Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

ἡ ἀποκαθήλωση τῆς ἐξουσίας στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη

Κώστας Λουδοβίκος, Τὸ στέμμα τοῦ θηρίου

[…] Πολιτικὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης ἡ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία βρίσκεται στὸ ἀπόγειο τῆς ἐπέκτασης τῶν ὁρίων της. Περιλαμβάνει ὅλο σχεδὸν τὸν μεσογειακὸ χῶρο καὶ μάλιστα σὲ μεγάλο βάθος. Ὁ πληθυσμὸς τῆς ὑπαίθρου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀστικῶν κέντρων βρίσκεται σὲ οἰκονομικὴ ἐξαθλίωση, ἐξαιτίας πολλῶν οἰκονομικῶν κρίσεων καὶ πολέμων, ἀλλὰ καὶ ἐξαιτίας τῶν τεράστιων δαπανῶν ποὺ ἀπαιτοῦνταν γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ πολυάριθμου στρατοῦ καὶ τῆς πολυδάπανης κρατικῆς μηχανῆς. Στὴν κοινωνία κυριαρχοῦν νεόπλουτοι ἐπαρχιῶτες, ἐνοικιαστὲς φόρων καὶ μεγαλογαιοκτήμονες, ποὺ προκαλοῦν τὴν ἔντονη ἀντίδραση τῶν λαϊκῶν στρωμάτων μὲ τὴν ἀλόγιστη κατασπατάληση τοῦ πλούτου τους. Οἱ κοινωνικὲς ἀντιθέσεις εἶναι ὀξύτατες, ἡ διάδοση τῆς δουλείας εἶναι εὐρεία, ἡ ὠμὴ βία τῶν κρατούντων σὲ βάρος τῶν κατακτημένων λαῶν καὶ ἡ ἀπληστία τῶν πολιτικῶν καὶ στρατιωτικῶν ἀξιωματούχων εἶναι ἐμφανέστατες. Ἡ κοινωνία λοιπὸν αὐτὴ ποὺ βρίσκεται σὲ ἀποσάθρωση ἐπιχειρεῖται νὰ διακυβερνηθεῖ μὲ τὴν προβολὴ τῆς λατρείας τοῦ αὐτοκράτορα. Ἔτσι ὁ αὐτοκράτορας ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Δομιτιανοῦ ἀναγορεύεται «κύριος καὶ θεός». Ἡ θεοκρατικὴ αὐτὴ θεμελίωση τῆς λειτουργίας τῆς ἐξουσίας, παρμένη ἀπὸ τὰ βασίλεια τῆς Ἀνατολῆς, στηρίζεται στὸν ἐπίγειο θεό – αὐτοκράτορα. Δὲν περιορίζεται δηλαδὴ στὴ μέχρι τώρα χρήση τῆς ἐπίσημης πολιτικῆς λατρείας, ἀλλὰ θεοποιεῖ τὸν ἴδιο τὸν αὐτοκράτορα.
[…] Ὁ Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψη ἐπιλέγει τὸν δρόμο τῆς ρήξης. Δὲν εἶναι ὅμως εὔκολο νὰ ἐκφράσει ἀνοικτὰ τὴ στάση του αὐτή. Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν ἐπικίνδυνο. Ἐξάλλου, στόχος του δὲν ἦταν νὰ ἀσκήσει κριτικὴ στὴ ρωμαϊκὴ ἀρχὴ ὴ νὰ ἐκφράσει τοὺς ὅρους κάτω ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ γίνει ἀνεκτή, ὅπως λ.χ. στὴν περίπτωση τοῦ Παύλου. Ἀντίθετα στόχος του ἦταν ἡ καλλιέργεια τῆς συνείδησης τῶν Χριστιανῶν. Γι’ αὐτὸ ἐπέλεξε ὡς μέσο ἔκφρασης τὴ συμβολικὴ γλῶσσα καὶ χρησιμοποιεῖ σύμβολα, εἰκόνες καὶ παρεκκλίνοντες γλωσσικοὺς τρόπους· πράγματα συνήθη στὴν τεχνικὴ τῆς ἰουδαϊκῆς ἀποκαλυπτικῆς, κατανοητὰ μὲν ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ἀποδέκτες του, ἀκατανόητα ὅμως ἀπὸ τὶς κρατικὲς καὶ ἀστυνομικὲς ρωμαϊκὲς ἀρχές.
[…] Ὁ Ἰωάννης ἀντιμετωπίζει τὴν ἐξουσία ὄχι μέσα ἀπὸ μιὰ δεοντολογικὴ περιγραφὴ τοῦ ρόλου της, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς πραγματικῆς λειτουργίας της, ποὺ εἶναι βίαιη, ἀπάνθρωπη καὶ καταπιεστική. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἀποδίδει συμβολικὰ μὲ ἕνα θηρίο ποὺ ἔχει δέκα κέρατα καὶ ἑπτὰ κεφάλια. Ξεμασκαρεύει τὴν υπεροπτικὴ αὐτὴ ἐξουσία τῆς ὠμῆς βίας, ποὺ ἐμφανίζεται ὡς εὐεργέτιδα τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἀπομυθοποιεῖ τὴ θεοκρατικὴ ἰδεολογία ποὺ χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ τοὺς καθυποτάξει. […]

