Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

ὁ λιμὸς εἶναι τῆς καρδιᾶς

Ὄττο Ντὶξ
Ἂς μὴ φανοῦμε ἐμεῖς οἱ λογικοὶ σκληρότεροι ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα. Διότι ἐκεῖνα ἀπὸ κοινοῦ χρησιμοποιοῦν αὐτὰ ποὺ βλαστάνει ἐκ φύσεως ἡ γῆ. Τὰ κοπάδια τῶν προβάτων βοσκοῦν σὲ ἕνα καὶ τὸ ἴδιο βουνό. Πάμπολλα ἄλογα μία καὶ τὴν ἴδια πεδιάδα καταλαμβάνουν ὡς βοσκότοπο. Καὶ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ζώων ἔτσι μεταξύ τους τὸ ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο παραχωροῦν τὴν ἀναγκαία ἀπόλαυση τῶν τροφῶν. Ἐμεῖς ὅμως οἰκειοποιούμαστε τὰ κοινὰ καὶ κατέχουμε μόνοι αὐτὰ ποὺ ἀνήκουν στοὺς πολλούς. Ἂς ντρεπόμαστε τὰ φιλάνθρωπα διηγήματα τῶν εἰδωλολατρῶν. Σὲ μερικοὺς ἀπὸ αὐτοὺς φιλάνθρωπος νόμος ἀπεργάζεται μία τράπεζα καὶ κοινὰ τρόφιμα καὶ σχεδὸν μία οἰκογένεια τὸν πολυάνθρωπο λαό. Ἂς ἀφήσουμε τοὺς ἐθνικοὺς καὶ ἂς ἔλθουμε στὸ παράδειγμα τῶν τριῶν χιλιάδων. Ἂς ζηλέψουμε τὴν πρώτη ἐκκλησία τῶν χριστιανῶν, ὅπου τὰ πάντα ἦταν σὲ αὐτοὺς κοινά, δηλαδὴ ἡ ζωή, ἡ ψυχή, ἡ συμφωνία, ἡ κοινὴ τράπεζα, ἡ ἀδιαίρετη ἀδελφότητα, ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη, ποὺ ἕνωνε σὲ ἕνα τὰ πολλὰ σώματα καὶ συνάρμοζε τὶς διάφορες ψυχὲς σὲ μία ὁμόνοια. […]
Ἐνὼ ἐπαινοῦμε τὴν εὐεργεσία, τὴν ἀποστεροῦμε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὴ χρειάζονται. Ἐνῶ εἴμαστε δοῦλοι καὶ ἐλευθερωνόμαστε δὲν σπλαχνιζόμαστε τοὺς συνδούλους μας. Ἐνῶ πεινᾶμε καὶ τρεφόμαστε, περιφρονοῦμε τὸν ἐνδεῆ. Ἐνῶ ἔχουμε Θεὸ ἀνενδεῆ χορηγὸ καὶ ταμία, ἔχουμε γίνει σφιχτοχέρηδες καὶ ἀμέτοχοι στὶς ἀνάγκες τῶν φτωχῶν. Τὰ πρόβατά μας εἶναι γόνιμα καὶ ὅμως οἱ γυμνοὶ εἶναι περισσότεροι ἀπὸ τὰ πρόβατα. Οἱ ἀποθῆκες ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἀποθηκευμένων ἀγαθῶν δὲν χωροῦν κι ἐμεῖς δὲν ἐλεοῦμε αὐτὸν ποὺ στενάζει.  


Μ. Βασιλείου, Ἐν λιμῷ καὶ αὐχμῷ

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

σάρκωση-ὁ ἐκτοπισμὸς τῆς ἐξουσίας

Στέφανος Ἀλμαλιώτης
στὸν Νώντα Τσίγκα

Ἡ αὐταπάτη ὅτι ἡ ἐξουσία εἶναι ἁπλῶς ζήτημα δομῶν καὶ σχέσεων ἀποτελεῖ τὴν κύρια αἰτία γιὰ τὴν παρασιτικὴ παράταση της στὸ κοινωνικὸ σῶμα. Λοιδορεῖται καὶ λησμονεῖται τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐξουσία συνιστᾶ τὸν πυρήνα τοῦ ὑπαρκτικοῦ τρόπου τῆς πτώσης. Εἶναι ἡ καταστατικὴ συνθήκη τῆς ζωῆς ὅπως ἐλεύθερα ἐπέλεξε νὰ ἱδρύσει ὁ ἀδαμιαῖος φόβος.
Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη κάθε ἀπόγονος τοῦ προπάτορα κρύβει τὸν φόβο στὸν αὐτοδιπλασιασμό του. Φοβούμενος τὸν Δωρητὴ τῆς ζωῆς φοβᾶται νὰ διανύσει τὴν ἀπόσταση ποὺ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν ἄλλον, τὴν κάθε εἰκόνα Του. Ἡ κοινωνικὴ ἐκδίπλωση τοῦ εἶναι ὅμως, ποὺ συνιστᾶ τὴ μόνη φυσικὴ ἀπόκριση στὴν κλήση Του ἀπὸ τὸ μηδέν, δὲν ἀναστέλλεται. Ἀδυνατώντας νὰ λειτουργήσει ἀγαπητικά, ἐκτινάσσεται μὲ σφοδρότητα, μὲ σκοπὸ νὰ καταλάβει τὸν χῶρο, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ συν-χωρήσει μὲ τὸν πλησίον.
Αὐτὸ τὸ τεχνητὸ χάσμα παρέμενε ἀγεφύρωτο. Καμία πολιτικὴ ἢ ἠθικὴ κατασκευὴ δὲν μποροῦσε νὰ φτάσει ἀπέναντι, διότι ὁ ἑαυτὸς ἔχασκε σαθρὸς καὶ ἀνυπόστατος ἔναντι τοῦ εἰδώλου του, ποὺ δολίως καὶ πεισματωδῶς ὑποκατέστησε τὸν ὁμοίως (συν-)πολιτευόμενο.
Οἱ παράδρομοι ἀπέχουν μακρὰν ἀπὸ τοῦ πλησίον. Ἡ μοναχικὴ πορεία ἐπ’ αὐτῶν ἀνακαλεῖ ἀδιαλείπτως τὸν φόβο τοῦ προπάτορα, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ διαβάτης νὰ ἐπιτίθεται ἐξουσιαστικὰ στὰ σκιάχτρα-ὁμοιώματά του, ποὺ τοῦ ἐπιφυλάσσει ἡ ἀνέραστη αὐτότητα. Ἡ ἐξουσία λοιπὸν δὲν εἶναι παρὰ ὁ στρεβλός, ἀνευόδωτος πόθος τοῦ ἄλλου. Ἄλλωστε μὲ κομμένες τὶς γέφυρες ἡ μόνη δυνατότητα «κοινωνίας» εἶναι οἱ κραυγὲς καὶ τὸ πετροβόλημα.
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ κενούμενου Λόγου: Κάνει ξανὰ τὴν περπατησιὰ τοῦ ἔρωτα δυνατή. Προσλαμβάνει τὴν ἀνθρωπότητα, κάνει σάρκα Του τὸ δράμα της, γιὰ νὰ ἑνώσει τὰ πρὶν διεστῶτα. Ἡ διάγνωση εἶχε ἤδη γίνει: «ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ» (Μρκ. 1, 3). Ἡ πραγμάτωση καὶ τὰ ἐγκαίνια τῆς δυνατότητάς της ἐγκαινιάστηκαν κατὰ τὴ σάρκωση. Διανύεται καὶ πάλι ἡ λησμονημένη ὁδὸς πρὸς τὸν ἄλλον.
Ὁ Θεὸς δὲν καλύπτει μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του μόνο τὰ κενὰ μὲ τὰ ὁποῖα γέμισε τὸν δρόμο πρὸς τὸν πλησίον ἡ ἑλικοειδὴς συστροφὴ τοῦ καθενός. Ἀναδημιουργεῖ παραδίδοντας τόπο καινό. Ἐκ-τοπίζει τὴν ἐξουσία σταυρικῶς ἐκ γενετῆς, ἡ ἀδηφαγία τῆς ὁποίας καθιστᾶ τὸν ἑαυτὸ καὶ τὸν κόσμο ἄ-τοπους.
Ὁ σαρκωθεὶς Λόγος μετέβαλε τὴν ἀπόσταση σὲ κορμί Του. Καθόλου τυχαία ἡ εὐχαριστιακὴ μετοχὴ σὲ Αὐτὸ ὀνομάζεται «συνουσία». Μέσα Του χαρίζεται καινουργὴς ἡ διασαλευμένη ἀπὸ τὴν κυριαρχία ὑπόσταση. Γι’ αὐτὸ ψάλλουμε: «Τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ ἤνοιξε». Ἡ Ἐδὲμ δὲν εἶναι ρομαντικὴ ἀναπόληση. Εἶναι ἀνακαινισμένη ὕλη μὲ δυνατότητα νὰ συστήνει καιρὸ καὶ τόπο.
          
         «Δεῦτε ἴδωμεν…δεῦτε λάβωμεν»!



Ἀνδρέας Γ. Βιτούλας

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

ἄθλιος, κρυπτόμενος Ζητιάνος

Ζὸρζ Ρουὸ
Κάθε ἀναγκαστικὴ ἀπόδειξις βιάζει τὴν ἀνθρώπινη συνείδησι, μεταβάλλει τὴν πίστη σὲ ἁπλῆ γνῶσι. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς περιορίζει τὴν παντοδυναμία του, κλείνεται μέσα στὴν σιωπὴ τῆς ὠδυνωμένης ἀγάπης του, ἀποσύρει κάθε σημεῖο, κάθε θαῦμα, ρίχνει μιὰ σκιὰ πάνω στὴν λάμψι τῆς ὄψεώς του. Σ’ αὐτὴν τὴν κενωτικὴ στᾶσι τοῦ Θεοῦ ἀπαντᾷ τὸ οὐσιῶδες τῆς πίστεως. Διατηρεῖ καὶ θὰ διατηρεῖ πάντοτε αὐτὸ τὸ σκιῶδες ποὺ ἔχει, ἕνα ὁδυνηρὸ σκοτάδι, ἕνα περιθώριο ἱκανὸ γιὰ νὰ προστατεύῃ τὴν ἐλευθερία της, γιὰ νὰ διατηρῇ τὴν ἴδια ἐξουσία νὰ λέγῃ σὲ κάθε στιγμὴ τὸ ὄχι, καὶ νὰ οἰκοδομῇ ἐπάνω στὴν ἄρνησή της. […]
Καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς δέχεται νὰ τὸν ἀρνηθοῦν, νὰ τὸν ὑποτιμήσουν, νὰ τὸν ἀπορρίψουν, νὰ τὸν ἐκβάλουν ἀπὸ τὴν δημιουργία του. Ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ὁ Θεός, ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἐπῆρε τὸ μέρος τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Χριστιανὸς εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ἄθλιος, ἀλλὰ ξέρει ὅτι ὑπάρχει Κάποιος ἀθλιώτερος, αὐτὸς ὁ Ζητιάνος τῆς ἀγάπης στὴν θύρα τῆς καρδιᾶς: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύρα καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ’ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ’ ἐμοῦ» (Ἀποκ. 3, 20). Ὁ Υἱὸς ἔρχεται στὴν γῆ γιὰ νὰ καθήσῃ στὸ «τραπέζι τῶν ἁμαρτωλῶν». […]
Ἡ ἐπιστήμη ἐπιβάλλει τὴν θεώρησί της γιὰ τὰ ὁρατὰ πράγματα, τὰ ἐπαληθεύσιμα, καὶ μὲ ὑποχρεώνει νὰ τὴν δεχθῶ. Δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὴν ὕπαρξι ἑνὸς σκουληκιοῦ τῆς γῆς ἢ ἑνὸς μικροβίου, ὅμως μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὴν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ. […]
Τὰ ἀναντίρρητα ἱστορικὰ τεκμήρια γιὰ τὴν ἀποδειξι καὶ τῆς γηίνης ἀκόμη ὑπάρξεως τοῦ Ἰησοῦ, χωρὶς νὰ ὁμιλήσωμε γιὰ τὴν οὐράνια, λείπουν. Καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ καλὸ καὶ ἀποτελεῖ ἴσως τὴν καλύτερη ἀπόδειξι τῆς ἀληθείας τῶν Εὐαγγελίων, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἐπιβάλλεται, δὲν διακηρύσσει πουθενὰ ἄμεσα τὴν θεότητά του, ἀλλὰ μόνον ἐρωτᾷ: «Πιστεύεις;» Δὲν ἀπευθύνεται ποτὲ στὴ λογική, δὲν παραθέτει μήτε ἀποδείξεις μήτε ἐπιχειρήματα, δὲν ἐρωτᾷ· «ξέρεις; ἐπείσθηκες; νικήθηκες;».

