Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

θρησκευτικὰ καὶ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ ἐνοχικὰ σύνδρομα


«ἄχ, παππούλη μου. Ἔχω κι αὐτὰ τὰ χαζοκούταβα, ποὺ μὲ στραβοβλέπουν καὶ σχολιάζουν ἄσχημα τὴν εὐλάβειά μου»
ὁ Ἄρης Βελουχιώτης πρὸς τὸν παπα-Ἀνυπόμονο


Χρύσα Ρωμανοῦ, χωρὶς τίτλο
Παρακάτω σταχυολογοῦνται κάποια ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ διδακτικὰ ἐγχειρίδια τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Πρόθεση τῆς παράθεσής τους δὲν εἶναι ἡ μειονεκτικὴ ἀπολογητικὴ ἀλλὰ μόνο ἡ πληροφόρηση. Κι αὐτὸ γιατὶ ἡ φαιδρὰ μπανανία τῶν ἰδεοληψιῶν μᾶς ἔχει ἐθίσει στὴν ἔπαρση τοῦ ἀρχοντοχωριατισμοῦ. Ἡ ξιπασμένη θεσιθηρία σὲ κάθε τομέα -καὶ δὴ τῆς παιδείας- δὲν διαθέτει βεβαίως ὡς κίνητρα τὸ ὅραμα, τὴ σοβαρότητα καὶ τὴ συνέπεια ἄλλως τὴν πολιτικὴ βούληση γιὰ ἀπελευθερωτικὲς τομές. Στὴν πρασινομπλὲ μὲ ρὸζ βούλες ἐκδοχή της κίνητρο εἶναι τὰ ἐνοχικὰ σύνδρομα μιᾶς ξεπουπουλιασμένης ἐπαναστατικότητας.
Γιὰ τὴν ἀποφυγὴ παρεξηγήσεων ὅμως νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ κουτσαβακισμὸς τῆς «προόδου» φτύνει τόσο τὴ δοκιμασμένη ἐμπειρία τοῦ λαϊκοῦ σώματος, ὅσο καὶ ἡ ρηχότητα τοῦ ἐθνολαϊκισμοῦ, ποὺ μαγαρίζει μὲ τὸν ἠθικισμό του κάθε ἔννοια ταυτότητας καὶ παράδοσης. Ἐπίσης εἶναι ἀνάγκη νὰ τονισθεῖ ὅτι ὄντως τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπικαιροποιηθεῖ μὲ βάση τὶς σύγχρονες συνθῆκες, ἀνάγκες καὶ ἀναζητήσεις τῶν μαθητῶν. Ἰδίως τὸ περιεχόμενό του στὶς τάξεις τοῦ Λυκείου -καὶ ἀκόμη εἰδικότερα αὐτὸ τῆς Α´ Λυκείου- εἶναι καταφανὲς ὅτι ἀπέχει ἀπὸ τὸν προσανατολισμὸ ποὺ πρέπει νὰ διαθέτει ἕνα σύγχρονο μάθημα.  Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ ὅμως μέχρι τὴ χρησιμοποίηση τῶν Θρησκευτικῶν γιὰ τὴν ἄγρευση διαπιστευτηρίων ἀριστεροφροσύνης μεσολαβεῖ ἡ ἄβυσσος τῆς ἰδιοτελοῦς προχειρότητας καὶ ἡ ἀσυνείδητη, στὴν καλύτερη περίπτωση, θωπεία τοῦ πιὸ φρικώδους συντηρητισμοῦ. Αὐτὸς εἶναι ποὺ τρέφεται ἀπὸ τοὺς κορδακισμοὺς τῆς ἀριστεροδέξιας Σουσοῦς καὶ μόνο…



«Δὲν πρέπει νὰ καταπιέζετε ξένο, οὔτε νὰ τὸν ἐκμεταλλεύεστε, γιατὶ κι ἐσεῖς ἤσασταν κάποτε ξένοι στὴν Αἴγυπτο. Ὅταν δανείζεις χρήματα σὲ ἕνα φτωχὸ συμπολίτη σου, μὴν τοῦ φέρεσαι ὅπως οἱ ἄλλοι δανειστές. Μὴν τοῦ ζητᾶς τόκο. Μὴν ἐκμεταλλεύεσαι ποτὲ τὸ μισθωτό, τὸ δυστυχισμένο καὶ τὸ φτωχὸ συμπατριώτη σου ἢ τὸν ξένο ποὺ ζεῖ σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς πόλεις τῆς χώρας σου. Νὰ τοῦ δίνεις κάθε μέρα τὸ ἡμερομίσθιό του πρὶν ἀπ’ τὴ δύση τοῦ ἥλιου. Γιατὶ εἶναι φτωχὸς καὶ τὸ ἔχει ἀνάγκη». (Θρησκευτικὰ Α´ Γυμνασίου)  

