ ἑνὸς παρελθόντος, ποὺ ἀναφέρεται ἁπλὰ στὸν χρόνο ἢ στὸ πρόσωπο. Εἶναι ἔννοια συνώνυμη μὲ τὸ μηδὲν καὶ ὑποδηλώνει τὴν παραγνώριση τοῦ θείου και, μάλιστα, γιὰ τὸν Παρμενίδη, τὴν ἄγνοια τοῦ Εἶναι.
[…] ἡ τέχνη νοεῖται ὄντως ὡς φυσικὴ πραγματικότητα, ριζωμένη εἰς τὴν φύσιν, συνώνυμη τοῦ Εἶναι. Καὶ ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι σὲ καμία περίπτωση μιὰ ἁπλῶς σωστὴ κρίση, adaequatio rei et intellectus. Εἶναι μία Θεά, λέει ὁ Βακχυλίδης καὶ «δίνει λάμψη καὶ φῶς στὸ καθετί»:
σὺν ἀλαθεῖ δὲ πᾶν λάμπει χρέος. […]

Κώστας Παπαϊωάννου, Τέχνη καὶ Πολιτισμὸς στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, μτφρ. Χριστίνα Σταματοπούλου, Ἐναλλακτικὲς ἐκδόσεις, Ἀθήνα 1998

Σάββατο 1 Ιουνίου 2019

ἡ βυζαντινὴ ἀποειδωλοποίηση

David Popiashvili

[…] καταλαβαίνει κανεὶς πολὺ εὔκολα πόση προχειρολογία κρύβουν ἢ φανερώνουν οἱ ἰσχυρισμοὶ ποὺ ἐπισημαίνουν νεοπλατωνικὲς ἐπιδράσεις στὴ βυζαντινὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία ἀκόμη! Ἐδῶ πρόκειται γιὰ ἕνα ριζικὰ νέο κοσμοείδωλο. Τὰ ἀρχέτυπα καὶ οἱ νοητὲς οὐσίες εἶχαν ἤδη ἀνατραπεῖ μὲ τοῦτο τὸ ἐνεργειακὸ πλέγμα τῆς βυζαντινῆς θεολογίας καὶ φιλοσοφίας, ἐνῶ ἡ ἐπιστήμη στὴ Δύση, καὶ μὲ τὸ νομιναλισμὸ τοῦ Ὄκκαμ, τὸ 14ο αιώνα, ἔκανε ἄλλους τέσσερις αἰῶνες, ὣς τὸ 18ο αἰώνα, γιὰ νὰ κάνει πέρα τὶς οὐσίες, τὶς ἰδέες καὶ τὰ ἀρχέτυπα. Ὅμως ὅταν δὲν προσεχτεῖ ὅσο πρέπει ἡ βυζαντινὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία, τότε ἀβίαστα γίνεται λόγος γιὰ νεοπλατωνίζουσα ἢ νεοπλατωνικὴ θεολογία, ποὺ ὑποτιμᾶ μάλιστα τὴν ἱστορία! […]
Κτίση, ἱστορία καὶ αἰωνιότητα ἀποτελοῦν μιὰ γραμμὴ καὶ μιὰ πορεία. Ἐξοῦ καὶ ἡ μεταμόρφωση τῆς κτίσης καὶ τῆς ἱστορίας, στὸ μέτρο καὶ στὸ χῶρο τοῦ ἐφικτοῦ σὲ ἐξελικτικὲς φάσεις, μέσῳ τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ - καὶ οἱ προχειρολόγοι κάνουν λόγο γιὰ δραπέτευση τῶν Βυζαντινῶν ἐκτὸς ἱστορίας.
Κατὰ τὴ θεωρία λοιπόν, στὸ μέτρο τοῦ ἐφικτοῦ καὶ κατὰ τὴν πράξη, ἡ βυζαντινὴ φιλοσοφία ἔσπασε τὴν κυκλικὴ ἀναγκαιότητα, παρουσιάζοντας τοὺς πάμπολλους κύκλους καὶ τὶς κυκλικὲς περιφορὲς νὰ σύρονται καὶ νὰ ἐυθυγραμμίζονται τελειωτικά, ἐκρηκτικὰ καὶ ἐσχατολογικὰ σὲ μιὰ δημιουργικὴ πορεία μέσῳ φωτός, θεϊκῆς δόξας, αὐτῶν τῶν ἴδιων ἁγιοπνευματιῶν ἐνεργειῶν. Μέσα σ’ ἕνα εἰδωλοποιημένο κόσμο -καὶ σήμερα δὲν καταργήθηκαν τὰ εἴδωλα, μᾶλλον ἔγιναν ἐκλεπτυσμένα- ὁ βιβλικὸς καὶ θεολογικὸς κόσμος μὲ δραματικὸ τρόπο ἐπιχειρεῖ νὰ λευτερώσει κτίση καὶ ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν τυραννικὴ αὐθυπαρξία τους, καὶ νὰ τοὺς ἐξαρτήσει ἀπὸ τὸ ἐνεργειακὸ πλέγμα τῆς σχέσης Θεοῦ καὶ κόσμου. Μόνο ἔτσι εἶναι δυνατὴ ὄχι ἡ ἀπομύθευση -ἄλλωστε ἡ ἐκμύθευση εἶναι τρόπος προσπέλασης τῆς ὅποιας ἀλήθειας- ἀλλὰ ἡ ἀποειδωλοποίηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς ζωῆς. Καὶ κανεὶς φόβος δὲν ὑφίσταται μὴ τυχὸν καὶ ὑποδουλωθεῖ ὁ ἄνθρωπος σὲ μιὰ αὐθεντία· ἀπεναντίας, ἡ ἀπελευθέρωση ἀπὸ ἀρχέτυπα, κλειστὰ περιγράμματα καὶ εἴδωλα ὁδηγεῖ κτίση καὶ ἱστορία σὲ μιὰ δημιουργικὴ ἐλευθερία καὶ αὐξητικὴ πορεία, ἀφοῦ τὰ πάντα εἶναι σχετικά, ρευστὰ καὶ ἐνεργούμενα συμβαίνοντα.
[…] τὴν ἐποχὴ τῶν πατέρων, στὴν περιρρέουσα ἑλληνική, ἀνατολικὴ καὶ εἰδωλολατρικὴ ἀτμόσφαιρα δὲν ὑπῆρχε κὰν φιλοσοφία τῆς ἱστορίας. Ἄλλωστε κυρίαρχος ἦταν ἐν πολλοῖς ὁ κύκλος. Καὶ ἐδῶ βρίσκεται τὸ πολιτιστικὸ θαῦμα. Μολονότι κὰν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀντίληψη γιὰ μιὰ δυναμικὴ ἑρμηνεία τῆς ἱστορίας, ἡ βυζαντινὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία παρουσίασε μιὰ ἄκρως ἐνδιαφέρουσα δραματικὴ πορεία τῆς ἱστορίας. […]

Νίκου Ἀ. Ματσούκα, Ἱστορία τῆς βυζαντινῆς φιλοσοφίας, μὲ παράρτημα τὸ Σχολαστικισμὸ τοῦ Δυτικοῦ Μεσαίωνα, ἐκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994