Παύλου Εὐδοκίμωφ, Ἡ πάλη μὲ τὸν Θεόν, μτφρ. Ἰ. Κ. Ππαπαδοπούλου, Πατριαρχικὸν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 51991


Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

«ἐξουσία ἀσκεῖται μόνο στὰ ζῶα»

Γ.Θ. Γεωργιάδης
Ἔχεις λησμονήσει τὰ ὅρια τῆς ἐξουσίας σου, διότι μέχρι τὴν ἐπιστασία τῶν ζώων ἔχει περιορισθεῖ ἡ ἐξουσία σου. Διότι, ἂς ἐξουσιάζουν τὰ πτηνά, τὰ ψάρια καὶ τὰ τετράποδα, εἶπε. Πῶς θὰ θέσεις τὴν ἐλεύθερη φύση τοῦ ἀνθρώπου ὑπὸ τὸ κράτος τῆς δουλείας καὶ θὰ τὴν ἐξισώσεις μὲ τὰ τετράποδα ἢ τ’ ἄποδα; […] Μήπως ἀπὸ τὰ κτήνη προῆλθαν οἱ ἄνθρωποι; Μήπως τὰ βόδια ἐγέννησαν ἀνθρώπους; Διότι μία μόνο δουλεία εἶναι δεκτὴ στοὺς ἀνθρώπους, αὐτὴ τῶν ζώων. […] Ποιᾶς πές μου τιμῆς; Τὶ βρῆκες ἀντάξιο μὲ αὐτὴ τὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου; Μὲ πόσα χρήματα κοστολόγησες τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Μὲ πόσα χρήματα πούλησες τὴ θεόπλαστη φύση; […] Αὐτόν, ποὺ εἶναι καθ’ ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ κι ἄρχοντας ὅλης τῆς γῆς, ποὺ κληρονόμησε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἐξουσία ἐπὶ τῆς γῆς, ποιὸς μπορεῖ, πές μου, νὰ τὸν πωλήσει καὶ νὰ τὸν ἀγοράσει; Μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τὸ κάνει αὐτό· μᾶλλον σχεδὸν οὔτε ὁ Θεός. «Ἀμετάκλητα εἶναι τὰ χαρίσματα του» (Ρωμ. 11, 29). Δὲν θὰ ὑποδούλωνε ποτὲ ὁ Θεὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι Αὐτός, ἂν κι εἴχαμε ὑποδουλωθεῖ αὐτοβούλως στὴν ἁμαρτία, μᾶς ἀνακάλεσε στὴν ἐλευθερία. Ἂν ὁ Θεὸς δὲν ὑποδουλώνει τὸν ἐλεύθερο, ποιὸς μπορεῖ νὰ τεθεῖ πάνω ἀπὸ τὴ δυναστεία τοῦ Θεοῦ; […] Διότι τὶ προσέθεσε ἡ ἐξουσία στὴ φύση σου; Οὔτε χρόνο, οὔτε προτερήματα· ἴδια παραμένει ἡ γέννηση, ἡ ζωή σου, ἐξίσου νιώθεις χαρές, λύπες, θυμούς, ἡδονές, νόσους καὶ θανάτους μὲ τὸν δοῦλο σου. Μήπως ὑπάρχει καμιὰ διαφορὰ τοῦ δούλου ἀπὸ τὸν κύριο; Μήπως δὲν ἀναπνέουν τὸν ἴδιο ἀέρα; Μήπως δὲν βλέπουν ἐξίσου τὸν ἥλιο; Μήπως δὲν συντηροῦν τὴ φύση μὲ τὴν ἴδια τροφή; Μήπως τὰ σπλάχνα τους δὲν ἔχουν τὴν ἴδια κατασκευή; Μήπως δὲν γίνονται μιὰ σκόνη μετὰ τὸν θάνατο; Μήπως δὲν θὰ κριθοῦν ἐξίσου; Μήπως δὲν θὰ γευθοῦν κοινὴ βασιλεία ἢ γέενα; Πές μου, πῶς νὰ θεωρηθεῖς κύριος κάποιου, μὲ τὸν ὁποῖο εἶσαι ἴσος σὲ ὅλα;


Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τὸν Ἐκκλησιαστὴν

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

φασισμός - ἀπὸ τὸν χῶρο στὸν Χῶρο


Εἶμαι αὐτὸς ποὺ ἀγαπάω
καὶ αὐτὸς ποὺ ἀγαπάω
εἶναι ἐγώ»
-          εἶπε ὁ Μανσοὺρ ἀλ Χαλάλ, καὶ τὸν σταυρώσανε…
περπατοῦσα στοὺς δέκα γαλαξίες
ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ σὲ Ἐμένα,
ὅταν μὲ φώναξες «ἐσύ, ἐγώ»
-          καὶ ξάπλωσα στὰ πόδια σου ἑπτὰ χιλιετίες…
Εἶμαι ὁ Γιαζὶ Ἀλ Μπισταμπί,
ὁ Μαβλανὰ Τζαλλαλουντὶν Ρουμί,
ὁ Ἰσαὰκ τῆς Νινεβῆ,
εἶμαι χιλιάδες
ἀπὸ τὸ Στάλινγκραντ καὶ τὴν Καισαριανή,
τὸ Κουτλουμούσι, τὴν Μακρόνησο,
τὴν Μονὴ τοῦ Σταυρονικήτα
καὶ τὸν τεκὲ τῶν Μπεκτασὶ δερβίσηδων
στὶς ὄχθες τοῦ Πηνειοῦ, στὸ Χασὰν Μπαμπᾶ…
(Ποιήματα ε´)  



Καὶ στὸν χριστιανικὸ κόσμο ὑπάρχουν φονταμενταλιστές, στὸν χριστιανικὸ κόσμο ὑπάρχουν καὶ φασίστες. Ὑπάρχουν αὐτοὶ ποὺ ἐπιβάλλανε τὴν ἀποικιοκρατία. Παντοῦ ὑπάρχουν ὑπερβολές. Παντοῦ ὑπάρχουν φανατικοί, ἀλλὰ κατὰ κανένα τρόπο τὸ Ἰσλὰμ δὲν εἶναι φανατικὸ ἀφοῦ βασίζεται κατὰ μεγάλο μέρος στὸν ἑλληνιστικὸ πολιτισμό. Στὸ Μεσαίωνα, περισσότερο προστάτευε τὸ Ἰσλὰμ τοὺς ἑβραίους καὶ τοὺς χριστιανοὺς παρὰ οἱ χριστιανοὶ ποὺ καίγανε στὴν πυρὰ κάθε ἄλλη ἄποψη, ἀκόμη καὶ χριστιανικὴ ἐκτὸς γραμμῆς. Δὲν μποροῦμε νὰ ταυτίζουμε μιὰ φανατικὴ ἐκφορὰ ἑνὸς χώρου μὲ τὸν Χῶρο…     


Κωστῆ Μοσκώφ, Ρήσεις, περ. Ὁδὸς Πανός, τ. 118, 2002

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

τὸ ὂν «πλούσιος»

Τὶ πιὸ ἀναίσχυντο, τὶ ἀναιδέστερο, τὶ περισσότερο ἐφάμιλλο μὲ τὴν ὄψη ἑνὸς σκύλου ἀπὸ τὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ ἀθλίου (τοῦ πλουσίου); Κι ἀκόμη, ἕνας σκύλος μπορεῖ νὰ νιώσει ντροπὴ περισσότερο ἀπὸ ἕναν φιλάργυρο, ποὺ ἁρπάζει τὴν περιουσία ὅλου τοῦ κόσμου. Αὐτὰ τὰ χέρια, ποὺ ὅλα τὰ ἀτιμάζουν, αὐτὸ τὸ στόμα, ποὺ δὲν χορταίνει ποτέ, ἀποτελοῦν ὅ,τι αἰσχρότερο μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε. Ἕνας κακὸς πλούσιος δὲν ἔχει πρόσωπο καὶ μάτια ἀνθρώπου. Αὐτὸ τὸ ὂν δὲν βλέπει τοὺς ἀνθρώπους ὡς ἀνθρώπους, τὸν οὐρανὸ ὡς οὐρανό. Δὲν ὑψώνει τὰ μάτια του στὸν Θεό, δὲν τὸν ἀναγνωρίζει ὑπέρτατο δεσπότη. Ὅλα τὰ πράγματα γι’ αὐτὸν δὲν εἶναι παρὰ μόνο χρυσάφι καὶ ἀσήμι. Ὅταν τὸ βλέμμα ἑνὸς ἀνθρώπου πέφτει σ’ ἕναν φτωχὸ τὴν ὥρα τῆς θλίψης του, ἡ καρδιὰ συγκινεῖται, δάκρυα ξεφεύγουν ἀπὸ τὰ μάτια, αἰσθάνεται πάνω του τὶς δυστυχίες ποὺ διακρίνει. Ὅταν ὅμως αὐτὸς ὁ πλούσιος κοιτάζει ἕναν φτωχό, γίνεται σκληρότερος. Ἡ ἀπανθρωπιά του μεγαλώνει.


Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τὴν Α´ πρὸς Κορινθίους, Λόγος Θ´

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

ἀγάπη ἡ ἐπιστήμων


[…] Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἡλικιωμένος καὶ ἀναντίρρητα εὐφυής. Μίλαγε κι αὐτὸς τὸ ἴδιο εἰλικρινά, ἂν κι ἀστειευόταν, κι ἀστειευόταν πικρά. Ἐγώ, ἔλεγε, ἀγαπάω τὴν ἀνθρωπότητα μὰ ἀπορῶ κι ὁ ἴδιος μὲ τὸν ἑαυτό μου: Ὅσο περισσότερο ἀγαπῶ τὴν ἀνθρωπότητα γενικά, τόσο λιγότερο ἀγαπάω τὸν κάθε ἄνθρωπο χωριστά. Στὶς ὀνειροπολήσεις μου, ἔλεγε, φτάνω συχνὰ νὰ λαχταράω μέχρι πάθους νὰ ἐξυπηρετήσω τὴν ἀνθρωπότητα καὶ ἴσως καὶ στ’ ἀλήθεια νὰ δεχόμουνα νὰ σταυρωθῶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἂν παρουσιαζόταν ξαφνικὰ μιὰ τέτοια ἀνάγκη. Κι ὅμως, παρ’ ὅλ’ αὐτά, δὲν μπορῶ οὔτε δυὸ μέρες νὰ ζήσω στὸ ἴδιο δωμάτιο μ’ ἄλλον ἄνθρωπο. Αὐτὸ τὸ ξέρω ἀπὸ πείρα. Μόλις βρεθεῖ κάποιος κοντά μου, νιώθω πὼς πλήγωνει τὴν ἀτομικότητά μου καὶ μοῦ περιορίζει τὴν ἐλευθερία μου. Μπορῶ μέσα σὲ ἕνα εἰκοσιτετράωρο νὰ μισήσω τὸν πιὸ καλὸν ἄνθρωπο. Ἄλλον γιατὶ τρώει ἀργά, ἄλλον γιατὶ ἔχει συνάχι καὶ σκουπίζει συνεχῶς τὴ μύτη του μὲ τὸ μαντήλι. Γίνομαι, ἔλεγε, ἐχθρὸς τῶν ἀνθρώπων μόλις οἱ σχέσεις μας γίνουν κάπως στενότερες. Μὰ γι’ αὐτό, ὅσο περισσότερο μισοῦσα ὁρισμένους ἀνθρώπους προσωπικά, τόσο πιὸ φλογερὰ ἀγαποῦσα τὴν ἀνθρωπότητα στὸ σύνολό της. […]
Μὰ ἡ ἐνεργὸς ἀγάπη εἶναι κάτι πολὺ πιὸ σκληρὸ καὶ φοβερὸ ἀπ’ τὴν ἀγάπη ποὺ περιορίζεται στὰ ὄνειρα. Ἡ ὀνειροπόλα ἀγάπη διψάει γιὰ σύντομα κατορθώματα, ζητάει μιὰ γρήγορη ἱκανοποίηση καὶ τὸν γενικὸ θαυμασμό. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις μερικοὶ φτάνουν πραγματικὰ στὸ σημεῖο νὰ θυσιάσουν καὶ τὴ ζωή τους ἀκόμα, ἀρκεῖ νὰ μὴν περιμένουν πολύ, μὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ γρήγορα τ’ ὄνειρό τους. Καὶ νά ’ναι σὰν μιὰ θεατρικὴ παράσταση ποὺ νὰ τὴ βλέπουν ὅλοι καὶ νὰ τὴ χειροκροτοῦν. Μὰ ἡ ἐνεργὸς ἀγάπη χρειάζεται δουλειὰ κι ἐπίμονη αὐτοκυριαρχία καὶ γιὰ μερικοὺς εἶναι ἴσως-ἴσως ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Μὰ σᾶς προλέγω πὼς ἀκόμα καὶ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ δεῖτε μὲ φρίκη πὼς παρ’ ὅλες σας τὶς προσπάθειες ὄχι μονάχα δὲν πλησιάσατε τὸ σκοπό σας μὰ ἀντίθετα ξεφύγατε ἀπ’ αὐτόν, ἐκείνην ἀκριβῶς τὴ στιγμή, σᾶς τὸ προλέγω, θά ’χετε φτάσει στὸ σκοπὸ καὶ θὰ νιώσετε καθαρὰ πάνω σας τὴ θαυματουργὸ δύναμη τοῦ Κυρίου ποὺ σᾶς ἀγαποῦσε ὅλον τὸν καιρὸ καὶ μυστικὰ σᾶς καθοδηγοῦσε. […]

Φ. Ντοστογιέφσκη, Ἀδελφοὶ Καραμάζοβ, μτφρ. Ἄρη Ἀλεξάνδρου, ἐκδ. Γκοβόστη, τ. Α´


Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

«Ἄγε νῦν οἱ πλούσιοι…!»