Ἰωάννη Σ. Πέτρου, Ἡ πολιτικὴ τῆς Ἀποκάλυψης καὶ ὁ κοινωνικοπολιτικὸς μύθος τῆς σύγχρονης ἀποκαλυπτικῆς στὸ «Ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη. Προβλήματα φιλολογικά, ἱστορικά, ἑρμηνευτικά, θεολογικά.» Λευκωσία 1991

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

στὴν ἀνοιχτοσιὰ τῆς ἰσορροπίας

Πανσέληνος, λεπτομέρεια Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου

[…] Πρέπει νὰ ξεπεράσει κανεὶς τὸν τυφλὸ φανατισμὸ καὶ νὰ συλλάβει τὰ ἄφθαρτα στοιχεῖα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ τὸ μεγάλο της οἰκοδόμημα δὲν ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ δόγματα καὶ μοναστικοὺς κανονισμούς. Τὄχτισαν ποιητές, μουσικοί, ζωγράφοι, κεντηστάδες, χρυσικοὶ καὶ καλαϊτζῆδες, χτίστες καὶ ἀρχιτέκτονες. Ὅλοι αὐτοὶ μὲ τὸν τρόπο τους ἐκφράσανε τὸ συνδυασμὸ τοῦ πνεύματος μὲ τὴ σάρκα, τὴ θεϊκὴ ἰσορροπία ἀνάμεσα στὰ δύο, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανισμοῦ. Ὅλοι αὐτοὶ ἦταν μυημένοι σ’ αὐτὴ τὴν ἰσορροπία. […]
 Γιάννης Τσαρούχης, Ὡς στρουθίον μονάζον ἐπὶ δώματος, ἐκδ. Καστανιώτης, Ἀθήνα 1987




Γιάννης Τσαρούχης, Ψαριανὴ
[…] Δυὸ μεγάλα ψέματα ἔχουν εἰπωθεῖ σχετικὰ μὲ τὴ βυζαντινὴ ζωγραφική. Πρῶτον, ὅτι ἔμεινε ἀναλλοίωτη ἐπὶ αἰῶνες καὶ δεύτερον ὅτι ἐμίσησε τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἡδονή, προσπαθώντας νὰ ἀποδώσει τὴν ἀνυπαρξία. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ βυζαντινὴ ζωγραφικὴ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἕνας συγκεκριμένος καὶ περιορισμένος σκοπός. […]

