Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

ἐλευθερία - ἡ ὕλη καὶ ἡ μνήμη τοῦ ἔρωτα



Οἱ κεχαριτωμένοι βεβαιώνουν ὅτι «ἔστι δὲ καὶ ἐκστατικὸς ὁ θεῖος ἔρως, οὐκ ἐῶν ἑαυτῶν εἶναι τοὺς ἐραστάς, ἀλλὰ τῶν ἐρωμένων». Αὐτὸ ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐλευθερία δὲν εἶναι ἡ δυνατότητα ἐπιλογῆς ἀλλὰ ἡ κενωτικὴ θραύση τῶν ὑπαρκτικῶν προδιαγραφῶν. Ὁ Θεὸς εἶναι ἐλεύθερος ἐπειδὴ ὁ Ἴδιος κάνει τὴ φύση Του νὰ εἶναι. Στὴν περίπτωση τοῦ ἀνθρώπου συμβαίνει τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο: Ὁ ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ νὰ ὑπερβεῖ τοὺς προκαθορισμοὺς τῆς κτιστῆς φύσης μόνος του, γιατὶ δὲν εἶναι ἐλεύθερος.
Τὰ ἐγκαίνια τῆς ἐλευθερίας γιὰ τὸν ἄνθρωπο πραγματοποιήθηκαν κατὰ τὴ δημιουργία. Τὸ κτιστὸ πλάστηκε κατὰ τὴν ἐρωτικὴ ἔξοδο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἑαυτό Του. Συστατική του δομὴ εἶναι ἡ κλήση νὰ μετάσχει στὴν ἐλευθερία τοῦ Κτίστη: Νὰ ὑπάρχει ἀνάρχως, ἄνευ ὑπακοῆς στὴν ἀρχὴ τῆς κτιστῆς φύσης ποὺ ἰδιοτροπεῖ. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἱερέας τῆς κτίσεως μὲ ἔργο νὰ τὴν καταστήσει ἐλεύθερη ἀπὸ τὴ φυσικῶς διατεταγμένη πορεία τοῦ μηδενός, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προῆλθε. Ὁ ἐργαστηριακὸς τόπος αὐτῆς τῆς ἀνατροπῆς εἶναι ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ μετασκευάζεται ἡ φυσικὴ κλίση πρὸς τὸ μηδὲν σὲ ἀπάντηση πρὸς τὴν κλήση τοῦ Δημιουργοῦ.
Ὁ Θεὸς καλεῖ τὸ πλάσμα Του κατὰ τὴν ἐξόδιο δημιουργικὴ κίνησή Του. Ὁ μανικός Του ἔρως ὅμως δὲν ἀναπαύεται μόνο σὲ αὐτὴ τὴν ἐξ ἀποστάσεως κλήση. Κάποτε ἀναλαμβάνει νὰ κάνει τὴ δημιουργία σάρκα Του, ὥστε νὰ ἐξαλειφθεῖ παντελῶς ἡ ἀπόσταση μεταξύ τους. Ἡ φυσικὴ διαφορὰ Ἀκτίστου Θεοῦ καὶ κτιστῆς δημιουργίας ὑφίσταται ἀπαράγραπτη. Αὐτὸ ποὺ χαρίζει ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Δημιουργοῦ εἶναι ἡ δυνατότητα νὰ μηδενίζονται οἱ κτιστὲς ἀντιστάσεις κατὰ τὴν ἀγαπητικὴ ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος δύναται πιὰ νὰ κυριαρχεῖ στὴν a priori κυριαρχία τοῦ κτιστοῦ.
Ἡ ἐλευθερία λοιπὸν εἶναι ἡ ὕλη τῆς ἀγάπης. Ἄνευ τῆς κενωτικῆς ἐξόδου ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι συνάντηση· ψεύδεται σὲ πεποιθήσεις, ἄσαρκα νενομισμένα. Ἀκριβῶς δὲ ἐπειδὴ εἶναι ἄυλα γίνονται βορὰ στὴν ἀναγκαιότητα τοῦ χρόνου, λησμονοῦνται.  Εἶναι ἀδύνατο νὰ εἶναι ἐλεύθερος ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὰ βαρίδια τῆς λήθης. Ὅ,τι ἀν-α-ληθὲς λησμονεῖ πὼς ὁ ἑαυτός εἶναι γινόμενο καὶ ὄχι διαιρέτης. Ὁ σαρκωθεὶς Λόγος ὅμως εἶναι ἡ ἀλήθεια γιατὶ εἶναι ἐλεύθερος· δὲν ξεχάστηκε στὴ μεγαλειότητά Του ἀλλὰ τὴ μίκρυνε τόσο ὅσο ἀπαιτοῦσε ὁ ἔρωτας γιὰ τὸν ἀμνήμονα ἄνθρωπο.
Στὴν κρύα φάτνη τῆς Βηθλεὲμ ὁ ἔρωτας ἀπέκτησε ὕλη γιατὶ εἶχε μνήμη. Νὰ θυμόμαστε νὰ εἴμαστε ἢ ἀλλιῶς καλὴ λευτεριά!