Ρέμπραντ (ἡ προφῆτις Ἄννα μελετάει τὶς Γραφὲς)

Ἀδερφοί μου, τὴν πίστη σας στὸν Κύριο τῆς δόξας, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, νὰ μὴν τὴν ἐκδηλώνετε μὲ μεροληπτικὲς πράξεις πρὸς τοὺς συνανθρώπους σας. Γιὰ παράδειγμα: Ἔρχεται στὴ σύναξή σας κάποιος μὲ χρυσὰ δαχτυλίδια καὶ πολυτελῆ ἐνδύματα. Κι ἔρχεται κι ἕνας φτωχὸς μὲ λερωμένα ρούχα. Ἂν δώσετε σημασία στὸν καλοντυμένο λέγοντάς του: «Κάθισε, παρακαλῶ, ἐδῶ στὴν καλὴ θέση», καὶ στὸ φτωχὸ πεῖτε: «Ἐσὺ στάσου ἐκεῖ ἢ κάθισε ἐδῶ κάτω, δίπλα στὸ σκαμνὶ ποὺ βάζω στὰ πόδια μου», δὲ μεροληπτεῖτε καὶ δὲ γίνεστε κριτές, κάνοντας πονηρὲς σκέψεις;
Ἀκοῦστε, ἀγαπητοί μου ἀδερφοί. Ὁ Θεὸς διάλεξε αὐτοὺς ποὺ γιὰ τὸν κόσμο εἶναι φτωχοί, νὰ γίνουν πλούσιοι στὴν πίστη καὶ νὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία του, αὐτὴν ποὺ ὑποσχέθηκε σ’ ὅσους τὸν ἀγαποῦν. Ἐσεῖς, ἀντίθετα, ἐξευτελίζετε τὸ φτωχό. Κι ὅμως οἱ πλούσιοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ σᾶς σέρνουν στὰ δικαστήρια. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ προσβάλλουν τὸ τιμητικὸ ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, ποὺ φέρετε. […] Πάντα νὰ μιλᾶτε καὶ νὰ ἐνεργεῖτε σὰν ἄνθρωποι ποὺ μέλλετε νὰ κριθεῖτε μὲ τὸ νόμο τῆς ἐλευθερίας. […] (2, 1-4 · 12)

Ἀκοῦστε με τώρα κι ἐσεῖς οἱ πλούσιοι. Κλάψτε μὲ γοερὲς κραυγὲς γιὰ τὰ βάσανά σας, ποὺ ὅπου νά ’ναι ἔρχονται. Ὁ πλοῦτος σας σάπισε, καὶ τὰ ρούχα σας τά ’φαγε ὁ σκόρος· τὸ χρυσάφι σας καὶ τὸ ἀσήμι κατασκούριασαν, καὶ ἡ σκουριά τους θὰ εἶναι μαρτυρικὴ κατάθεση ἐναντίον σας καὶ θὰ καταφάει τὶς σάρκες σας σὰν τὴ φωτιά. Κι ἐνῶ πλησιάζει ἡ κρίση, ἐσεῖς μαζεύετε θησαυρούς. Ἀκοῦτε! Κραυγάζει ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ θέρισαν τὰ χωράφια σας κι ἐσεῖς τοὺς τὸν στερήσατε·καὶ οἱ κραυγὲς τῶν θεριστῶν ἔφτασαν ὡς στ’ αὐτιὰ τοῦ παντοδύναμου Κυρίου. Ζήσατε πάνω στὴ γῆ μὲ ἀπολαύσεις καὶ σπατάλες. Παχύνατε σὰν τὰ ζῶα, ποὺ τὰ πάνε γιὰ σφάξιμο. Καταδικάσατε καὶ φονεύσατε τὸν ἀθῶο· δὲ σᾶς πρόβαλε ἀντίσταση καμιά. (5, 1-6)


Καινὴ Διαθήκη, ἐπιστολὴ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου


Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

καλὸς θεσμός... ὁ ἀνύπαρκτος

El Greco
Οἱ ἀνθρώπινοι καὶ κοσμικοὶ θεσμοὶ (ἢ οἱ πνευματικοὶ θεσμοὶ ποὺ διοργανώνονται μὲ κοσμικὸ τρόπο) ἔχουν ὡς σκοπὸ νὰ προωθήσουν τὰ σχέδια τῶν ὑπευθύνων τους. Νὰ αὐξήσουν τὴ δύναμι καὶ τὴν ἐπιρροή τους. Νὰ ἐπιβάλουν τὴ θέλησί τους καὶ νὰ ὑποδουλώσουν, ὅσο γίνεται, περισσότερους· ἴσως καὶ μὲ τὸν σκοπό τους νὰ τὸν σώσουν. Γιατὶ αὐτοὶ ποὺ σκέφτονται μηχανικὰ εἶναι ἱκανοὶ νὰ φανταστοῦν καὶ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μὲ καταργημένη τὴν ἐλευθερία, δηλαδὴ μὲ καταργημένο τὸν ἄνθρωπο.
[…] Κανεὶς θεσμὸς ἀνθρώπινος, οὔτε καὶ ἂν ὀνομάζεται ἐκκλησιαστικός, δὲν μπορεῖ νὰ χωρέση, νὰ ἀνεχθῆ καὶ νὰ ἱκανοποιήση τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ μέσα του, ἐπιποθεῖ τὸ «πορρωτέρω», τὴν ἐπέκτασι, τὸν Χριστό. Καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναπαυθῆ ὁ ἄνθρωπος μὲ καμιὰ ὑπόσχεσι ἢ ἐνδοκοσμικὴ προοπτική, γιατὶ διψᾶ τὸ ἀσύλληπτο καὶ ἀνθρωπίνως ἀνέφικτο. Λέει ὅλη του ἡ ὕπαρξι «ὄχι» στὸν κοσμικὸ ὀργανωμένο θεσμό, ποὺ θέλει δῆθεν νὰ τὸν χειραγωγήσῃ στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τῆς σωτηρίας.
Γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καλὸς πνευματικὸς θεσμός, ποὺ λειτουργεῖ μηχανικά, εἶναι μόνο ὁ ἑτοιμόρροπος, ὁ διαλυμένος καὶ ὁ ἀνύπαρκτος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος, ποὺ τὰ ξέρει ὅλα αὐτά, ἦλθε καὶ διέλυσε τὶς φυλακές. Κατέστρεψε τὴν ἀπάτη. Ἀνέτρεψε τὶς τράπεζες τῶν κολλυβιστῶν καὶ τὶς καθέδρες τῶν ἐμπόρων, ποὺ μετέτρεψαν τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ σὲ οἶκο ἐμπορίου. Μᾶς ἀπήλλαξε ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ Νόμου. Καὶ μὲ τὴν κάθοδό Του στὸν Ἅδη «μοχλοὶ συνετρίβησαν, ἐθλάσθησαν πύλαι, μνήματα ἠνοίχθησαν, νεκροὶ ἀνίσταντο». […]
Καὶ ἐὰν οἱ ἀνθρώπινοι θεσμοὶ φοβοῦνται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, καὶ γι’ αὐτὸ τὴν κουτσουρεύουν ἢ τὴν καταργοῦν, ὁ θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας γεννᾶ τοὺς ἐλευθέρους ἐν Πνεύματι ἀνθρώπους.


Ἀρχιμ. Βασιλείου Καθηγ. Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων, Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι, Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων 2002

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

πεθαίνοντας ἀντικειμενικὰ

Κώστας Λουδοβίκος, Ἡ διαλεκτικὴ τρυφερότητα τοῦ πραγματικοῦ
[…] μέσῳ τοῦ ἀφηρημένου καὶ ἀβαροῦς «ἀντικειμενικοῦ» στοχασμοῦ, ἡ αὐτονομημένη ἐσωτερικότητα (Ἐγώ) ταυτίζει αὐθαίρετα τὸν ἑαυτό της μὲ τὴν ὁλότητα τῶν πραγμάτων. […]
Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ διαπιστώσουμε πὼς ἡ γνωσιολογικὴ ἔννοια τῆς ἀντικειμενικότητας συνδέεται δομικὰ μὲ μιὰ κλειστὴ ἀνθρωπολογία καὶ νὰ σταθμίσουμε τὶς συνέπειες μιᾶς τέτοιας διαπίστωσης. Ἡ ἀντικειμενικὴ σκέψη ἀκινητοποιεῖ τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς, τὰ περικλείει καὶ τὰ συνοψίζει σὲ ἕνα σταθερὸ καὶ πυκνὸ σημεῖο –μιὰν οὐσία. Ἔτσι, τὰ ὁρᾶται ὄχι ὡς συμμέτοχος, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ σκοπιὰ ἐκείνου ποὺ τὰ ἀνάγει σὲ μιὰ νομοτέλεια ἡ ὁποία στέκεται πάνω ἀπ’ αὐτὰ καὶ τὰ καθορίζει. Ἡ ἴδια ἡ νομοτέλεια δὲν εἶναι γεγονός, δὲν εἶναι ζωή, εἶναι φύση ἢ οὐσία· εἶναι ἐν ἑαυτῷ, ἄρα ἐκτὸς κίνησης καὶ ζωῆς. Ἡ ἀντικειμενικὴ σκέψη ἐξέρχεται τῆς ζωῆς καὶ τοῦ κόσμου μὲ τὴν πρόφαση ὅτι δι’ αὐτῆς τῆς χειρονομίας κατανοεῖ πληρέστερα τὴν ἀλήθεια τους – δὲν παύει ὅμως νὰ εἶναι μιὰ ἀλήθεια ποὺ τὰ μηδενίζει καὶ ἑπομένως νὰ αὐτομηδενίζεται. […]
Μόνο ὁ κλειστὸς ἄνθρωπος γνωρίζει μὲ τὸν τρόπο τῆς ἀντικειμενικότητας, κι ὅ,τι μπορεῖ νὰ γνωρίσει εἶναι, βέβαια, μόνο τὸ μηδέν του. Ἐφόσον ἡ κλειστότητα δὲν μπορεῖ νὰ ἀληθεύσει ὀντολογικά, τὸ νοησιαρχικὸ ἄτομο δὲν ζεῖ κι εἶναι ἔμπλεο θανάτου. Ἡ «ἀντικειμενικὴ πραγματικότητα» δὲν μπορεῖ τελικὰ νὰ εἶναι, παρὰ ἡ μὴ-πραγματικότητα, τὸ ὀντολογικὸ χάος τοῦ θανάτου.
  