«Ὁ Ἰωάννης, ἀποκαλώντας τὸν Ἱησοῦ “ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ”, δηλ. ἀρνὶ προορισμένο γιὰ θυσία, δείχνει ὅτι δὲν συμμερίζεται τὶς ἐθνικιστικὲς ἀπόψεις τῶν πολλῶν γιὰ τὸν Μεσσία· (ὅτι δηλ. θὰ ἦταν μιὰ ἔνδοξη καὶ ἀνίκητη μορφή, θὰ κατανικοῦσε τοὺς Ρωμαίους, θὰ ἀπελευθέρωνε τὸν λαό κ.λ.π.)».
(Θρησκευτικὰ Β´ Γυμνασίου)
   
«Αὐτὸ κάνουν οἱ πλούσιοι. Μαζεύουν τὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶναι κοινὰ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ θεωροῦν ἀποκλειστικὰ δικά τους. Τελειότατη κοινωνία ὀνομάζω αὐτήν, ὅπου ἔχει καταργηθεῖ ἡ ἰδιοκτησία, ἔχουν ἐκλείψει οἱ προσωπικὲς διαφορὲς καὶ ἔχουν ἐξαφανιστεῖ οἱ ἔιδες καὶ οἱ φιλονικίες. Εἶναι ἡ κοινωνία, ὅπου ὅλα εἶναι κοινά […]».
 (Θρησκευτικὰ Γ´ Γυμνασίου)   

«[…] (Κύριε) προστέτεψε τὶς χῆρες· ὑπεράσπισε τὰ ὀρφανά· λευτέρωσε τοὺς αἰχμαλώτους καὶ θεράπευσε τοὺς ἀρρώστους. Θυμήσου ἐσὺ ὁ σπλαχνικὸς Θεὸς αὐτοὺς ποὺ σύρονται στὰ δικαστήρια, τοὺς καταδικασμένους νὰ δουλεύουν σὲ μεταλλεῖα, αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ ἐξορίες καὶ πικρὲς δουλεῖες […]».
 «[…] Ποιὰ ἕνωση ὑπάρχει, ὅταν ἡ γυναίκα τρέμει τὸν ἄνδρα; Ποιὰ ἡδονὴ θ’ ἀπολαύσει ὁ ἴδιος ὁ ἄνδρας, ὅταν ζεῖ μὲ τὴ γυναίκα του καὶ τῆς συμπεριφέρεται σὰν νὰ ἦταν δούλα;»
(Θρησκευτικὰ Α´ Λυκείου)

«[…] δὲ σημαίνει ὅτι λύθηκε ὁριστικὰ τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα, τοῦ ὁποίου πυρῆνας εἶναι ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἐκμετάλλευση. Συλλογικὰ ὄργανα, συνδικαλιστικοὶ φορεῖς καὶ διεθνεῖς ὀργανισμοὶ ἐργάζονται καὶ συνεργάζονται μὲ σκοπὸ τὴ σμίκρυνση τῆς ἀπόστασης ἀνάμεσα σὲ πλούσιους καὶ φτωχούς, δυνατοὺς καὶ ἀδυνάτους. Ἡ ἐκμετάλλευση ἀνθρώπου ἀπὸ ἄνθρωπο ἔχει μὲν κάπως περιοριστεῖ, ἀλλὰ ἡ ἀπάλειψή της εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ αἰτήματα καὶ τοὺς στόχους τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν καὶ τῶν κοινωνικοπολιτικῶν συστημάτων. […] Οἱ  μορφὲς τῆς σύγχρονης ἀδικίας συναρτῶνται μὲ τὴν οἰκονομικὴ διαστρωμάτωση τῶν κοινωνιῶν. Ἐπίσης, σχετίζονται μὲ τὴν ἡλικία, τὸ φύλο, τὴ φυλή, τὸ θρήσκευμα καὶ ἄλλες διακρίσεις.  […] Ὁ θρησκευτικὸς φανατισμὸς ἔχει πολλὲς μορφές: ἐμφανίζεται μὲ τὴ μορφὴ τῆς θρησκοληψίας (σχολαστικῆς τήρησης θρησκευτικῶν ἐντολῶν μὲ δεισιδαιμονικὰ καὶ ψυχοπαθολογικὰ χαρακτηριστικά), τοῦ πουριτανισμοῦ (ἄκριτης αὐστηρότητας στὴν ἠθικὴ καθαρότητα), ἢ τοῦ προσηλυτισμοῦ (στρατολόγησης ὁπαδῶν μὲ δόλια μέσα).
(Θρησκευτικὰ Β´ Λυκείου)

