Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Filioque...


[…] Πράγματι, θὰ ἦταν μιὰ καρικατούρα νὰ ἀντιπαρατάξουμε τὴν ὀρθόδοξη πρὸς τὴν καθολικὴ Ἐκκλησία σὰν μιὰ πνευματικὴ Ἐκκλησία πρὸς μιὰ κοινωνία ὅπου ὁ νομικισμὸς καὶ ἡ ἐξουσία ἐξαφάνισαν τὸν προφητικὸ χαρακτήρα. Θὰ ἔπρεπε γι’ αὐτὸ νὰ ἀγνοήσουμε ὁλότελα τὴν ἐξαιρετικὴ θρησκευτικὴ ἄνθηση ποὺ σφράγισε τόσο τὴν περίοδο τῆς Ἀντιμεταρρυθμίσεως ὅσο καὶ τὸν ΙΘ´ αἰώνα.
Ὡστόσο, ὅταν ὁ Olivier Clément γράφει πὼς «ὁ "φιλιογκβισμός", ὁ ὁποῖος κάνει νὰ μοιράζεται ἀπὸ τὸν Υἱὸ τὸ βασικὸ προνόμιο, ποὺ ἀνήκει μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Πατρός, θέτοντας τὸ Πνεῦμα, σχετικὰ μὲ τὴν ἴδια τὴν ὑποστατική του ὕπαρξη, σὲ ἐξάρτηση ἀπὸ τὸν Υἱό, χωρὶς ἀμφιβολία συνετέλεσε στὸ νὰ αὐξήσει τὸ θεσμικὸ καὶ ἐξουσιαστικὸ στοιχεῖο τῆς ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας», (L’ Église orthodoxe, Παρίσι 1961, σ. 50) ἐπαναλαμβάνει ἁπλά, ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἄποψη, μιὰ παρατήρηση ἀρκετὰ σημαντικὴ τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτου:
«Ἡ πλάνη αὐτῶν ποὺ ἀρνοῦνται τὸ πρωτεῖο τοῦ Τοποτηρητῆ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴν καθολικὴ Ἐκκλησία, μοιάζει μὲ τὴν ἄρνηση τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σὲ σχέση μὲ τὸν Υἱό. Πράγματι, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ ἁγιάζει τὴν Ἐκκλησία του καὶ τὴν σφραγίζει μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως μὲ ἕνα χάραγμα καὶ μὲ μιὰ σφραγίδα… Παρόμοια, ὁ Τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸ πρωτεῖο του καὶ τὶς φροντίδες του, ὅπως ἕνας πιστὸς δοῦλος, διαφυλάσσει τὴν καθολικὴ Ἐκκλησία ὑποταγμένη στὸ Χριστό» (Contra errores Graecorum 32).
Εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ ρωμαϊκὴ ἐκκλησιολογία διαφέρει ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη καὶ δὲν εἶναι ἐκπληκτικὸ ὅτι καὶ ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτος ἐπεσήμανε ἐδῶ μιὰ τριαδικὴ ρίζα. […] Αναμφίβολα δὲν ἀποτελεῖ μιὰ ὑπόθεση αὐθαίρετη τὸ νὰ βλέπουμε μιὰ σχέση μεταξὺ τοῦ σχετικοῦ παραγκωνισμοῦ τῆς προσωπικῆς πραγματικότητας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ περικλείει τὸ Filioque, καὶ τῆς τάσεως νὰ αὐξάνεται ὁ ρόλος τῆς ἐξουσίας καὶ νὰ «λησμονεῖται» τὸ Ἅγιο Πνεῦμα -ἢ νὰ τοποθετεῖται δύσκολα σὲ σχέση μὲ τὸ θεσμό, ὅπως στὶς χαρισματικὲς κινήσεις-, ποὺ εἴδαμε συχνὰ στὴ Δύση.

Ἀρχιμ. Πλακίδα Deseille, Ἡ πορεία μου πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, μτφρ. Ἀρχιμ. Συμεὼν Κούτσα, Ἀθήνα 21993  


Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

πρόσωπο καὶ κράτος



Miguel_Hernandez
 […] Ἡ ἀκραία μορφὴ τῆς ἀντικειμενοποίησης ἀντιπροσωπεύεται, ἐννοεῖται, ἀπὸ τὸ Κράτος. Τὸ Κράτος ἀγνοεῖ τὸ μυστήριο τοῦ προσώπου, ἔχει ὑπ’ ὄψη του μιὰ ἀφηρημένη μονάδα, ὄχι τὸ ζωντανὸ πρόσωπο. Τὸ Κράτος δὲν εἶναι ὑπαρξιακό, δὲν κρύβει μέσα του αὐτὸ τὸ στοιχεῖο ὑπαρξιακότητας ποὺ εἶναι παρόν, λόγου χάρη, στὴν πατρίδα, στερεῖται κάθε θαλπωρῆς καὶ κάθε ζωῆς. Τὸ Κράτος εἶναι μόνο καὶ μόνο μιὰ λειτουργία ἀντικειμενοποίησης, καὶ ὅ,τι ἀντιτίθεται περισσότερο στὴ μέθεξη. Ἡ μέθεξη δὲν εἶναι ποτὲ γνώρισμα τῶν λειτουργιῶν τοῦ Κράτους καὶ ὅταν ἀπαντᾶται σ’ αὐτές, εἶναι πάντα ἐξ αἰτίας τῆς εἰσβολῆς μέσα της κάποιου στοιχείου ἄλλης τάξεως. […] Ἡ δύναμη μιᾶς κοινωνίας καὶ εἰδικότερα ἡ κρατικὴ δύναμη δὲν συνιστᾶ ἀξία ἀφ’ ἑαυτοῦ της, καὶ μπορεῖ νὰ εἶναι ἐκδήλωση μιᾶς δαιμονικῆς φύσης. Ἡ ἀδυναμία τοῦ προσώπου μπροστὰ στὴν κοινωνία, μπροστὰ στὸ Κράτος, μπορεῖ νὰ ἀντιπροσωπεύει τὴν ὑψηλότερη ἀξία. Αὐτὸ ποὺ ὑπερέχει μὲ τὴ δύναμη μέσα σ’ αὐτὸν τὸν ἀντικειμενοποιημένο, ἔκπτωτο κόσμο, δὲν εἶναι καθόλου αὐτὸ ποὺ ἔχει τὴ μεγαλύτερη ἀξία. Ὁ ἄνθρωπος ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὸ Κράτος, ἀλλὰ συμβαίνει νὰ συνθλίβεται ἀπὸ τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὸ Κράτος ποὺ ἔχουν γίνει εἴδωλα τοῦ ἀντικειμενοποιημένου καὶ ἔκπτωτου κόσμου, τοῦ κόσμου τῆς διάσπασης, ὅπου οἱ σχέσεις στηρίζονται στὴ βία. Τὸ ἰδιαίτερο γνώρισμα τοῦ ἀντικειμενοποιημένου καὶ κοινωνικοποιημένου κόσμου εἶναι νὰ εἰσάγει παντοῦ τὴν τάξη, τὴν διαταγή, τὴν ἐξουσία. Αὐτὴ εἶναι μία ἀπὸ τὶς ὄψεις κάθε ἀντίληψης ποὺ ἑδράζεται στὴν κοινωνιολογία. Μιὰ ἄλλη ὄψη εἶναι νὰ μὴ βλέπει (αὐτὴ ἡ ἀντίληψη) μέσα στὸν κόσμο, τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν ἐργασία καὶ νὰ (ἀνα)παριστάνει τὸν κόσμο καὶ τὴν κοινωνικὴ ζωὴ μὲ πρότυπο τὸ ἐργαστήριο ἢ τὸ ἐργοστάσιο. Λησμονοῦμε συχνὰ ὅτι μιὰ φιλοσοφία τῆς ἐργασίας δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ἀντιυλιστική, καὶ ὅτι ἡ ἐργασία εἶναι πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς οὐσίας καὶ ὄχι ὑλικῆς ὅπως ἤθελε ὁ Marx. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐργασία μπορεῖ νὰ μπεῖ στὴν ὑπηρεσία ὄχι μόνο τῆς κοινωνίας ἀλλὰ τῆς μέθεξης. Ἂν συμβαίνει αὐτό, συμβαίνει στὸ βαθμὸ ποὺ ἡ ἐργασία ἀντιπροσωπεύει μιὰ ἰδιότητα τοῦ προσώπου. Στὸν κομμουνισμὸ δὲν ὑπάρχει μέθεξη, δὲν ὑπάρχει τίποτε περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἐπικοινωνία ποὺ θέλουμε μὲ τὸ ζόρι νὰ τῆς προσδώσουμε ἕνα χαρακτήρα μέθεξης. Ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ὅπως ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ Κράτος εἶναι ἡ μετατροπὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἀντικείμενο. Καὶ ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο δὲν αἴρεται παρὰ μὲ μιὰ πράξη ποὺ ἀνακαλύπτει τὸ «ἐσύ»· κι αὐτὸ δὲν ἀποκαλύπτεται οὔτε μέσα στὸν καπιταλισμό, οὔτε μέσα στὸν ὑλιστικὸ κομμουνισμό. […]

Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοὶ περὶ ὑπάρξεως, μτφρ. Βάσω & Σωτήρης Γουνελᾶς, ἐκδ. Παρουσία, Ἀθήνα 1996