Ἠλία Παπαγιανόπουλου, Ἔξοδος θανάτου, δοκίμιο ὀντολογίας μὲ πλοηγὸ τὸν Μόμπυ-Ντὶκ τοῦ Χ. Μέλβιλ, ἐκδ. Ἴνδικτος, Ἀθήνα 2000

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

ὕπαρξη καὶ ἐπανάσταση

Βίνσεντ Βὰν Γκόγκ
[…] Ὅταν περάσαμε κοντὰ στὶς ἀκτὲς τῆς Πελοποννήσου κι εἶδα ὕστερα ἀπὸ τόσα χρόνια ἕνα ἐρημικὸ ἐκκλησάκι, μὲ ἔπιασε μιὰ ἀπερίγραπτη συγκίνηση. Σκέφτηκα ὅτι κάποιες σταγόνες ἀπὸ αἷμα ἑλληνικὸ ἔρεε ἀκόμα στὶς κοσμοπολίτικες φλέβες μου. […] ἡ ζωὴ εἶναι μιὰ διαρκὴς ἀναζήτηση, ποὺ ἴσως οἱ ρίζες της φωλιάζουν στὸ βαθύτερο «ὑπαρξιακό» μας μυστήριο. Κι ἐγὼ ἄρχισα τὴ συνειδητὴ ζωή μου ψάχνοντας γιὰ κάτι «ἄλλο», ἀπροσδιόριστο ὡστόσο. […]
Ἡ τάση πρὸς τὴν κατανόηση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, τοῦ μεγαλείου ἀλλὰ καὶ τῆς τραγωδίας της, εἶναι πανάρχαιη· αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι ὅσοι κατέκτησαν τὴ δική τους ὁλόπλευρη ἠθικὴ καὶ διανοητικὴ ἀνάπτυξη νὰ ἔχουν τὴν ἱκανότητα νὰ ἀνοίγονται στοὺς ἄλλους, νὰ «δίδουν» ἀντὶ νὰ «παίρνουν» μόνο.
Ἡ «χριστιανικὴ» ἔφεση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πολὺ πιὸ παλιὰ καὶ ἀπὸ τοὺς βουδιστές· τὴν βρίσκουμε, ὅσο γνωρίζουμε τὴν παγκόσμια κουλτούρα, χιλιετηρίδες πρίν, σὲ ὅλους τοὺς λαοὺς καὶ σὲ ὅλες τὶς ἠπείρους. Ἔμεινα καταγοητευμένος ὅταν μιὰ φίλη, γυρίζοντας πρόσφατα ἀπὸ τὴ Νέα ‘Υόρκη ὅπου ἐπισκέφθηκε γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ τὸ φανταστικὸ τώρα Μητροπολιτικὸ Μουσεῖο, στάθηκε ἐκστατικὴ μπροστὰ σὲ μιὰ πανάρχαιη αἰγυπτιακὴ στήλη μὲ τὴν ἀκόλουθη ἐπιγραφή: «Ἔδωσα ψωμὶ στοὺς πεινασμένους καὶ ροῦχα στοὺς γυμνούς, πέρασα μὲ τὸ καραβάκι μου ὅσους δὲν εἶχαν δικό τους μέσο νὰ διασχίσουν τὸ ποτάμι». «Λόγια Εὐαγγελίου» στὴν ἔνατη δυναστεία, 2160-2130 πρὶν ἀπὸ τὸν θεὸ τῶν Χριστιανῶν! Σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, στοχαστικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ μελέτησαν ἀπὸ κοντὰ τὰ ὑπαρξιακά, βιολογικὰ ἀλλὰ καὶ κοινωνικὰ δεδομένα τῆς ζωῆς τῶν ὁμοίων τους, ἔφτασαν πάνω-κάτω στὰ ἴδια συμπεράσματα, στὴν ἴδια κατανόηση. Μόνο ποὺ ὁ ἐπαναστάτης ἄνθρωπος δὲν ἀρκεῖται νὰ παρατηρεῖ καὶ νὰ σκέπτεται· θέλει ταυτόχρονα νὰ δρᾶ καὶ νὰ παλεύει γιὰ ἕνα καλύτερο αὔριο.    

Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), Ἡ πολιτική μου αὐτοβιογραφία, Ἴκαρος, 2Ἀθήνα 1996    

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

θρησκευτικὰ καὶ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ ἐνοχικὰ σύνδρομα


«ἄχ, παππούλη μου. Ἔχω κι αὐτὰ τὰ χαζοκούταβα, ποὺ μὲ στραβοβλέπουν καὶ σχολιάζουν ἄσχημα τὴν εὐλάβειά μου»
ὁ Ἄρης Βελουχιώτης πρὸς τὸν παπα-Ἀνυπόμονο


Χρύσα Ρωμανοῦ, χωρὶς τίτλο
Παρακάτω σταχυολογοῦνται κάποια ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ διδακτικὰ ἐγχειρίδια τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Πρόθεση τῆς παράθεσής τους δὲν εἶναι ἡ μειονεκτικὴ ἀπολογητικὴ ἀλλὰ μόνο ἡ πληροφόρηση. Κι αὐτὸ γιατὶ ἡ φαιδρὰ μπανανία τῶν ἰδεοληψιῶν μᾶς ἔχει ἐθίσει στὴν ἔπαρση τοῦ ἀρχοντοχωριατισμοῦ. Ἡ ξιπασμένη θεσιθηρία σὲ κάθε τομέα -καὶ δὴ τῆς παιδείας- δὲν διαθέτει βεβαίως ὡς κίνητρα τὸ ὅραμα, τὴ σοβαρότητα καὶ τὴ συνέπεια ἄλλως τὴν πολιτικὴ βούληση γιὰ ἀπελευθερωτικὲς τομές. Στὴν πρασινομπλὲ μὲ ρὸζ βούλες ἐκδοχή της κίνητρο εἶναι τὰ ἐνοχικὰ σύνδρομα μιᾶς ξεπουπουλιασμένης ἐπαναστατικότητας.
Γιὰ τὴν ἀποφυγὴ παρεξηγήσεων ὅμως νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ κουτσαβακισμὸς τῆς «προόδου» φτύνει τόσο τὴ δοκιμασμένη ἐμπειρία τοῦ λαϊκοῦ σώματος, ὅσο καὶ ἡ ρηχότητα τοῦ ἐθνολαϊκισμοῦ, ποὺ μαγαρίζει μὲ τὸν ἠθικισμό του κάθε ἔννοια ταυτότητας καὶ παράδοσης. Ἐπίσης εἶναι ἀνάγκη νὰ τονισθεῖ ὅτι ὄντως τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπικαιροποιηθεῖ μὲ βάση τὶς σύγχρονες συνθῆκες, ἀνάγκες καὶ ἀναζητήσεις τῶν μαθητῶν. Ἰδίως τὸ περιεχόμενό του στὶς τάξεις τοῦ Λυκείου -καὶ ἀκόμη εἰδικότερα αὐτὸ τῆς Α´ Λυκείου- εἶναι καταφανὲς ὅτι ἀπέχει ἀπὸ τὸν προσανατολισμὸ ποὺ πρέπει νὰ διαθέτει ἕνα σύγχρονο μάθημα.  Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ ὅμως μέχρι τὴ χρησιμοποίηση τῶν Θρησκευτικῶν γιὰ τὴν ἄγρευση διαπιστευτηρίων ἀριστεροφροσύνης μεσολαβεῖ ἡ ἄβυσσος τῆς ἰδιοτελοῦς προχειρότητας καὶ ἡ ἀσυνείδητη, στὴν καλύτερη περίπτωση, θωπεία τοῦ πιὸ φρικώδους συντηρητισμοῦ. Αὐτὸς εἶναι ποὺ τρέφεται ἀπὸ τοὺς κορδακισμοὺς τῆς ἀριστεροδέξιας Σουσοῦς καὶ μόνο…



«Δὲν πρέπει νὰ καταπιέζετε ξένο, οὔτε νὰ τὸν ἐκμεταλλεύεστε, γιατὶ κι ἐσεῖς ἤσασταν κάποτε ξένοι στὴν Αἴγυπτο. Ὅταν δανείζεις χρήματα σὲ ἕνα φτωχὸ συμπολίτη σου, μὴν τοῦ φέρεσαι ὅπως οἱ ἄλλοι δανειστές. Μὴν τοῦ ζητᾶς τόκο. Μὴν ἐκμεταλλεύεσαι ποτὲ τὸ μισθωτό, τὸ δυστυχισμένο καὶ τὸ φτωχὸ συμπατριώτη σου ἢ τὸν ξένο ποὺ ζεῖ σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς πόλεις τῆς χώρας σου. Νὰ τοῦ δίνεις κάθε μέρα τὸ ἡμερομίσθιό του πρὶν ἀπ’ τὴ δύση τοῦ ἥλιου. Γιατὶ εἶναι φτωχὸς καὶ τὸ ἔχει ἀνάγκη». (Θρησκευτικὰ Α´ Γυμνασίου)  

«Ὁ Ἰωάννης, ἀποκαλώντας τὸν Ἱησοῦ “ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ”, δηλ. ἀρνὶ προορισμένο γιὰ θυσία, δείχνει ὅτι δὲν συμμερίζεται τὶς ἐθνικιστικὲς ἀπόψεις τῶν πολλῶν γιὰ τὸν Μεσσία· (ὅτι δηλ. θὰ ἦταν μιὰ ἔνδοξη καὶ ἀνίκητη μορφή, θὰ κατανικοῦσε τοὺς Ρωμαίους, θὰ ἀπελευθέρωνε τὸν λαό κ.λ.π.)».
(Θρησκευτικὰ Β´ Γυμνασίου)
   
«Αὐτὸ κάνουν οἱ πλούσιοι. Μαζεύουν τὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶναι κοινὰ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ θεωροῦν ἀποκλειστικὰ δικά τους. Τελειότατη κοινωνία ὀνομάζω αὐτήν, ὅπου ἔχει καταργηθεῖ ἡ ἰδιοκτησία, ἔχουν ἐκλείψει οἱ προσωπικὲς διαφορὲς καὶ ἔχουν ἐξαφανιστεῖ οἱ ἔιδες καὶ οἱ φιλονικίες. Εἶναι ἡ κοινωνία, ὅπου ὅλα εἶναι κοινά […]».
 (Θρησκευτικὰ Γ´ Γυμνασίου)   

«[…] (Κύριε) προστέτεψε τὶς χῆρες· ὑπεράσπισε τὰ ὀρφανά· λευτέρωσε τοὺς αἰχμαλώτους καὶ θεράπευσε τοὺς ἀρρώστους. Θυμήσου ἐσὺ ὁ σπλαχνικὸς Θεὸς αὐτοὺς ποὺ σύρονται στὰ δικαστήρια, τοὺς καταδικασμένους νὰ δουλεύουν σὲ μεταλλεῖα, αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ ἐξορίες καὶ πικρὲς δουλεῖες […]».
 «[…] Ποιὰ ἕνωση ὑπάρχει, ὅταν ἡ γυναίκα τρέμει τὸν ἄνδρα; Ποιὰ ἡδονὴ θ’ ἀπολαύσει ὁ ἴδιος ὁ ἄνδρας, ὅταν ζεῖ μὲ τὴ γυναίκα του καὶ τῆς συμπεριφέρεται σὰν νὰ ἦταν δούλα;»
(Θρησκευτικὰ Α´ Λυκείου)

«[…] δὲ σημαίνει ὅτι λύθηκε ὁριστικὰ τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα, τοῦ ὁποίου πυρῆνας εἶναι ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἐκμετάλλευση. Συλλογικὰ ὄργανα, συνδικαλιστικοὶ φορεῖς καὶ διεθνεῖς ὀργανισμοὶ ἐργάζονται καὶ συνεργάζονται μὲ σκοπὸ τὴ σμίκρυνση τῆς ἀπόστασης ἀνάμεσα σὲ πλούσιους καὶ φτωχούς, δυνατοὺς καὶ ἀδυνάτους. Ἡ ἐκμετάλλευση ἀνθρώπου ἀπὸ ἄνθρωπο ἔχει μὲν κάπως περιοριστεῖ, ἀλλὰ ἡ ἀπάλειψή της εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ αἰτήματα καὶ τοὺς στόχους τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν καὶ τῶν κοινωνικοπολιτικῶν συστημάτων. […] Οἱ  μορφὲς τῆς σύγχρονης ἀδικίας συναρτῶνται μὲ τὴν οἰκονομικὴ διαστρωμάτωση τῶν κοινωνιῶν. Ἐπίσης, σχετίζονται μὲ τὴν ἡλικία, τὸ φύλο, τὴ φυλή, τὸ θρήσκευμα καὶ ἄλλες διακρίσεις.  […] Ὁ θρησκευτικὸς φανατισμὸς ἔχει πολλὲς μορφές: ἐμφανίζεται μὲ τὴ μορφὴ τῆς θρησκοληψίας (σχολαστικῆς τήρησης θρησκευτικῶν ἐντολῶν μὲ δεισιδαιμονικὰ καὶ ψυχοπαθολογικὰ χαρακτηριστικά), τοῦ πουριτανισμοῦ (ἄκριτης αὐστηρότητας στὴν ἠθικὴ καθαρότητα), ἢ τοῦ προσηλυτισμοῦ (στρατολόγησης ὁπαδῶν μὲ δόλια μέσα).
(Θρησκευτικὰ Β´ Λυκείου)