«Εἶναι ἐντυπωσιακὸ ὅτι πολλοὶ Πατέρες ἐπισημαίνουν ἕνα μεγάλο κίνδυνο σχετικὰ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη. Φοβοῦνται μήπως γίνει ἄλλοθι τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. “Ποιὸ τὸ ὄφελος”, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης (4ο αἰώνα), “ἂν δημιουργεῖς πολλοὺς φτωχοὺς μὲ τὴν ἐκμετάλλευση καὶ κατόπιν ἀνακουφίζεις ἕναν μὲ τὴν ἐλεημοσύνη; Ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ πλῆθος τῶν ἐκμεταλλευτῶν, δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε τὸ πλῆθος τῶν ἐξαθλιωμένων”. […] Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (14ος αἰ.) αἰῶνες πρὶν ἀπὸ τὶς διαπιστώσεις τῆς σύγχρονης βιολογίας καὶ ψυχολογίας, σημείωνε ὅτι ἡ σεξουαλικότητα εἶναι φυσικὴ καὶ μάλιστα ἐκδηλώνεται ἤδη ἀπὸ τὴ βρεφικὴ ἡλικία τοῦ ἀνθρώπου. […] Ὁ Φαρισαῖος δὲ βαρύνεται μὲ ἁμαρτήματα καὶ ἀνηθικότητες. Παρόλα αὐτὰ ἀποδοκιμάζεται ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐπειδὴ τυλίχτηκε στὸ στὸ ἀτομικιστικὸ σάβανο τῆς “ἠθικότητας” καὶ τῆς “εὐσέβειάς” του καὶ ἀπορρίπτει τοὺς ἄλλους. […] Στὴν καθημερινὴ ζωὴ ὁ Χριστιανὸς καλεῖται νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἐλευθερία ὡς βασικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου σὲ κάθε ἐπίπεδο: προσωπικό, κοινωνικό, πολιτικό. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸν φέρει ἀναπόφευκτα σὲ σύγκρουση μὲ τυραννικὰ καθεστώτα.»
(Θρησκευτικὰ Γ´ Λυκείου)



   



                                                  

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

ὁ κομμουνισμὸς τῆς ἀγάπης


[…] Ὅπως πρέπει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὁ πνευματικὸς διάκονος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ παπάς, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ πρεσβύτερος, νὰ τεμαχίζει τὸν εὐχαριστιακὸ ἄρτο ἐπάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα, μὲ τὸ ἴδιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα του καὶ ὁ κοινωνικὸς διάκονος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ πολιτικὸς ὁ ὀρθόδοξος, πρέπει νὰ μάθει νὰ τεμαχίζει τὸν ἄρτο, δηλαδὴ θὰ λέγαμε, τὸ εἰσόδημα τῆς χώρας πάνω στὴ μεγάλη «τράπεζα» τῆς κοινωνίας. Αὐτὴ ἡ ζωὴ ἦταν ἡ παράδοση, καὶ εἶναι ἡ παράδοση, τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τὴ ζήσαμε στὸ Βυζάντιο –τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν καὶ δεκτῶν γινομένων ὅλων τῶν παρεκκλίσεων καὶ ἁμαρτημάτων. Στὰ μοναστικὰ κοινόβια συνεχίζεται παρὰ τὶς ἀτέλειες ἡ ἀλληλοδιακονία, ἡ ἀκτημοσύνη καὶ ἡ κοινοκτημοσύνη, ὁ κομμουνισμὸς τῆς ἀγάπης, ὅπου ὁ καθένας ἐργάζεται κατὰ τὶς δυνάμεις του καὶ ἀπολαμβάνει κατὰ τὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι χάνεται κάθε ὑποψία ἐκμετάλλευσης καὶ ὑπεραξίας, ἀφοῦ ὁ στόχος δὲν εἶναι τὸ κέρδος, ἀλλ’ ἡ ἀδελφικὴ διακονία. Καὶ ἐδῶ αἴρεται καὶ ἡ διάκριση, πιστεύω, διανοητικῆς καὶ σωματικῆς ἐργασίας, ποὺ στὸ χῶρο τοῦ μοναστικοῦ κοινοβίου συνυπάρχουν.
Ἡ πορεία καὶ στὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἐλευθερία, ἀπελευθέρωση, ἀπὸ τὴν ἀνάγκη, ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα. Αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ στὸν Μαρξισμό. Ὁ Μὰρξ ὅμως πιστεύω ὅτι ρίχνει τὸ βάρος στὸ ἐξωτερικό, στὶς κοινωνικὲς συνθῆκες. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως ἀρχίζει ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πρῶτα μέσα στὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο. […]