Σάββατο 12 Μαΐου 2018

ἀναρχία - ὁ μυστικὸς θάνατος


Νίκος Κασκούρας, Ἀρχιτέκτονας
[…] τὶ σχέση μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ δολοφονία προσώπων μὲ τὸν ἀναρχισμό, μὲ τὴ διδασκαλία μιᾶς μὲ πάθος ἐπιδιωκώμενης κοινωνίας χωρὶς κράτος καὶ χωρὶς αὐταρχικὸ καταναγκασμό, μὲ τὸ κίνημα ἐνάντια στὸ κράτος καὶ τὴ νομιμοποιημένη βία; Ἀπολύτως καμία. Ὅμως οἱ ἀναρχικοὶ θεωροῦν ὅτι οἱ διδασκαλίες καὶ οἱ ἐξαγγελίες δὲν ἐπαρκοῦν· τὸ καινούριο κοινωνικὸ οἰκοδόμημα δὲν μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ, διότι τὸ ἐμποδίζει ἡ βία τῶν ἐξουσιαστῶν· ἔτσι βγάζουν τὸ συμπέρασμα ὅτι μαζὶ μὲ τὴν προφορικὴ καὶ γραπτὴ προπαγάνδα, καθὼς καὶ μὲ τὸν σχεδιασμό, συμβαδίζει καὶ ἡ καταστροφή. Αὐτοὶ ἀδυνατοῦν πάρα πολὺ στὸ νὰ θέτουν ὅρια· ἔτσι τουλάχιστον προπαγανδίζουν τὴν πράξη καὶ κάνουν προπαγάνδα μέσῳ τῆς πράξης. […]
Ἡ πολιτικὴ τῶν δολοφονικῶν ἐπιθέσεων τῶν ἀναρχικῶν, ἐξαιτίας τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο ἀγωνίζεται μιὰ μικρὴ ὀμάδα, καταλήγει ἐν μέρει νὰ ἐξομοιωθεῖ μὲ αὐτὴ τῶν μεγάλων κομμάτων. Αὐτὴ ὑποκρύπτει μιὰ ἀλαζονεία. […]
Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ βασικὸ σφάλμα τῶν ἐπαναστατῶν ἀναρχικῶν, τὸ ὁποῖο συμμεριζόμουν κι ἐγὼ γιὰ ἀρκετὸ μαζί τους, τὸ ὅτι πιστεύουν δηλ. ὅτι μποροῦν νὰ πετύχουν τὸ ἰδανικὸ τῆς μὴ βίας μέσῳ τῆς βίας. […] Καὶ ἡ ἀναρχικὴ βία εἶναι μιὰ αὐταρχικὴ βία. Συνεπῶς κάθε βία εἶναι ἢ δεσποτισμὸς ἢ αὐταρχισμός.
Οἱ ἀναρχικοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀντιληφθοῦν τὸ ἑξῆς: ἕνας σκοπὸς ἐπιτυγχάνεται μονάχα ὅταν τὸ μέσο ἔχει ἤδη βαφτεῖ μὲ τὸ χρῶμα αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ. Ποτὲ δὲν φτάνει κάποιος στὴ μὴ βία μέσῳ τῆς βίας. Ἡ ἀναρχία ὑπάρχει ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχουν ἀναρχικοί, πραγματικοὶ ἀναρχικοί, ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἀσκοῦν πλέον καμιὰ βία. […]
Ἡ ἀναρχία ποτὲ δὲν θὰ εἶναι μιὰ ὑπόθεση τῶν μαζῶν, ποτὲ δὲν θὰ ἔρθεῖ στὸν κόσμο μέσῳ τῆς ἐπιδρομῆς ἢ τῆς ὁπλισμένης ἐξέγερσης. Καὶ ἀκόμη περισσότερο, τὸ ἰδανικὸ τοῦ ὁμοσπονδιακοῦ σοσιαλισμοῦ δὲν μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ μὲ τὸ νὰ περιμένουμε μέχρις ὅτου τὸ ἤδη συσσωρευμένο κεφάλαιο καὶ ἡ κυριότητα τῆς γῆς νὰ περιέλθουν στὰ χέρια τοῦ λαοῦ. Ἡ ἀναρχία δὲν εἶναι μιὰ ὑπόθεση τοῦ μέλλοντος, ἀλλὰ τοῦ παρόντος· εἶναι μιὰ ὑπόθεση τῆς ζωῆς κι ὄχι τῶν ἀπαιτήσεων. […]
Ὅποιος δολοφονεῖ, βαδίζει πρὸς τὸν θάνατο. Αὐτοὶ ποὺ θέλουν νὰ δημιουργήσουν τὴ ζωὴ πρέπει νὰ εἶναι ἐκ νέου ζωντανοὶ καὶ ἀπὸ μέσα τους ἀναγεννημένοι. […]