«Εἶναι ἐντυπωσιακὸ ὅτι πολλοὶ Πατέρες ἐπισημαίνουν ἕνα μεγάλο κίνδυνο σχετικὰ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη. Φοβοῦνται μήπως γίνει ἄλλοθι τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. “Ποιὸ τὸ ὄφελος”, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης (4ο αἰώνα), “ἂν δημιουργεῖς πολλοὺς φτωχοὺς μὲ τὴν ἐκμετάλλευση καὶ κατόπιν ἀνακουφίζεις ἕναν μὲ τὴν ἐλεημοσύνη; Ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ πλῆθος τῶν ἐκμεταλλευτῶν, δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε τὸ πλῆθος τῶν ἐξαθλιωμένων”. […] Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (14ος αἰ.) αἰῶνες πρὶν ἀπὸ τὶς διαπιστώσεις τῆς σύγχρονης βιολογίας καὶ ψυχολογίας, σημείωνε ὅτι ἡ σεξουαλικότητα εἶναι φυσικὴ καὶ μάλιστα ἐκδηλώνεται ἤδη ἀπὸ τὴ βρεφικὴ ἡλικία τοῦ ἀνθρώπου. […] Ὁ Φαρισαῖος δὲ βαρύνεται μὲ ἁμαρτήματα καὶ ἀνηθικότητες. Παρόλα αὐτὰ ἀποδοκιμάζεται ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐπειδὴ τυλίχτηκε στὸ στὸ ἀτομικιστικὸ σάβανο τῆς “ἠθικότητας” καὶ τῆς “εὐσέβειάς” του καὶ ἀπορρίπτει τοὺς ἄλλους. […] Στὴν καθημερινὴ ζωὴ ὁ Χριστιανὸς καλεῖται νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἐλευθερία ὡς βασικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου σὲ κάθε ἐπίπεδο: προσωπικό, κοινωνικό, πολιτικό. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸν φέρει ἀναπόφευκτα σὲ σύγκρουση μὲ τυραννικὰ καθεστώτα.»
(Θρησκευτικὰ Γ´ Λυκείου)



   



                                                  

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

ὁ κομμουνισμὸς τῆς ἀγάπης


[…] Ὅπως πρέπει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὁ πνευματικὸς διάκονος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ παπάς, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ πρεσβύτερος, νὰ τεμαχίζει τὸν εὐχαριστιακὸ ἄρτο ἐπάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα, μὲ τὸ ἴδιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα του καὶ ὁ κοινωνικὸς διάκονος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ πολιτικὸς ὁ ὀρθόδοξος, πρέπει νὰ μάθει νὰ τεμαχίζει τὸν ἄρτο, δηλαδὴ θὰ λέγαμε, τὸ εἰσόδημα τῆς χώρας πάνω στὴ μεγάλη «τράπεζα» τῆς κοινωνίας. Αὐτὴ ἡ ζωὴ ἦταν ἡ παράδοση, καὶ εἶναι ἡ παράδοση, τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τὴ ζήσαμε στὸ Βυζάντιο –τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν καὶ δεκτῶν γινομένων ὅλων τῶν παρεκκλίσεων καὶ ἁμαρτημάτων. Στὰ μοναστικὰ κοινόβια συνεχίζεται παρὰ τὶς ἀτέλειες ἡ ἀλληλοδιακονία, ἡ ἀκτημοσύνη καὶ ἡ κοινοκτημοσύνη, ὁ κομμουνισμὸς τῆς ἀγάπης, ὅπου ὁ καθένας ἐργάζεται κατὰ τὶς δυνάμεις του καὶ ἀπολαμβάνει κατὰ τὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι χάνεται κάθε ὑποψία ἐκμετάλλευσης καὶ ὑπεραξίας, ἀφοῦ ὁ στόχος δὲν εἶναι τὸ κέρδος, ἀλλ’ ἡ ἀδελφικὴ διακονία. Καὶ ἐδῶ αἴρεται καὶ ἡ διάκριση, πιστεύω, διανοητικῆς καὶ σωματικῆς ἐργασίας, ποὺ στὸ χῶρο τοῦ μοναστικοῦ κοινοβίου συνυπάρχουν.
Ἡ πορεία καὶ στὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἐλευθερία, ἀπελευθέρωση, ἀπὸ τὴν ἀνάγκη, ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα. Αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ στὸν Μαρξισμό. Ὁ Μὰρξ ὅμως πιστεύω ὅτι ρίχνει τὸ βάρος στὸ ἐξωτερικό, στὶς κοινωνικὲς συνθῆκες. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως ἀρχίζει ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πρῶτα μέσα στὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο. […]


π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Εἰσαγωγικὴ πρόσβαση στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, στὸ Ὀρθοδοξία καὶ Μαρξισμός, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 21984

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

ἀκραγγίζοντας τὴ ζωὴ

Ἀντρέι Ταρκόφσκι, Ἀντρέι Ρουμπλιὼφ
Ὅταν φτάσεις κάπου στὴν πίστη σου ἢ στὴ σκέψη σου -ἀλλὰ φτάσεις- ὁ μεγάλος κίνδυνος εἶναι πάντα νὰ πάψεις νὰ εἶσαι ἀνοιχτὸς σὲ ὅλα τὰ ἄλλα καὶ νὰ βρίσκεις σὲ ὅλα τὰ ἄλλα ἐκεῖνο ποὺ ἐσὺ θέλεις νὰ βρεῖς καὶ ὄχι ἐκεῖνο ποὺ ὁ καθένας ἢ ὁ ἄλλος παρουσιάζει στὰ βιβλία του, στὰ γραφτά του, σὲ αὐτὸ ποὺ κάνει. Αὐτόματα τότε, ὅταν τὸ πάθεις αὐτό, -οἱ περισσότεροι τὸ παθαίνουν- σταματάει καὶ τὸ προχώρημα, τὸ πλάτεμα, τὸ μεγάλωμά σου, τὸ τελείωμα στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησες (στὸ δρόμο ποὺ ἔφτασες κάπου, εἴτε πίστη εἶναι εἴτε σκέψη) καὶ ἀπομένεις τότε ἀκίνητος, κλεισμένος, δίχως τὴ ζωοπάροχη ἐπαφὴ μὲ τὴ ζωή, τὴ ζωὴ ποὺ καθημερινὰ γύρω σου ζητάει νὰ σὲ βοηθήσει σὲ ὁποιοδήποτε δρόμο ἀκολούθησες, νὰ σὲ πλουτίσει, νὰ σοῦ σταθεῖ, νὰ σὲ φροντίσει, νὰ σὲ κρατήσει ἀνοιχτὸ σὲ ὅσα ἐκείνη φέρνει, ἂν τὴν προσέχεις καὶ γόνιμα τὴν ἀκοῦς ἢ τὴν ἔχεις ἀνώτερη ἀπὸ ἐσένα καὶ πάντα μπροστὰ σου, ποτὲ πίσω. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται ὁ μεγάλος κίνδυνος νὰ μὴν προχωρήσεις πιὰ στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησες (πέρα ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἔχεις φτάσει), ἀλλὰ νὰ ἀπομείνεις στάσιμος μέσα ἐκεῖ, ἀκίνητος καὶ νὰ μαρμαρώσεις. Ἕνα βάρος νεκρὸ καὶ γιὰ τὴν πίστη σου καὶ γιὰ τὴ σκέψη σου. Ἀπολίθωμα. Καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι τὸ παθαίνουν αὐτό, ἀπομένουν λίγοι πάντα ὅσοι προχωροῦν ὁλοένα ζωντανὰ στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησαν, εἴτε πίστη εἶναι εἴτε σκέψη, καὶ ἐλάχιστοι ὅσοι κάποτε ἀκραγγίζουν τὸ στόχο ἢ μιὰ μέρα φτάνουν στὸ τέρμα τοῦ δρόμου.

Ζήσιμος Λορεντζάτος, Collectanea 879, ἐκδόσεις Δόμος, 2Ἀθήνα 2009

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

ἡ ἀπελευθερωτικὴ σάρκωση τῆς ἀγάπης

ἔργο τοῦ Νίκου Κεσσανλῆ

[…] ἡ πίστη δὲν εἶναι ποτὲ θεωρητική, ἀλλὰ παράγει καὶ ἀντίστοιχους καρπούς, που συγκεφαλαιώνονται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον. Ὁ ἄνθρωπος στὴν οὐσία καλεῖται μέσῳ τῆς πίστης του νὰ γίνει συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στὴν πραγμάτωση τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ὁράματος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τὸ ὅραμα ὅμως αὐτὸ δὲν ἔχει μόνο προσωπικὴ ἀναφορά, ἀλλὰ καὶ κοινωνική. Σημαίνει δηλαδὴ ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸν προσωπικὸ ἀγώνα γιὰ πίστη καὶ μετάνοια, ἀπαιτεῖ καὶ ἀγώνα γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν παλαιῶν ἀντίθεων δομῶν τῆς κοινωνίας. Ὁ νέος κόσμος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ δὲ μπορεῖ νὰ συμβιβαστεῖ μὲ τὴν ἄδικη, καταπιεστικὴ καὶ ἀπάνθρωπη μορφὴ τῆς κοινωνίας:
Ἐνῶ συνεπῶς, κέντρο τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶναι κάποιο αἴτημα γιὰ μιὰ καλύτερη κοινωνία καὶ ἔτσι δὲν προβάλλεται κάποιο σύστημα κοινωνικῆς διδασκαλίας, τὸ ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἔχει σαφέστατες κοινωνικὲς ἐπιπτώσεις.
[…] ἡ ἀγάπη ποὺ διδάσκει ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μιὰ ἀδρανὴς συμπάθεια πρὸς τὸν ἄνθρωπο, οὔτε μιὰ θεωρητική, μυστικιστικὴ διδασκαλία. Δὲν εἶναι μιὰ ἀπρόσωπη ἀγάπη πρὸς ὅλους, ἀλλὰ μιὰ προσωπική, ἐνεργητικὴ διακονία πρὸς τὸν καθένα, ἰδιαίτερα πρὸς τὸν ἀναγκεμένο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἀπαιτεῖ πράξη ὄχι μόνο σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ καὶ σὲ κοινωνικό. Δὲν εἶναι ἁπλὰ ἐλεημοσύνη γιὰ τὴν προσωρινὴ ἀνακούφιση λίγων ἀνθρώπων, ἀλλὰ διαρκὴς ἀγώνας γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἄδικων καὶ καταπιεστικῶν δομῶν τῆς κοινωνίας, ποὺ δημιουργοῦν ἀναγκεμένους ἀνθρώπους.
[…] γιὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο αὐτὸ τὸ πρόγραμμα τῆς λογείας (σημ. οἰκονομικὴ στήριξη) δὲν εἶχε ὡς στόχο τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν ἁπλὴ ἀνακούφιση τῆς φτώχειας τῶν χριστιανῶν στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ τὴν ἰσοκατανομὴ τῶν ἀγαθῶν κατὰ τὸ πρότυπο τῆς συντήρησης τῶν Ἰσραηλιτῶν μὲ τὸ μάννα στὴν ἔρημο καὶ κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς ἴδιας τῆς πρωτοχριστιανικῆς κοινότητας τῶν Ἱεροσολύμων.



