Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Ὁ δράκος - Νίκος Κούνδουρος






- Τὸν ξέρει κανείς;
-Ὄχι!

Ἔτσι τραγικὰ λήγει ὁ πόθος γιὰ ταυτότητα. Τέσσερις ἀβάσταχτες λέξεις, ποὺ κανοναρχοῦσαν μιὰ γκρίζα ἀνώνυμη βιοτή, κατάφεραν νὰ καταπλακώσουν ὁριστικὰ πιὰ τὴν τελευταία προσπάθεια διαφυγῆς μὲ τοὺς ἐπικίνδυνους ὅρους τῆς κατασκευῆς. Ὁ καημὸς τοῦ προσώπου στὴν τροχιὰ μιᾶς ἀνέλπιστης εὐκαιρίας, τυχαίας, δηλαδὴ χωρὶς μόχθο, ἄρα κενῆς, καταποντίζεται στὸ βάθος τοῦ αὐτοπροκαθορισμοῦ.


 Domenico Gkortsakof

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

ὁ θάνατος ὡς Εὐχαριστία

Χρῆστος Μποκόρος

[…] Στὸ τέλος ὁ θάνατος καὶ τὸ σωματικὸ θάψιμο τοῦ πιστοῦ στὴ γῆ εἶναι ἡ τελευταία ἐπίγεια πράξη καθολικῆς προσφορᾶς. Δὲν ἀντιστέκεται μάταια στὸ θάνατο. Ἔμαθε ὅτι ἡ προσφορὰ εἶναι αὔξηση καὶ ζωή. Τώρα σὰν ἄρτος τὸ σῶμα του, ἀνενέργητο, προσφέρεται στὴν ἀνεξιχνίαστη θεία βουλή. Δὲν θάπτεται σὰν νεκρὸς νικημένος ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ἢ τὸ χρόνο. Προσφέρεται πιὸ πολὺ ὡς δῶρο λειτουργικὸ ποὺ καθολικὰ δίδεται. Πέθανε ἑκούσια κατὰ τὴ θέληση, τὸ φόβο, τὴν κακία, πρὶν πεθάνει βιολογικά. Πέθανε κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα, σὲ ὅσα αὐτὸς διαφέντευε, γιὰ νὰ μπῆ μέσα του, Νοικοκύρης καὶ Ἀφεντικό, ὁ αἰώνιος καὶ Ἄφθαρτος. […]
Χρῆστος Μποκόρος
Ὁ θάνατος καὶ ἡ ταφὴ εἶναι εὐχαριστιακὴ πράξη προσφορᾶς καὶ καθαγιασμοῦ. Δὲν εἶναι στυγνὸ συμβάν, ἀλλὰ ἐπίτευξη τελικῆς προσφορᾶς γιὰ τὴν ἀνατολὴ ξένης ἐλπίδας καὶ ζωῆς.
Κάθε μιὰ Εὐχαριστία καταγγέλλει τὸ θάνατο τοῦ Κυρίου. Κάθε μιὰ Εὐχαριστία καταγγέλλει τὸ θάνατό μας καὶ τὸν ἀρραβῶνα τῆς αἰωνίου ζωῆς. Καὶ τοῦ πιστοῦ ὁ θάνατος καταγγέλλει τὴν Εὐχαριστία.
Ὅσο πιὸ πολὺ εἶναι θάνατος ἡ εὐχαριστιακὴ μετοχή, τόσο πιὸ πολὺ κερδίζει μέσα μας χῶρο καὶ κράτος ἡ ζωή. Ὅσο εἶναι θάνατος ἑκούσιος, τόσο νικᾶται ὁ θάνατος ὁ ἀναπόφευκτος ποὺ ἔρχεται. Ὅσο εἶναι πράξη ἐλευθερίας, τόσο μεταστοιχειώνει τὴν ἀνάγκη τὴν ἔσχατη σ’ ἐλευθερία αἰώνια.



Ἀρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων, Εἰσοδικόν, Ἱ. Μ. Ἰβήρων 21996 

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Τάσος Λειβαδίτης - Μικρὴ ὑπαρξιακὴ παρένθεση

Κωνσταντίνος Λάβδας

Ποιὸς εἶσαι, λοιπόν, πίσω ἀπ’ τὸ πρόσωπο ποὺ ἡ κάθε μέρα τ’
ἀλλάζει,
ποιὸς εἶσαι πίσω ἀπ’ τὶς πράξεις ποὺ κάνεις τὴ μέρα, πίσω ἀπ’ τὶς
πράξεις ποὺ συλλογίζεσαι τὴ νύχτα.
Ἀρίθμητα πρόσωπα μέσα σου, καθένα ζητάει νὰ ὑπάρξει
σκοτώνοντας τὸ ἄλλο – ποιὸ εἶναι τὸ ἀληθινό; Ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ
πρόσωπο
ποὺ κανεὶς καθρέφτης δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ τὸ δώσει;
Ἁρπαγές, βιαιότητες, τρόμοι, ἐγκλήματα ποὺ δὲν ἔκανες
ὁρίζουν τὸ αἷμα σου. Κάθε χειρονομία σου εἶναι βαριὰ
ἀπὸ χιλιὰδες ξένα κι ἄγνωστα πεπρωμένα.
Ὅταν λὲς «μισῶ», ὁ πρῶτος φόνος τοῦ κόσμου ξαναγίνεται
μέσα σου
ἐνῶ ἀπ’ τὸ βάθος τῆς αὐτοθυσίας σου σὲ κοιτᾶνε εἰρωνικὰ
τ’ ἄγρυπνα, ἰδιοτελῆ μάτια
τοῦ τριχωτοῦ προγόνου σου.