Γιάννης Τσαρούχης, Ἀγαθὸν τὸ ἐξομολογεῖσθαι, ἐκδ. Καστανιώτης, Ἀθήνα 1986

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Σταυρὸς καὶ élites



[…] καὶ πρὸς τὶς δύο αὐτὲς élites τοῦ ἰουδαϊκοῦ καὶ τοῦ ἐθνικοῦ κόσμου, εἶχε ὁ Θεὸς νὰ λύσει ἀπὸ μακροῦ ὑφιστάμενους λογαριασμούς. Κάνει κάτι ἀπίθανο, σὰν νὰ θέλει ἐπίτηδες νὰ τοὺς παγιδέψει. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο κάνει κάτι ποὺ φαίνεται χονδροειδὴς μωρία. Αὐτοὶ προσπαθοῦσαν δῆθεν νὰ φτάσουν στὸ Θεό, κατέληγαν ὅμως πάντοτε στὸν ἑαυτό τους· ἔκαναν τὸ Θεὸ προβολὴ τῶν ἀπαιτήσεών τους. Ἔφθαναν μὲ τὴ σοφία τους νὰ μάθουν ἀρκετὰ γιὰ τὸ θεῖο, ποτὲ ὅμως δὲν ἀναγνώρισαν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς élites ἀποκρούουν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ δὲν ταιριάζει ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀνώτερη κοινωνική τους τάξη καὶ τὸ ὑψηλὸ φρόνημα ἐγωισμοῦ καὶ αὐτοπροβολῆς, ἀλλὰ -τὸ σπουδαιότερο- μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς σοφίας τους. […] Ἀντίθετα οἱ ταπεινοὶ καὶ καταφρονεμένοι, αὐτοὶ δὲν ἐμποδίζονται ἀπὸ καμιὰ δική τους ἰδεολογικὴ ἢ κοινωνικὴ προκατάληψη, γι’ αὐτὸ τὸ λόγο εἶναι, καταρχή, ἀνοιχτοὶ στὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Μεσσίας κατὰ τὴν ἰουδαϊκὴ θεολογία δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι παθητός· ἀντίθετα ὡς Μεσσίας θὰ γινόταν δεχτὸς κάποιος, ποὺ ζωσμένος μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, θὰ τὴν ἔθετε στὴ διάθεση καὶ στὶς ἐπιδιώξεις τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῆς ὑπεροχῆς του ἐπὶ τῶν ἄλλων λαῶν. Ἐξάλλου ὁ σοφὸς τοῦ ἐθνικοῦ κόσμου ἀναζητοῦσε τὴ σωτηρία σὲ κάποια σωστὴ ἀνάλυση τοῦ κόσμου, ποὺ θά ’φερνε τὴν κατανόηση, τὴ γαλήνη καὶ τὴν ἠρεμία στὸν ἄνθρωπο. […] Ὅσοι αἰσθάνονταν μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο ἰσχυροὶ ἀπέρριψαν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, κλήθηκαν ὅμως νὰ τὸ δεχθοῦν τὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα τῆς αὐτοκρατορίας. Γι’ αὐτούς, ἕνας ὅμοιός τους, καταδικασμένος ἀπὸ τὴ Ρώμη σὲ σταυρικὸ θάνατο, γιατὶ νὰ μὴν μποροῦσε νὰ ἐκφράζει τὴ δύναμη καὶ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ; Ἔτσι ὁ Θεὸς τὸ οἰκονόμησε, ὥστε οἱ πρῶτοι νὰ ἀπορρίπτουν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, οἱ δεύτεροι νὰ τὸ ἐνστερνιστοῦν. Ὁ Θεὸς ἔσωσε τοὺς ταπεινοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ φαινομενική, ἂν καὶ ὄχι πραγματικὴ «μωρία» του. Ὁ Χριστὸς ἀποδείχθηκε γι’ αὐτοὺς «δύναμις» Θεοῦ, ὄχι μὲ τὰ θαύματά του ἢ ἀκόμα καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του, ἀλλὰ ὡς «ἐσταυρωμένος». Ὡς «ἐσταυρωμένος», μὲ τὴν ἀδυναμία τοῦ Σταυροῦ, ὁ Χριστὸς ἀσκεῖ ἕλξη καὶ δύναμη πάνω στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἐσταυρωμένος εἶναι ὅλα τὰ παθήματα καὶ οἱ πόνοι τῆς ἀνθρωπότητας συγκεντρωμένα, σὲ μιὰ ἀπίστευτη γιὰ τὸν κόσμο ἔκφραση δύναμης τοῦ Θεοῦ γιὰ ὑπέρβαση καὶ ὑπερνίκηση. Μέσα στὴν ἀπόγνωση καὶ τὸ ἀδιέξοδο ποὺ εἶχε ξαπλώσει παντοῦ ἡ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, καὶ μέσα στὴν ἔλλειψη ὁποιουδήποτε φωτισμοῦ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἡγεσία, ποὺ μὲ λεπτεπίλεπτα διανοητικὰ τερτίπια ἄλλοτε δικαίωνε καὶ κολάκευε καὶ ἄλλοτε φρόντιζε νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν καθημερινὴ πραγματικότητα, ὁ Θεὸς στὸ πρόσωπο τοῦ «ἐσταυρωμένου» ἀπὸ τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου ἐκπροσώπους του, ἀποφάσισε νὰ δώσει διέξοδο καὶ ἐλπίδα στὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ κόσμος δὲν πρέπει νὰ περιμένει τίποτε σωστὸ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ στηρίζονται στὸν ἑαυτό τους γιὰ νὰ κάνουν κάτι γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἡ σωτηρία θὰ ἔλθει ἀπὸ ἕνα κατάδικο στὴν ἔσχατη ποινή, στὸν ὁποῖο θὰ προσκολληθοῦν τὰ ἀδύνατα στρώματα τῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρόσκληση τῆς μωρίας τοῦ Εὐαγγελίου. […]
Ἡ ἀπολυτρωτικὴ ἀξία τοῦ Σταυροῦ, ἂν γινόταν παραδεκτὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς élites, θὰ σήμαινε ἀπόρριψη τῆς λυτρωτικῆς ἀξίας τῶν προνομίων τους (ἐθνικῶν, θρησκευτικῶν, πνευματικῶν καὶ πολιτιστικῶν). Οἱ ταπεινοὶ καὶ καταφρονεμένοι, ποὺ οἱ ἰσχυροὶ εἶχαν περιπαίξει καὶ ἐξαπατήσει, στὸ σταυρωμένο Χριστὸ ἔβρισκαν ὄχι μόνο κάτι ἀπὸ τὸν εαυτό τους, ἀλλὰ τὸ ἀνέλπιστο. Αὐτοὶ μποροῦσαν νὰ καταλάβουν καὶ νὰ πιστέψουν πὼς ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ δημιουργοῦσε μιὰ νέα δυνατότητα γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. […]