Δημητρίου Πασσάκου, Τὸ κοινωνικο-οικονομικὸ πλαίσιο καὶ ἡ κοινωνικὴ διδασκαλία τῶν πρωτοχριστιανικῶν κοινοτήτων, στὸ Βιβλικὴ θεολογία τῆς ἀπελευθέρωσης, πατερικὴ θεολογία καὶ ἀμφισημίες τῆς νεωτερικότητας, Ἱερὰ Μητρόπολις Δημητριάδος, ἐκδ. Ἴνδικτος

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

μέσα ἀπὸ τὸν σπασμένο καθρέφτη


Ὁ Ἴνγκμαρ Μπέργκμαν διερευνᾶ τὸν βυθὸ καὶ τὴν προοπτικὴ τῆς σχέσης στὴ βάση τοῦ στίχου τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» (Α´ Κορ. 13, 12).
Οἱ τέσσερις πρωταγωνιστὲς φέρουν τὸν σπασμένο καθρέφτη τῆς ὑπαρκτικῆς μοναξιᾶς τους. Ἡ λαβωμένη ζωή τους ἀπὸ τὴν ἐκκωφαντικὴ «σιωπὴ» τοῦ Θεοῦ στοιχειώνει στὴ σχιζοφρένεια τῆς κόρης, στὴν ἀτελέσφορη ἀγάπη τοῦ συζύγου της, στὴν ἀμηχανία τοῦ ἀδελφοῦ καὶ κυρίως στὸ ψυχρὸ κενὸ ποὺ δημιούργησε ἡ ἀποστασιοποίηση τοῦ πατέρα.
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ συγκεκριμένο χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου κλείνει τὸν ὕμνο τῆς ἀγάπης στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὴν Ἐκκλησία τῶν Κορινθίων. Ὁ πατέρας σπάζει τὸν φλοιὸ τῆς ἐγωτικῆς του ἀναχώρησης μιλώντας ἐπιτέλους στὸ γιό του. Καταθέτει τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ Θεὸς μόνο στὴν ἀγάπη μπορεῖ νὰ ἀνιχνευθεῖ. Μὲ ἄλλα λόγια ἡ γλῶσσα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σχέση, ποὺ ὁ ἴδιος τόσο ἐπίμονα ἀρνήθηκε στὰ παιδιά του. Ἡ ἀπουσία τῆς σχέσης ἔσπασε τὸν καθρέφτη, τὴ δυνατότητα νὰ ἀναγνωρίζω στὸν ἄλλο τὸν ἑαυτό μου. Ἡ «σιωπὴ» τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι παρὰ ὁ ἀντίλαλος τοῦ μονωμένου κενοῦ μας.


Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

τόκος - τοῦ κακοῦ πολύγονος

Χρόνης Μπότσογλου, Ἄντρας σὲ κόκκινο προφίλ

[…] Πράγματι εἶναι ὑπερβολικὴ ἀπανθρωπιὰ ὁ μὲν ἕνας νὰ στερεῖται τὰ ἀναγκαῖα καὶ νὰ ζητᾶ δάνειο γιὰ νὰ παρηγορηθεῖ στὴ ζωή του, ὁ δὲ ἄλλος νὰ μὴν ἀρκεῖται στὰ χρήματά του ἀλλὰ νὰ ἐπινοεῖ ἀπὸ τὶς συμφορὲς τοῦ φτωχοῦ κέρδη καὶ νὰ μαζεύει ἄφθονο πλοῦτο. […] (λέγει ὁ τοκιστής:) «Ὑπάρχει κάποια παρακαταθήκη ἑνὸς φίλου μου, ποὺ μοῦ τὴν παρέδωσε γιὰ νὰ τὴν τοκίσω. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ὅμως ὅρισε βαρεῖς τόκους. Ἐγὼ ὅμως θὰ τοὺς ἐλαττώσω καὶ θὰ σοῦ δανείσω μὲ μικρότερο τόκο». Μὲ τέτοιο τρόπο προσποιεῖται καὶ μὲ τέτοια λόγια κολακεύει καὶ δελεάζει τὸν ἐξαθλιωμένο δεσμεύοντάς τον μὲ γραμμάτια καὶ μαζὶ μὲ τὸν πόνο τῆς φτώχειας ἀφοῦ τοῦ ἀφαιρέσει τὴν ἐλευθερία, φεύγει. Γιατὶ αὐτὸς ποὺ κατέστησε τὸν ἑαυτό του ὑπεύθυνο γιὰ τόκους ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ξεπληρώσει, καταδέχτηκε ἠθελημένη δουλεία διὰ βίου. Πές μου, χρήματα καὶ πόρους ζητᾶς ἀπὸ τὸν ἄπορο; Καὶ ἂν μποροῦσε νὰ σὲ κάνει πλουσιότερο, τὶ ζητοῦσε ἐξω ἀπὸ τὴν πόρτα σου; Ζητώντας ἀντίδοτο, δηλητήριο πέτυχε. Σὰν κάποιος γιατρὸς ἐπισκεπτόμενος ἀσθενεῖς, ἀντὶ νὰ τοὺς ξαναδώσει τὴν ὑγεία, αὐτὸς τοὺς ἀφαιρεῖ καὶ τὴν παραμικρὴ ἰκμάδα τῆς δύναμής τους. Ἔτσι κι ἐσὺ μεταβάλλεις τὶς συμφορὲς τῶν ἐξαθλιωμένων σὲ ἀφορμὴ πλουτισμοῦ. Καὶ ὅπως οἱ γεωργοὶ παρακαλοῦν γιὰ βροχές, ὥστε νὰ πολλαπλασιασθοῦν οἱ καρποί τους, ἔτσι κι ἐσὺ ἀναζητᾶς τὴν ἔνδεια καὶ τὴ φτώχεια τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ γίνουν ἀποδοτικὰ τὰ χρήματά σου. Ἀγνοεῖς πόση ἁμαρτία σωρεύεις ἐπινοώντας τὴν αὔξηση τοῦ πλούτου ἀπὸ τὸν τόκο; […]
Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς πλεονεξίας ὀνομάστηκε «τόκος». Νομίζω ὅτι πῆρε τὸ ὄνομα «τόκος» γιὰ τὴ μεγάλη γονιμότητα τοῦ κακοῦ. Ἀπὸ ποῦ ἀλλοῦ; Ἢ μήπως λέγεται «τόκος» γιὰ τὶς ὁδύνες καὶ τὶς λύπες, ποὺ προκαλεῖ στὶς ψυχὲς τῶν δανειζομένων. Διότι ὅπως παρουσιάζεται ὁ πόνος σ’ ἐκείνην ποὺ πρόκειται νὰ γεννήσει, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο παρουσιάζεται ἡ προθεσμία τοῦ χρέους στὸν ὀφειλέτη. Τόκος πάνω στὸν τόκο εἶναι πονηρὸ γέννημα πονηρῶν γονέων. Αὐτὰ νὰ λὲς γεννήματα ἐχιδνῶν, τὰ γεννήματα τῶν τόκων. Λένε ὅτι οἱ ἔχιδνες γεννιοῦνται ἀφοῦ κατασπαράξουν τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας τους. Καὶ οἱ τόκοι παύουν νὰ γεννοῦν, ἀφοῦ κατασπαράξουν τὶς οἰκεῖες τῶν ὀφειλετῶν. […]


Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς τὸν ΙΔ´ ψαλμὸν 

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

ὁ Χριστὸς ὁ Μπολσεβίκος

- Μπολσεβίκοι! Παίρνετε ἀρμήνειες ἀπὸ τὸ Μόσκοβο νὰ γκρεμίσετε τὴ θρησκεία, τὴν πατρίδα, τὴν οἰκογένεια καὶ τὴν ἰδιοχτησία, τὰ τέσσερα μεγάλα θεμέλια τοῦ κόσμου! Κι ὁ Μανολιὸς -ἀνάθεμά τον!- εἶναι ὁ ἀρχηγός σας· κι ἦρθε κι ὁ παπα-Φώτης ἀπὸ τοῦ διαόλου τὴ μάνα καὶ κρατάει καινούριο Εὐαγγέλιο τὶς ἀρμήνειες τοῦ Μόσκοβου!  
- Μὰ τότε ὁ Χριστὸς εἶναι μπολσεβίκος! ἔκαμε ὁ Μιχελής.
- Ὅπως τὸν καταντήσατε, σὰν τὰ μοῦτρα σας, δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστός, εἶναι ὁ Ἀντίχριστος.
Ὁ Μιχελὴς φούρκισε· πετάχτηκε ἀπάνω.
- Ὅπως τὸν καταντήσατε ἐσεῖς, οἱ παπάδες, οἱ δεσποτάδες, οἱ νοικοκυραῖοι, ὁ Χριστὸς ἔγινε ἕνας γερο-Λαδᾶς τοκογλύφος, ὑποκριτής, παμπόνηρος, ψεύτης, δειλός, μὲ τὰ σεντούκια γεμάτα τούρκικες κι ἐγγλέζικες λίρες… Καὶ τὰ κάνει πλακάκια, ὁ Χριστὸς ὁ δικός σας, μὲ ὅλους τοὺς δυνατοὺς τῆς γῆς, γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ τομάρι του καὶ τὸ πουγγί του!
- Μᾶς κηρύχνεις τὸν πόλεμο, κὺρ-Μιχελή; Μούγκρισε ὁ παπὰς καὶ τὰ σάλια του πετάχτηκαν στὸν τοῖχο.
- Δὲν κηρύχνω πόλεμο, κηρύχνω δικαιοσύνη· μὰ ἂν ριχτεῖτε ἀπάνω μας, θὰ πολεμήσουμε. Ὁ ἀληθινὸς Χριστὸς εἶναι μαζί μας· κι ἡ κουρελοῦ ἡ Σαρακήνα θὰ φάει μιὰ μέρα –θὰ τὸ δεῖς!- τὴν πλούσια κυρα-Λυκόβρυση!

[…]


- Ἔχετε γειά, χωριανοί! Ξαναφώναξε ὁ Μιχελής· ὁ Χριστὸς ὁ δικός μας εἶναι φτωχός, κατατρεμένος, χτυπάει τὶς πόρτες καὶ κανένας δὲν τοῦ ἀνοίγει· ὁ Χριστὸς ὁ δικός σας εἶναι πλούσιος κοτζάμπασης, τά ’χει φτιαγμένα μὲ τὸν Ἀγά, μανταλώνει τὴν πόρτα του καὶ τρώει. Ὁ Χριστὸς ὁ δικός σας, ὁ χορτᾶτος, διαλαλεῖ: «Δίκαιος εἶναι ὁ κόσμος τοῦτος, τίμιος, σπλαχνικός, μοῦ ἀρέσει· ἀφορεσμένος νά ’ναι ὅποιος σηκώσει τὸ χέρι του νὰ τὸν κουνήσει!» Ὁ Χριστὸς ὁ δικός μας, ὁ ξυπόλυτος, κοιτάζει τὰ κορμιὰ ποὺ πεινοῦν, τὶς ψυχὲς ποὺ πλαντοῦν, φωνάζει: «Ἄδικος εἶναι, ἄτιμος, ἄσπλαχνος ὁ κόσμος τοῦτος, πρέπει νὰ γκρεμιστεῖ!»



Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2015

ὁ ζωοποιὸς θάνατος τῆς πίστης

Ρένα Ἀννούση

Γιὰ πολλοὺς πιστούς, ὁ θάνατος τῆς πίστης - ἡ ἀπώλεια τῆς βασικῆς μας σιγουριᾶς (ἢ φαινομενικῆς σιγουριᾶς) γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸ νόημα τῆς ὕπαρξης, μπορεῖ νὰ ἀποτελεῖ μιὰ τραυματικὴ ἐμπειρία σχεδὸν ὅσο καὶ ὁ θάνατος ἑνὸς φίλου. Ἀποτελεῖ κι αὐτὴ μιὰ ἐμπειρία τοῦ διπόλου ζωή-θάνατος, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία πρέπει νὰ περάσουμε ἂν θέλουμε νὰ γίνει ἡ πίστη μας πιὸ ὤριμη. Ἡ ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἕνας συνεχὴς διάλογος μὲ τὴν ἀμφιβολία. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερος ἀπὸ ὅλες μας τὶς ἀντιλήψεις σχετικὰ μ’ Αὐτόν· οἱ νοητικές μας συλλήψεις εἶναι εἴδωλα ποὺ πρέπει νὰ συντριβοῦν. Γιὰ νὰ ζήσουμε λοιπὸν μὲ πληρότητα, θὰ πρέπει ἡ πίστη μας συνεχῶς νὰ πεθαίνει.

Κάλλιστος Ware, Ἡ ἐντὸς ἡμῶν Βασιλεία, μτφρ. Ἰωσὴφ Ροηλίδης, Ἀκρίτας, 2000

Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

ἡ... ἀνυπαρξία τῆς ἐξουσίας

Ἡ οὐσία τῆς ἀπολύτου ἐλευθερίας ἔγκειται εἰς τὸ ἑξῆς: νὰ ὁρίζη ἡ ἰδία ἐν πᾶσι τὸν τρόπον τῆς ὑπάρξεως αὐτῆς, ἔξω πάσης ἐξαρτήσεως ἢ ἀναγκαιότητος, ἔξω παντὸς περιορισμοῦ. Αὕτη εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ· ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει τοιαύτην ἐλευθερίαν, ὡς μὴ ἔχων τὴν ἐξουσίαν τῆς δημιουργίας «ἐκ τοῦ μηδενός».