π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Εἰσαγωγικὴ πρόσβαση στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, στὸ Ὀρθοδοξία καὶ Μαρξισμός, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 21984

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

ἀκραγγίζοντας τὴ ζωὴ

Ἀντρέι Ταρκόφσκι, Ἀντρέι Ρουμπλιὼφ
Ὅταν φτάσεις κάπου στὴν πίστη σου ἢ στὴ σκέψη σου -ἀλλὰ φτάσεις- ὁ μεγάλος κίνδυνος εἶναι πάντα νὰ πάψεις νὰ εἶσαι ἀνοιχτὸς σὲ ὅλα τὰ ἄλλα καὶ νὰ βρίσκεις σὲ ὅλα τὰ ἄλλα ἐκεῖνο ποὺ ἐσὺ θέλεις νὰ βρεῖς καὶ ὄχι ἐκεῖνο ποὺ ὁ καθένας ἢ ὁ ἄλλος παρουσιάζει στὰ βιβλία του, στὰ γραφτά του, σὲ αὐτὸ ποὺ κάνει. Αὐτόματα τότε, ὅταν τὸ πάθεις αὐτό, -οἱ περισσότεροι τὸ παθαίνουν- σταματάει καὶ τὸ προχώρημα, τὸ πλάτεμα, τὸ μεγάλωμά σου, τὸ τελείωμα στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησες (στὸ δρόμο ποὺ ἔφτασες κάπου, εἴτε πίστη εἶναι εἴτε σκέψη) καὶ ἀπομένεις τότε ἀκίνητος, κλεισμένος, δίχως τὴ ζωοπάροχη ἐπαφὴ μὲ τὴ ζωή, τὴ ζωὴ ποὺ καθημερινὰ γύρω σου ζητάει νὰ σὲ βοηθήσει σὲ ὁποιοδήποτε δρόμο ἀκολούθησες, νὰ σὲ πλουτίσει, νὰ σοῦ σταθεῖ, νὰ σὲ φροντίσει, νὰ σὲ κρατήσει ἀνοιχτὸ σὲ ὅσα ἐκείνη φέρνει, ἂν τὴν προσέχεις καὶ γόνιμα τὴν ἀκοῦς ἢ τὴν ἔχεις ἀνώτερη ἀπὸ ἐσένα καὶ πάντα μπροστὰ σου, ποτὲ πίσω. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται ὁ μεγάλος κίνδυνος νὰ μὴν προχωρήσεις πιὰ στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησες (πέρα ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἔχεις φτάσει), ἀλλὰ νὰ ἀπομείνεις στάσιμος μέσα ἐκεῖ, ἀκίνητος καὶ νὰ μαρμαρώσεις. Ἕνα βάρος νεκρὸ καὶ γιὰ τὴν πίστη σου καὶ γιὰ τὴ σκέψη σου. Ἀπολίθωμα. Καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι τὸ παθαίνουν αὐτό, ἀπομένουν λίγοι πάντα ὅσοι προχωροῦν ὁλοένα ζωντανὰ στὸ δρόμο ποὺ ἀκολούθησαν, εἴτε πίστη εἶναι εἴτε σκέψη, καὶ ἐλάχιστοι ὅσοι κάποτε ἀκραγγίζουν τὸ στόχο ἢ μιὰ μέρα φτάνουν στὸ τέρμα τοῦ δρόμου.