Σάββας Χρ. Ἀγουρίδης, Ἀποστόλου Παύλου πρώτη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσ/νίκη 1982    

Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018

ἡ εὐθύνη ἔναντι τῆς ἐλευθερίας

Χαράλαμπος Θεμιστοκλέους


[…] Ἡ χριστιανικὴ ἐλευθερία προσφέρεται σὲ ὅλον τὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲ γίνεται πάντοτε δεκτὴ ἀπὸ τὸν κόσμο οὔτε ὁλοκληρώνεται μέσα σ’ αὐτόν. Ἀκόμα ἡ χριστιανικὴ ἐλευθερία κηρύσσεται ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἀλλὰ δὲ βιώνεται οὔτε κατανοεῖται πάντοτε σωστὰ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Συχνὰ μάλιστα παρουσιάζεται ὡς στιγνὴ δουλεία. Καὶ δὲν ὑπάρχει στιγνότερη δουλεία ἀπὸ ἐκείνη ποὺ ἐπιβάλλεται ἐν ὀνόματι τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ, ὅταν παρουσιάζεται ὡς ἐξουσία ποὺ προσδιορίζει δυναστικῶς τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν ἐπιβάλλει καμιὰ μορφὴ δουλείας. Κανεὶς δὲ δικαιοῦται νὰ ἐπιβάλλει στὸν ἄνθρωπο τὴ θέλησή του ἢ νὰ τὸν ἐξαναγκάσει σὲ ὁποιαδήποτε ἐπιλογή, ἀφοῦ οὔτε ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει αὐτὸ στὸν ἑαυτό του.
Ἡ εὐαισθησία ποὺ ὑπάρχει σήμερα στὸν κόσμο γιὰ τὴν ἐλευθερία ἔχει τὶς ρίζες της στὴ χριστιανικὴ διδασκαλία. Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ὄξυνε στὸν κόσμο τὸ αἰσθητήριο τῆς ἐλευθερίας. Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐννοήσουμε τὰ ἀπελευθερωτικὰ κινήματα ποὺ παρουσιάστηκαν στὴν ἱστορία μετὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ κήρυγμα τῆς χριστιανικῆς ἐλευθερίας. Ὅταν ὅμως ἡ ἐμπειρικὴ κατάσταση τῆς ζωῆς τῶν Χριστιανῶν διαψεύδει τὸ κήρυγμα τῆς ἐλευθερίας, τότε αὐτὸ μεταβάλλεται σὲ παράγοντα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀνατροπή της. Ἔτσι τὸ κήρυγμα τῆς χριστιανικῆς ἐλευθερίας δὲν προσφέρει μόνο λύσεις σὲ κοινωνικὰ προβλήματα, ἀλλὰ καὶ ἐπισημαίνει κοινωνικὰ προβλήματα. Ἡ ἐπισήμανση αὐτὴ γίνεται μὲ τὴν καλλιέργεια τοῦ πνεύματος τῆς ἐλευθερίας καὶ τὴν ἀπογύμνωση τῶν ἀνελεύθερων καταστάσεων ποὺ ὑπάρχουν στὴν κοινωνία. Καὶ ἡ λύση στὶς περιπτώσεις αὐτὲς μπορεῖ νὰ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν ἀντίστοιχη ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων γιὰ ἐλευθερία. Ἐπειδὴ ὅμως τὰ αἰτήματα αὐτὰ δημιουργοῦνται ἀπὸ χριστιανικὰ ἐρεθίσματα, ἡ ἱκανοποίησή τους δὲν εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴν ἐλευθερία ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία.     