Ἡ κατάσταση τῆς ἀναρχίας μπορεῖ νὰ δημιουργηθεῖ μονάχα σ’ ἕνα καινούριο κόσμο, σὲ μιὰ χώρα ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμη ἀνακαλυφθεῖ. Αὐτὴ τὴ χώρα κι αὐτὸν τὸν πλούσιο κόσμο θὰ τὰ βροῦμε ὅταν θ’ ἀνακαλύψουμε, ὁ καθένας μέσα στὸν ἑαυτό του, μέσῳ τοῦ χάους καὶ τῆς ἀναρχίας, μέσῳ τῆς πρωτόφαντης, σιωπηρῆς καὶ βαθιᾶς ζωῆς, ἕναν καινούργιο ἄνθρωπο. Μόνο τότε θὰ ὑπάρξει ἀναρχία, μόνο τότε θὰ ὑπάρξουν ἀναρχικοί, ἐδῶ κι ἐκεῖ, μεμονωμένοι, διασκορπισμένοι· αὐτοὶ τότε θὰ συναντοῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ δὲν θὰ σκοτώνουν τίποτε ἄλλο παρὰ μονάχα τὸν ἑαυτό τους, ἕνας μυστικὸς θάνατος, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ μέσῳ τῆς πιὸ βαθιᾶς ἐνδοσκόπησης στὴν ἀναγέννηση· […]
Ἡ μεγάλη ἐποχὴ θὰ ἔρθει γιὰ ’κείνους τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ ἀνέχονται πιὰ ὄχι μόνο καταστάσεις καὶ θεσμούς, ἀλλὰ οὔτε τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό: γι’ αὐτοὺς ὁι ὁποῖοι δὲν θὰ σκοτώνουν ἄλλους ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό. […]
Μόνο ὅποιος λογαριάζει τὸ ἄγνωστο, λογαριάζει σωστά. Διότι ἡ ζωὴ καὶ ὁ πραγματικὸς ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται μέσα μας εἶναι ἀκόμη ἄγνωστα κι ἀκατονόμαστα γιὰ μᾶς. […]
Καὶ θέλω νὰ πῶ μονάχα τὸ ἑξῆς: αὐτὴ ἡ ἐλευθερία ποὺ ἐγὼ προτάσσω, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐμφανιστεῖ ὡς μιὰ ἐξωτερικὴ πραγματικότητα, πρέπει ἀρχικὰ νὰ γεννηθεῖ καὶ νὰ καλλιεργηθεῖ στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου. Σήμερα ὁ σοσιαλισμὸς κατέληξε μὲ ἀνεπαίσθητο τρόπο νὰ γίνει μιὰ κακομεταχειρισμένη λέξη· συμπεριέλαβε ἕνα σωρὸ πράγματα, τὰ ὁποῖα τώρα εἶναι ἄσχετα μεταξύ τους. Ὁ δογματισμὸς καὶ ὁ ἀγώνας τῶν συνθημάτων, τὰ ὁποῖα κάποιος εἶχε θέσει ὡς οὐτοπικὰ ὁρόσημα γιὰ τὴν ἀρχὴ μιᾶς νέας περιόδου, βαίνουν παντοῦ πρὸς τὸ τέλος τους· ἡ πραγματικότητα ἐξω ἀπὸ τὶς λέξεις ἔγινε παντοῦ ρευστή, ἀνυπολόγιστη καὶ ἀσταθής. Καθαρότητα ὑπάρχει μονάχα στὴ σφαίρα τῆς ἀπόδειξης καὶ τῶν λέξεων. Ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει ἡ ζωὴ σταματάει ἡ συστηματική.
Καὶ οἱ ἀναρχικοὶ μέχρι τώρα ὑπῆρξαν πάρα πολὺ συστηματικοὶ καὶ περιορισμένοι σὲ σταθερὲς καὶ στενὲς ἔννοιες· καὶ αὐτὴ εἶναι τελικὰ ἡ ὁριστικὴ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα, γιατὶ οἱ ἀναρχικοὶ θεωροῦν πολύτιμη τὴν ἀνθρωποκτονία. Ἔχουν συνηθίσει νὰ μὴν ἔχουν πλέον σχέση μὲ ἀνθρώπους ἀλλὰ μὲ ἔννοιες. 


Γκούσταβ Λαντάουερ, Ἀναρχικὲς σκέψεις πάνω στὸν ἀναρχισμό, μτφρ. Γιάννης Καραπαπᾶς, πρωτοδημοσιεύθηκε τὸ 1901 στὴν ἐφημερίδα «Τὸ Μέλλον»