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

ἡ ἐπιστήμη εἶναι μετάφραση


Χρῆστος Εὐσταθίου

 Ἡ ἐπιστήμη -καὶ ἀναφέρομαι στὶς θετικὲς ἐπιστῆμες (ὅλες οἱ ἄλλες ἀποτελοῦν μεγαλύτερες ἢ μικρότερες προσεγγίσεις στὸ φυσικομαθηματικὸ πρότυπο)- ἡ ἐπιστήμη, λοιπόν, γιὰ νὰ μιλήσω μεταφορικά, δὲν εἶναι γλώσσα, εἶναι μετάφραση, μιὰ ἀπὸ ἀμέτρητες ἄλλες μεταφράσεις. Ἂν ἡ πραγματικότητα ἔχει καὶ μιλάει τὴ γλώσσα της, ἡ ἐπιστήμη μεταφράζει τὴ γλώσσα τῆς πραγματικότητας στὴ γλώσσα τῆς ἐπιστήμης. Ἡ ἐπιστήμη δὲν εἶναι ἡ πραγματικότητα, εἶναι μιὰ (ἀπὸ πολλὲς ἄλλες) μετάφρασή της. Μεταφράζει ἡ ἐπιστήμη. Αὐτὸ κάνει. Μὲ τὸν τρόπο τὸν δικό της, φυσικά. Τὸ τελικὸ Ε=mc2 τῆς φυσικομαθηματικῆς ἐπιστήμης -ἡ ἐνέργεια (Ε) ἰσοῦται μὲ τὴ μάζα (m) ἐπὶ τὸ τετράγωνο τῆς ταχύτητας τοῦ φωτὸς (c)- εἶναι μετάφραση ἀπὸ τὴ γλώσσα τῆς πραγματικότητας στὴ γλώσσα τῆς ἐπιστήμης, δὲν εἶναι ἡ γλώσσα τῆς πραγματικότητας (δηλαδὴ ἡ ἐνέργεια ὅπως μιλάει στὴν πραγματικότητα). Εἶναι ὁ φυσικομαθηματικὸς τύπος τῆς ἐνέργειας, μιὰ μετάφραση. Ἡ γλώσσα τῆς πραγματικότητας -συνεχίζω τὴ μεταφορά- εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ὁ κόσμος μέσα στὸν ὁποῖο ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, νὰ τὸ ποῦμε ἔτσι, μιὰ γλώσσα ποὺ μιλιέται ἢ ποὺ τὴ μιλᾶμε μοναχὰ ζώντας καὶ ἔστοντας. Καὶ ὄχι μοναχὰ ἐμεῖς, ἀλλὰ ποὺ τὴ μιλοῦν καὶ οἱ πλανῆτες καὶ τὰ σκουλήκια καὶ ἡ ἀστρόσκονη ποὺ στροβιλίζεται μέσα «στὸ ἀπέραντον διάστημα» τοῦ Κάλβου, γλώσσα ποὺ τὴ μιλοῦν ὅλα τὰ πάντα, ποὺ τὴ μιλοῦν πῶς: ζώντας καὶ ἔστοντας. Ἀπὸ τὴ γλώσσα αὐτή, μὲ τὸν τρόπο τὸ δικό της, ὅσο καὶ ὅπου μπορεῖ (γιατὶ δὲν μπορεῖ παντοῦ), ἡ θετικὴ ἐπιστήμη μᾶς δίνει κάθε φορὰ τὴ μετάφραση πού, σὰν ὅλες τὶς μεταφράσεις, μπορεῖ νὰ εἶναι πότε περισσότερο καὶ πότε λιγότερο πιστή, πότε περισσότερο καὶ πότε λιγότερο βεβαιωμένη (μὲ τῆς θετικῆς ἐπιστήμης τὰ μέτρα βεβαιωμένη). Δὲν εἶναι ὅμως γλώσσα, γλώσσα τῆς πραγματικότητας, ποτὲ σὲ καμιὰ περίπτωση, ὅπως μπορεῖ νὰ φαντάζονται πολλοί. Μὲ τὴν ἐπιστήμη μεταφράζομε. Ὅποιος παίρνει τὴ μετάφραση γιὰ γλώσσα καὶ στὰ συμπεράσματα τῆς ἐπιστήμης δὲ διαβάζει μετάφραση, ἀλλὰ (φαντάζεται πὼς διαβάζει) τὸ πρωτότυπο, δὲν ξέρει ποῦθε πᾶν τὰ τέσσερα, ἂς πάει νὰ ξέρει ὅσες ἐπιστῆμες θέλει καί, ἀργὰ μἢ γρήγορα, τὸ τέλος τῆς ἀναζήτησής του θὰ ἀπομείνει γιὰ κλάματα καὶ θὰ «εἶναι ὁ νοῦς του ἔρμος κόσμος ποὺ χαλιέται» (Σολωμός).     

Ζήσιμος Λορεντζάτος, Collectanea, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2009