Γεωργίου Μαντζαρίδη, Χριστιανικὴ Ἠθική, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2000

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018

ἰδιοκτησία - ἡ ὑπονόμευση τῆς δημιουργίας




[…] Ἡ ἀρχικὴ τάξη, τὸ θέλημα ἑπομένως τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἀπήχηση καὶ τῆς ἐσχατολογικῆς μακαριότητας, δὲν ἐμπεριέχει τὸ γεγονὸς καὶ τὴν ἐννοια τῆς ἰδιοκτησίας. Κατὰ τρόπο ὑπερφυή, βέβαια, ὅλα ἦταν καὶ θεωροῦνταν κοινά. Ὅλα γιὰ ὅλους, διότι ὅλα καὶ ὅλοι ἦταν καὶ ἔνιωθαν δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν εἶχαν τὶς συνήθεις βιοτικὲς ἀνάγκες.
Ἡ αἴσθηση τῆς ἰδιοκτησίας εἰσῆλθε στὴν ἱστορία μὲ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Τὴν αἴσθηση αὐτὴ περιγράφει ὁ Χρυσόστομος μὲ τὰ λεξίδια «τὸ ἐμὸν» καὶ  «τὸ σὸν» (π.χ. PG 57, 255 καὶ PG 57, 671), ὑπογραμμίζοντας πάντα ὅτι τὸ αἴσθημα τῆς ἰδιοκτησίας, «τὸ ἐμόν», ἀποτελεῖ πηγὴ «μύριων κακῶν καὶ πολέμων» (PG 57, 671). Αὐτὸ εἶναι ὑπεύθυνο γιὰ ὅλη τὴν ἀναστάτωση, τὴν ἀντινομία καὶ τὴν ἀντιπαλότητα ποὺ ταλαιπωροῦν τὶς κοινωνίες ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἐποχῶν.
Οἱ διαμάχες τῶν ἀνθρώπων βρίσκονται σὲ ἄμεση ἐξάρτηση ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι κάποιος ἐπεμβαίνει καὶ καθιστᾶ δικό του ἕνα ἀντικείμενο ἢ κάποιο ἀγαθό. Πολὺ περισσότερο, ὅταν ἐπεμβαίνει καὶ ἀποσπᾶ κάτι ἀπὸ τὰ ἀντικείμενα, ποὺ ὁ πλησίον του ἔχει κάνει ἰδιοκτησία του. […]
Ἡ κίνηση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ἰδιοκτησία συνιστᾶ κίνηση διασπάσεως τῆς ἑνότητας τῆς δημιουργίας. Καὶ ἡ προσφορὰ τοῦ ἀνθρώπου μέρους τῆς ἰδιοκτησίας του στὸν πλησίον, ἢ ἔστω καὶ μερικὴ ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὴν ἰδιοκτησία, συνιστᾶ κίνηση πρὸς ἀποκατάσταση τῆς καταστραφείσας ἀρχικῆς ἑνότητας, πρὸς τὴν ὁποία ὀφείλει νὰ στρέφεται κάθε προσπάθεια τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ἡ ἑνότητα αὐτὴ συνιστᾶ καὶ τὴν ὑπεσχημένη πραγματικότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἀφοῦ καὶ ἡ σπουδαιότερη ἀρετή, ἡ ἀγάπη, γεννᾶται μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἀκτημοσύνης. (PG 60, 94).
Ἡ ὀρθὴ κατανόηση τῆς σχέσεως ἰδιοκτησίας καὶ ἑνότητας τῆς δημιουργίας, ἡ ἐκτίμηση τῆς ἑνότητας ὡς ὑψίστου ἀγαθοῦ καὶ ἡ διακρίβωση τῶν ἀρνητικῶν συνεπειῶν τῆς ἰδιοκτησίας, ὁδήγησαν τὸν Χρυσόστομο στὴν ἀποδοχὴ τῆς ἀκτημοσύνης ὡς τῆς ἰδεώδους καὶ ἐπιδιωκτέας καταστάσεως. […]

Στυλιανοῦ Παπαδόπουλου, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τ. Β, ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 22010