Ἀρχιμ. Σωφρονίου [Σαχάρωφ], Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ 1999

 
Νίκος Κεσσανλής, Abstract in red

Τὰ δύο ταῦτα, τὸ Πρόσωπον καὶ ἡ ἐλευθερία, εἶναι ἀρρήκτως ἡνωμένα: Ὅπου δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει Πρόσωπον. Καὶ ἀντιστρόφως: Ὅπου δὲν ὑπάρχει Πρόσωπον, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία. Αὐτὸς ὁ τρόπος αἰωνίου ὑπάρξεως χαρακτηρίζει ἀποκλειστικῶς τὸ Πρόσωπον καὶ οὐδόλως τὸ ἄτομον (βλ. Α´ Κορ. ιε´, 47-50). […]
Τὸ πρῶτον γνώρισμα τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἡ ἀπροθυμία ἡμῶν νὰ ἐξουσιάζωμεν οἱουδήποτε. Ἡ ἑπομένη βαθμὶς αὐτῆς εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ἡμῶν χειραφέτησις ἀπὸ τῆς ἐξουσίας τῶν ἄλλων ἐφ’ ἡμῶν· […]
Εἶναι εὔκολον νὰ ἀντιληφθῶμεν ὅτι τὸ πάθος τῆς κυριαρχίας ἐπὶ τοῦ ἀδελφοῦ ἔχει ὡς ἄμεσον συνέπειαν τὴν ἀπώλειαν τῆς ἡμετέρας ἀνεξαρτησίας, καὶ ἐπὶ πλέον, πρᾶγμα φοβερόν, τὸν χωρισμὸν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, τὴν στέρησιν τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς τοῦ «κατακτητοῦ» ἑτοιμάζεται πτῶσις εἰς τὸ κενὸν τῆς ἀνυπαρξίας.

Ἀρχιμ. Σωφρονίου [Σαχάρωφ], Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθὼς ἐστί, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ 1996


Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

δυτικὸς χριστιανισμὸς καὶ καπιταλισμὸς

τοκογλύφος κα  γυναίκα του (1514) Musée du Louvre, Paris

Τὴ θεολογικὴ δικαίωση τῆς ἰδιοκτησίας, ὅπως καὶ γενικότερα τῆς ἀποκτήσεως καὶ διατηρήσεως ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἐπιχείρησε νὰ παρουσιάσει πρῶτος ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης. Μὲ τὴν ἀπόκτηση καὶ διαχείριση τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν ἀπὸ τὰ ἐπιμέρους ἄτομα ἐξυπηρετεῖται κατὰ τὸν Ἀκινάτη καλύτερα τὸ κοινὸ καλό. Ἡ ἰδιοκτησία λοιπὸν ἔχει κοινωνικὴ ἀποστολὴ καὶ ἔτσι βρίσκει τὴ δικαίωσή της. Ἡ θέση αὐτὴ εἶχε εὐρύτατη ἀπήχηση στὴ μεταγενέστερη θεολογία.
Max Weber ὑποστήριξε, ὅπως εἶναι γνωστό, ὅτι ἡ προτεσταντικὴ καὶ εἰδικότερα ἡ πουριτανικὴ ἠθικὴ μὲ τὸ ἐνδοκόσμιο ἀσκητικὸ πνεῦμα συνέβαλε ὡς βασικὸς παράγοντας στὴ διαμόρφωση τοῦ νεώτερου καπιταλισμοῦ. Οἱ Προτεστάντες, γράφει ὁ Weber, «εἴτε ὡς κυρίαρχοι εἴτε ὡς κυριαρχούμενοι, εἴτε ὡς πλειοψηφία εἴτε ὡς μειοψηφία, παρουσίασαν ἰδιαίτερη τάση γιὰ οἰκονομικὸ ὀρθολογισμό, πράγμα τὸ ὁποῖο στοὺς Καθολικοὺς οὔτε στὴ μία οὔτε στὴν ἄλλη κατάσταση ἦταν ἢ εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρηθεῖ στὸν ἴδιο βαθμό». Ἡ αἰτία γιὰ τὴ διαφορετικὴ αὐτὴ συμπεριφορὰ πρέπει κατὰ τὸν Weber νὰ ἀναζητηθεῖ βασικὰ στὴ διήκουσα ἐσωτερικὴ ἰδιομορφία καὶ ὄχι μόνο στὶς ἐξωτερικὲς ἱστορικοπολιτικὲς καταστάσεις ποὺ παρουσίαζαν κάθε φορὰ οἱ χριστιανικὲς αὐτὲς ὁμολογίες.
Ὁ Προτεσταντισμός, πρεσβεύοντας τὴν τέλεια ἐξαχρείωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ τὸν ἀπόλυτο προορισμό, ὁδηγοῦσε ἀναπόφευκτα τὸν κάθε πιστὸ στὸ ἐρώτημα γιὰ τὴ βεβαιότητα τῆς σωτηρίας του (certitudo salutis). Ὡς μέσο γιὰ τὴν ἐξασφάλιση μιᾶς τέτοιας βεβαιότητας χρησιμοποιήθηκε ἡ συστηματικὴ ἐπίδοση τοῦ πιστοῦ στὸ ἐπάγγελμά του, ποὺ ἀντιμετωπίστηκε ὡς κλήση τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπαγγελματικὴ αὐτὴ ἐπίδοση καὶ τὸ ἐνδοκόσμιο ἀσκητικὸ πνεῦμα ὁδήγησαν στὴ δημιουργία κεφαλαίου καὶ τὴν ἀποταμίευση. […]
Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μ. Weber, ὁ δυτικὸς μοναχισμός, ὅχι βέβαια στὸ σύνολο ἀλλὰ στὸ γενικὸ τύπο του, παρουσίασε μιὰ ἐκλογίκευση καὶ συστηματοποίηση τῆς ἠθικῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἀνάλογη μὲ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Ἄλλωστε καὶ ἡ προτεσταντικὴ ἀντίληψη γιὰ τὸ ἐπάγγελμα καὶ τὴν ἐργασία δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθεῖ, χωρὶς τὶς προϋποθέσεις ποὺ εἶχαν ἤδη καλλιεργηθεῖ στὴ Δύση. Ἡ μοναχικὴ παράδοση ποὺ διαμορφώθηκε μὲ τὴν ἀρχὴ «ora et labora» τοποθέτησε τὴν ἐργασία δίπλα στὴν προσευχή. Μὲ τὴν Ἀναγέννηση καὶ τὴν Μεταρρύθμιση ἡ ἐργασία αὐτονομήθηκε καὶ ἀντιμετωπίστηκε ὡς πρωταρχικὸ μέσο γιὰ τὴν κυριαρχία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἀπόκτηση πλούτου καὶ ἰδιοκτησίας. Ἡ αὐτονόμηση τῆς ἐργασίας ὁλοκληρώθηκε στὸν Καλβινισμὸ καὶ ἐμπεδώθηκε μὲ τὸ καπιταλιστικὸ πνεῦμα. Ἔτσι οἱ δύο μεγάλοι κλάδοι τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, παρὰ τὶς διαφορές τους δὲν ἔπαυσαν νὰ ἔχουν κοινὲς βάσεις, ποὺ εὐνόησαν τὴ διαμόρφωση συγγενῶν σχετικὰ κατευθύνσεων στὴν περιοχὴ τῆς οἰκονομικῆς ζωῆς.   

Γεωργίου Ἰ. Μαντζαρίδη, Κοινωνιολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐκδ. Πουρναρᾶ, 51999, Θεσσαλονίκη 

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015

ἡ Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ τὴν ἐξουσία

Μιχαὴλ Ἄγγελος, προφήτης Ἠσαΐας 
(Ἱερουσαλὴμ) οἱ ἄρχοντές σου εἶναι ἀποστάτες καὶ συνεταῖροι τῶν κλεφτῶν· ὅλοι τους ἀγαπᾶνε τὴ δωροδοκία κι ἐπιδιώκουν τὴν ἀνταμοιβή. Δὲν ἀποδίδουν στὸ ὀρφανὸ τὸ δίκιο ποὺ τοῦ πρέπει καὶ ἡ ὑπόθεση τῆς χήρας φροντίζουνε νὰ καταχωνιαστεῖ.
(Ἠσαΐας 1, 23)



[…] ἐκτρέψατε τὴ δικαιοσύνη σὲ ὀργὴ ἐναντίον σας καὶ σὲ πικρία. Ἐσεῖς ποὺ εὐφραίνεσθε χωρὶς λόγο λέγοντας: «μὲ τὴ δική μας ἰσχὺ δὲν ἀποκτήσαμε δύναμη;»
                                                         (Ἀμὼς 6, 13-14)



Ἀκοῦστε ἀρχηγοὶ καὶ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραήλ: Δὲν εἶναι ἔργο δικό σας νὰ γνωρίζετε τὸ δίκαιο; Ἐσεῖς ὅμως μισεῖτε τὸ καλὸ καὶ ἀγαπᾶτε τὸ κακό. Ἀφαιρεῖτε τὸ δέρμα ἀπὸ τὸν λαὸ καὶ ξεκολλᾶτε τὶς σάρκες ἀπ’ τὰ κόκκαλά του. Ὅπως λοιπὸν κατέφαγαν τὶς σάρκες καὶ τὸ δέρμα τοῦ λαοῦ μου, τὸν ἔδειραν, ἔσπασαν τὰ κόκκαλά του καὶ τὸν διαμέλισαν σὰν τὰ κρέατα ποὺ ρίχνονται στὴ χύτρα, ἔτσι κι αὐτοὶ θὰ ἐπικαλεστοῦν τὸν Κύριο καὶ Αὐτὸς δὲν θὰ τοὺς ἀκούσει.
(Μιχαίας, 3, 3-4)  



Περιῆλθα μὲ τὸ νοῦ τὴν οἰκουμένη καὶ εἶδα ὅλη τὴν καταπίεση ποὺ λαμβάνει χώρα κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο. Εἶδα τὸ δάκρυ τῶν καταπιεσμένων χωρὶς νὰ ὑπάρχει κάποιος νὰ τοὺς παρηγορήσει. Ἡ δύναμη προέρχεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τοὺς καταδυναστεύουν καὶ δὲν βρίσκεται κάποιος νὰ τοὺς βοηθήσει.
(Ἐκκλησιαστὴς 4, 1)


Γουσταύος Ντορέ, Προφήτης Μιχαίας

Ἂν δεῖς νὰ καταπιέζεται ὁ φτωχὸς καὶ νὰ παραβιάζεται ἡ ὀρθὴ κρίση καὶ ἡ δικαιοσύνη σὲ κάποια χώρα, μὴν ἀπορήσεις γι’ αὐτό. Διότι πάνω ἀπὸ τὸν ἰσχυρὸ ὑπάρχει ἄλλος ἰσχυρότερος καὶ πάνω ἀπὸ αὐτοὺς ἄλλοι ἀκόμη ἰσχυρότεροι.
(Ἐκκλησιαστὴς 5, 7)




Ὁ Θεὸς στοὺς ἄσημους θὰ δείξει ἐπιείκεια καὶ καλοσύνη, ἐνῶ οἱ ἰσχυροὶ θὰ κριθοῦν μὲ αὐστηρότητα. […] Αὐστηρὴ θὰ εἶναι ἡ κρίση Του πρὸς τοὺς ἰσχυρούς. 
(Σοφία Σολομῶντος 6, 6·8)

Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

ἡ ἀνελευθερία τοῦ Φιλελευθερισμοῦ

Edvard Munch

Μὲ τὸ φιλελευθερισμὸ ἀπολυτρώθηκε ἡ Εὐρώπη ἀπὸ τὴ φεουδαρχία καὶ τὸν ὁλοκληρωτισμὸ τοῦ Μεσαίωνα, ἀλλὰ ὁδηγήθηκε στὴν κεφαλαιοκρατία καὶ στὸν ἀτομικισμό. Αὐτὸ συνέβη ἐξαιτίας τοῦ ὅτι ἡ ἐλευθερία βασίστηκε στὴν ἰδιοκτησία καὶ ἡ οὐσία τοῦ ἀνθρώπου συνδέθηκε μὲ τὴν περιουσία τοῦ ἀτόμου.
Ἀπὸ τὴν κτητικὴ τροπὴ τοῦ φιλελευθερισμοῦ προέκυψαν πολλά, κρίσιμα καὶ ἀναπάντητα ἐρωτήματα, μερικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι τὰ ἑξῆς: Μπορεῖ ἡ ἰδιοκτησία νὰ ἐγγυηθεῖ τὴν ἐλευθερία; Πόσο κατοχυρωμένη εἶναι ἡ ἰσότητα τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ἡ ἐλευθερία εἶναι συνάρτηση τῆς περιουσίας;
Οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὸν φιλελευθερισμὸ γεννιοῦνται ἴσοι καὶ ἐλεύθεροι. Ὅμως μένουν ἴσοι καὶ ἐλεύθεροι σὲ συνθῆκες οἰκονομικῆς ἀνισότητας καὶ ἀνελευθερίας; Ποιὸς εἶναι πιὸ ἐλεύθερος: ὁ ἄνεργος ἢ ὁ ἐργαζόμενος; […]
Ὁ φιλελευθερισμὸς εἶναι ἡ πολιτικὴ ἰδεολογία τοῦ δυτικοευρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Κύριο χαρακτηριστικό του εἶναι ὁ κτητικὸς ἀτομικισμός.
(α) Ἡ ἐλευθερία εἶναι τὸ ὕψιστο πολιτικὸ ἰδεῶδες, ποὺ ἀντικαθιστᾶ τὴν παραδοσιακὴ ἱεραρχία.
(β) Τὸ ἄτομο εἶναι ὁ ἀποκλειστικὸς φορέας τῆς ἐλευθερίας. Δὲν γίνεται λόγος γιὰ κοινωνικὰ δικαιώματα. Τὸ ἄτομο προηγεῖται τοῦ κράτους καὶ τῆς κοινωνίας. Ἡ κοινωνία εἶναι ἕνα μηχανικὸ ἄθροισμα ἀτομικῶν ὀντοτήτων, ποὺ γειτνιάζουν καὶ συμπίπτουν στὰ συμφέροντά τους. Τὸ κράτος διασφαλίζει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου πρωταρχικὰ καὶ μόλις κατὰ δεύτερο λόγο μεριμνᾶ γιὰ τὸ κοινωνικὸ σύνολο.
(γ) Ἡ ἰδιοκτησία εἶναι ἡ ἐγγύηση τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας. Ὁ φιλελευθερισμὸς ἀποδίδει ἰδιαίτερη σημασία στὴν ἰδιοκτησία. Ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀτομικὴ ἰδιοκτησία, τόσο μεγαλύτερη γίνεται ἡ ἀτομικὴ ἐλευθερία. Τὸ «εἶναι» τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ «ἔχειν» του. Ἔτσι πιὰ τὸ «ἔχειν» προηγεῖται τοῦ «εἶναι». Ἡ περιουσία τοῦ ἀτόμου ἀποβαίνει οὐσία τοῦ ἀνθρώπου. […]
Θεωρητικὰ στὴ Διακήρυξη τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου τονίζεται ὅτι ὅλοι γεννιοῦνται ἴσοι καὶ ἐλεύθεροι. Ὡστόσο στὴν πράξη ἐπιβεβαιώνεται τὸ ἀντίθετο: οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἐλεύθεροι στὸ βαθμὸ ποὺ ἔχουν πόρους. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παύει πιὰ ἡ ἐλευθερία νὰ θεωρεῖται ποιοτικὸ μέγεθος ποὺ προσδιορίζεται ἀπὸ τὴν ἀνθρωπιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Καταντᾶ ποσοτικὸ μέγεθος προσμετρούμενο ἀπὸ τὴν ἰδιοκτησία τοῦ ἀτόμου.
Ἡ περιουσία εἶναι ἐξουσία. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἀρχικὰ τὸ δικαίωμα ψήφου ἦταν συνάρτηση τῆς περιουσίας.[…]


Μάριος Μπέγζος, Νεοελληνικὴ Φιλοσοφία τῆς Θρησκείας, Θεολογία, Τεχνολογία καὶ Ἰδεολογία, ἐκδ. Ἑλληνικὰ Γράμματα , Ἀθήνα 21998

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

τὸ βίαιο τέρας τοῦ τόκου

«Δὲν φρίττεις, ἄνθρωπε, δὲν κοκκινίζεις ἀπὸ ντροπή, ὀνομάζοντας ἐπιτιθέμενο αὐτὸν ποὺ ἐπιτίθεται γιὰ τὸ ψωμί του; Αὐτὸς ἂν καὶ ἐπιτίθεται, γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο δικαίως ἀξίζει τὴ συμπόνια μας, ἐπειδὴ καταπιέζεται ἀπὸ τὴν πεῖνα του, ἡ ὁποία τὸν ἀναγκάζει νὰ φορᾶ τὸ προσωπεῖο τῆς βίας. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἔγκλημα τῆς δικῆς μας ὠμότητας.»


Ἁγίου Ἰωάννη Χρυσοστόμου, Ὁμιλία εἰς Ρωμαίους



Ἱερώνυμος Μπὸς


Ὅλοι σχεδὸν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κάνουν εἰδικὲς ἀναφορὲς στὸν τόκο, ἐπισημαίνοντας ὄχι μόνο τὸν ἀντιευαγγελικό, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀφύσικο χαρακτήρα του. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης χαρακτηρίζει τὴ ζωὴ τοῦ τοκιστῆ ὡς ἀργὴ καὶ πλεονεκτική, γιατὶ ἐπιδιώκει καρποφορία χωρὶς σπορά. Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος παραβάλλει τὴν τοκοληψία μὲ θερισμὸ χωρὶς γῆ, ἄροτρο καὶ βροχή, ἐνῶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος παρομοιάζει τὸν τοκιστὴ μὲ αὐτὸν ποὺ δὲν γεωργεῖ τὴ γῆ ἀλλὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἐνδεῶν. Ὑπογραμμίζοντας ἐντονότερα ὁ Μ. Βασίλειος τὸν ἀφύσικο χαρακτήρα τοῦ τόκου παρατηρεῖ ὅτι, ὅλα ὅσα αὐξάνονται, σταματοῦν νὰ αὐξάνονται, ὅταν φθάσουν στὸ κανονικό τους μέγεθος, ἐνῶ τὰ χρήματα τῶν πλεονεκτῶν ἐξακολουθοῦν νὰ ἀυξάνονται ἀπεριόριστα μέσα στὸ χρόνο.
Ἡ τελευταία αὐτὴ παρατήρηση τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ ὣς πρὶν μερικὲς δεκαετίες μποροῦσε νὰ παραμείνει ἀσχολίαστη ἀπὸ τὴν οἰκονομική της πλευρά, σήμερα γίνεται ἀκρως ἐπίκαιρη, γιατὶ ἀγγίζει τὸ ἐπίκεντρο τῆς οἰκονομικῆς, ὅπως καὶ τῆς οἰκολογικῆς κρίσεως. Ἡ ἀκατάπαυστη αὔξηση τοῦ οἰκονομικοῦ κεφαλαίου, δηλαδὴ ἡ διαρκῶς κλιμακούμενη συσσώρευση τοῦ κέρδους, ποὺ τίθεται ὡς αὐτοσκοπός, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ὁδηγήσει στὴν ἔκρηξη.    

Γεωργίου Ἰ. Μαντζαρίδη, Κοινωνιολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσ/νίκη 1999



Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

«ὁ Ἄρης εἶν’ τριαντάφυλλο…»


σκηνὴ ἀπὸ τὸν Θίασο τοῦ Θόδωρου Ἀγγελόπουλου

[…] ἀνάμεσα στὰ χωριὰ Ἀργύρια καὶ Κυριακοχῶρι, βρήκαμε μία πηγὴ μέσα στὰ ἔλατα καὶ καθίσαμε νὰ φᾶμε ὅ,τι πρόχειρο εἶχε ὁ καθένας. Ἔβγαλα κι ἐγὼ τὶς λειτουργιὲς καὶ τὸ τυρὶ ποὺ μοῦ εἶχε δώσει ὁ παπα-Ἀλέκος καὶ προσέφερα στὸν Ἄρη. Ἐκεῖνος, παίρνοντας μιὰ λειτουργιὰ στὰ χέρια του τὴ φίλησε μ’ ἕνα σκαστὸ φιλί, λέγοντας: «Βλέπετε, συναγωνιστές; Γιὰ νά ’χουμε τὸν παπούλη μαζί μας, τρῶμε καὶ λειτουργιά, ποὺ χρόνια πολλὰ μᾶς ἔχει λείψει!...».
[…] σὲ ἐρώτησή μου πρὸς τὸν Ἄρη, γιατὶ δὲν ἦλθε νὰ ἐκκλησιαστεῖ, αὐτὸς κάτι μουρμούρισε ἀποδοκιμαστικά, ποὺ μὲ στενοχώρησε. Ὅταν ἀργότερα τὸν ρώτησα κατ’ ἰδίαν, τὶ σήμαινε τὸ μουρμούρισμά του, μοῦ ἀπήντησε μὲ πικρία: «Ἄχ, παπούλη μου. Ἔχω κι αὐτὰ τὰ χαζοκούταβα, ποὺ μὲ στραβοβλέπουν καὶ σχολιάζουν ἄσχημα τὴν εὐλάβειά μου. Δὲν χάνουν εὐκαιρία νὰ μὲ ἀναφέρουν…».

Ἀρχιμ. Γερμανὸς Κ. Δημᾶκος – Πάτερ Ἀνυπόμονος, Στὸ βουνό, μὲ τὸν Σταυρό, κοντὰ στὸν Ἄρη, Πρότυπες Θεσσαλικὲς Ἐκδόσεις, Τρίκαλα-Ἀθήνα 2005



ὁ τίτλος τῆς ἀνάρτησης προέρχεται ἀπὸ ἠπειρώτικο δημοτικὸ τραγούδι γιὰ τὸν Ἄρη


Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

κοινωνικὴ ἀπελευθέρωση καὶ παιδεία

Paul Klee

[…] Ἂν οἱ πολῖτες εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀντικαταστήσουν τὸ Κράτος, τότε ἡ πολιτικὴ διαπαιδαγώγηση, ἢ ἀλλιῶς ἡ παιδεία, θὰ πρέπει νὰ εἶναι αὐστηρὴ καὶ νὰ συμπεριλαμβάνει τόσο τὴν οἰκοδόμηση τοῦ χαρακτήρα καὶ τῆς ἠθικῆς ἀκεραιότητας ὅσο καὶ τὴν ἀπόκτηση γνώσεων. Αὐτὸ ἰσχύει ἀκόμη περισσότερο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ἐξάλειψη τῆς ἱεραρχίας. Ἡ αὐστηρὴ διαπαιδαγώγηση καὶ ἐκπαίδευση, μὲ τὴ σειρὰ τους, συμπεριλαμβάνουν μιὰ συστηματική, προσεκτικὰ σχεδιασμένη καὶ ὀργανωμένη διαδικασία ἐκμάθησης. Δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ γίνει πολίτης ἂν ἡ διαπαιδαγώγηση καὶ ἡ ἐκπαίδευση τῶν νέων πραγματοποιεῖται μέσα στὰ πλαίσια ὅπου ὁ μαθητής –ἕνα ἄτομο συνήθως στὰ σπάργανα ποὺ ὁ ἑαυτός του δὲν ἔχει διαμορφωθεῖ ἀκόμα– καλεῖται νὰ «κάνει ὅ,τι γουστάρει» στὸ ὄνομα τῆς «αὐτο-ἔκφρασης». Εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ μέριμνα γιὰ παιδεία ποὺ ἔκανε τὴν ἀρχαιοελληνικὴ πολιτικὴ φιλοσοφία τόσο σπουδαία: περιεῖχε παιδαγωγικὲς ἰδέες γιὰ τὴ δημιουργία ἱκανῶν πολιτῶν ποὺ δὲν θὰ σκέφτονταν ἁπλῶς μὲ συστηματικὸ τρόπο ἀλλὰ θὰ μάθαιναν ἐπίσης νὰ χρησιμοποιοῦν ὅπλα γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦν τοὺς ἑαυτούς τους καὶ τὴ δημοκρατία. Ἐπιτρέψτε μου νὰ ὑπενθυμίσω πὼς ἡ ἀθηναϊκὴ δημοκρατία ἐγκαθιδρύθηκε ὅταν τὸ ἱππικὸ τῆς ἀριστοκρατίας ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τοὺς ὁπλῖτες – τὴν πολιτοφυλακὴ τοῦ 5ου αἰώνα π.Χ., ἡ ὁποία ἐγγυόταν τὴν ὑπεροχὴ τοῦ λαοῦ ἔναντι τῆς πρότερης ὑπεροχῆς τῆς ἀριστοκρατίας. […]


Murray Bookchin, ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν κεντρικὴ ὁμιλία στὸ συνέδριο “Ἡ πολιτικὴ τῆς κοινωνικῆς οἰκολογίας: ὁ ἐλευθεριακὸς δημοτισμός”, τὸ ὁποῖο πραγματοποιήθηκε στὸ Plainfield τοῦ Βέρμοντ (Η.Π.Α.) στὶς 26-29 Αὐγούστου τοῦ 1999.