Ζήσιμος Λορεντζάτος, Collectanea 879, ἐκδόσεις Δόμος, 2Ἀθήνα 2009

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

ἡ ἀπελευθερωτικὴ σάρκωση τῆς ἀγάπης

ἔργο τοῦ Νίκου Κεσσανλῆ

[…] ἡ πίστη δὲν εἶναι ποτὲ θεωρητική, ἀλλὰ παράγει καὶ ἀντίστοιχους καρπούς, που συγκεφαλαιώνονται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον. Ὁ ἄνθρωπος στὴν οὐσία καλεῖται μέσῳ τῆς πίστης του νὰ γίνει συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στὴν πραγμάτωση τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ὁράματος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τὸ ὅραμα ὅμως αὐτὸ δὲν ἔχει μόνο προσωπικὴ ἀναφορά, ἀλλὰ καὶ κοινωνική. Σημαίνει δηλαδὴ ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸν προσωπικὸ ἀγώνα γιὰ πίστη καὶ μετάνοια, ἀπαιτεῖ καὶ ἀγώνα γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν παλαιῶν ἀντίθεων δομῶν τῆς κοινωνίας. Ὁ νέος κόσμος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ δὲ μπορεῖ νὰ συμβιβαστεῖ μὲ τὴν ἄδικη, καταπιεστικὴ καὶ ἀπάνθρωπη μορφὴ τῆς κοινωνίας:
Ἐνῶ συνεπῶς, κέντρο τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶναι κάποιο αἴτημα γιὰ μιὰ καλύτερη κοινωνία καὶ ἔτσι δὲν προβάλλεται κάποιο σύστημα κοινωνικῆς διδασκαλίας, τὸ ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἔχει σαφέστατες κοινωνικὲς ἐπιπτώσεις.
[…] ἡ ἀγάπη ποὺ διδάσκει ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μιὰ ἀδρανὴς συμπάθεια πρὸς τὸν ἄνθρωπο, οὔτε μιὰ θεωρητική, μυστικιστικὴ διδασκαλία. Δὲν εἶναι μιὰ ἀπρόσωπη ἀγάπη πρὸς ὅλους, ἀλλὰ μιὰ προσωπική, ἐνεργητικὴ διακονία πρὸς τὸν καθένα, ἰδιαίτερα πρὸς τὸν ἀναγκεμένο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἀπαιτεῖ πράξη ὄχι μόνο σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ καὶ σὲ κοινωνικό. Δὲν εἶναι ἁπλὰ ἐλεημοσύνη γιὰ τὴν προσωρινὴ ἀνακούφιση λίγων ἀνθρώπων, ἀλλὰ διαρκὴς ἀγώνας γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἄδικων καὶ καταπιεστικῶν δομῶν τῆς κοινωνίας, ποὺ δημιουργοῦν ἀναγκεμένους ἀνθρώπους.
[…] γιὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο αὐτὸ τὸ πρόγραμμα τῆς λογείας (σημ. οἰκονομικὴ στήριξη) δὲν εἶχε ὡς στόχο τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν ἁπλὴ ἀνακούφιση τῆς φτώχειας τῶν χριστιανῶν στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ τὴν ἰσοκατανομὴ τῶν ἀγαθῶν κατὰ τὸ πρότυπο τῆς συντήρησης τῶν Ἰσραηλιτῶν μὲ τὸ μάννα στὴν ἔρημο καὶ κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς ἴδιας τῆς πρωτοχριστιανικῆς κοινότητας τῶν Ἱεροσολύμων.



Δημητρίου Πασσάκου, Τὸ κοινωνικο-οικονομικὸ πλαίσιο καὶ ἡ κοινωνικὴ διδασκαλία τῶν πρωτοχριστιανικῶν κοινοτήτων, στὸ Βιβλικὴ θεολογία τῆς ἀπελευθέρωσης, πατερικὴ θεολογία καὶ ἀμφισημίες τῆς νεωτερικότητας, Ἱερὰ Μητρόπολις Δημητριάδος, ἐκδ. Ἴνδικτος