Χριστὸς γεννέθεν χαρὰν σὸν κόσμον!    

Ἀνδρέας Γ. Βιτούλας   

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

γιὰ τὴ βυζαντινὴ ζωγραφικὴ

Ἐμμανουὴλ Πανσέληνος
Γενικὰ ἡ ὀρθόδοξη παράδοση καθορίζει τὰ ὅρια τῆς λογικῆς, ἐνῶ παράλληλα ἀποκαλύπτπεται ἐμπρὸς στὴ δύναμη τοῦ ὑπέρλογου. Ὁ Νίτσε εἶχε δίκιο! Ἡ Δύση προσπάθησε νὰ ἐξηγήσει τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ μὲ λογικά, νομικῆς φύσεως ἐπιχειρήματα κι ἀπέτυχε (Ἱερὸς Αὐγουστίνος). Ἀντίθετα, οἱ ἡσυχαστὲς (Νικόλαος Καβάσιλας, Γρηγόριος Παλαμᾶς) πιστεύουν στὴν ἰσχὺ τοῦ ὑπερβατικοῦ. Ἡ λογικὴ κουράζει, ἡ καρδιὰ ξεκουράζει (Παΐσιος, Ἀθωνίτης μοναχὸς ἀπὸ τὴν Οὐκρανία). Ἡ Δύση ἔκοβε τὶς δραστηριότητες τῆς ζωῆς σὲ κομμάτια, τεμάχιζε κατὰ κάποιον τρόπο τὴν ὕπαρξη. Ἀντίθετα, ἡ Ἀνατολὴ ἀντιμετώπιζε τὶς δραστηριότητες τῆς ζωῆς ὡς ὅλον, ὡς μιὰν ἀδιαίρετη ἑνότητα. Στὴ Δύση ἁμάρταναν στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ (indulgentia) κι ἔφεραν τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς κατάσαρκα, ὥστε νὰ τὸ ψηλαφίζουμε ἀκόμη καὶ σὲ δημιουργοὺς καὶ δημιουργίες τοῦ 20ου αἰώνα. Ἀντίθετα στὴν Ἀνατολὴ εἶχαν συνείδηση τῆς ἁμαρτίας, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἐντελῶς διαφορετικό. Τὸ Βυζάντιο ὑπῆρξε θεοκεντρικό, ἡ Δύση θεοκρατική. Ἡ διαφορὰ εἶναι καθοριστική. Ἀκόμα κι ἡ αἰσθητικὴ χαρὰ τῆς βυζαντινῆς τέχνης ἀπορρέει ἀπὸ τὴ συναισθηματικὴ ἔνταση καὶ τὴ συγκίνηση, ἐνῶ στὴ Δύση εἶναι καρπὸς λογικῶν διαδικασιῶν. […] Τὸ ὡραῖο, ἐν ὁλίγοις, καθορίζεται ἀπὸ τὴ ratio, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ πίστη. Τὸ Βυζάντιο, ἀντίθετα, κατανοεῖ πὼς καὶ τὸ θεῖο καὶ τὸ ὡραῖο ὑπερβαίνουν τὶς δυνατότητες τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς.  

Ἔτσι, θεολογία καὶ τέχνη ὀφείλουν νὰ καταστοῦν «ὑπέρλογες», κινούμενες ἀπὸ τὸ ἔνστικτο τῆς ψυχῆς. Ἡ νίκη τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ ἀποτελεῖ τὴ νίκη ἑνὸς χριστιανικοῦ ἀνθρωπισμοῦ διαφορετικοῦ ἀπὸ τὸν εἰδωλολατρικὸ ἀνθρωπισμὸ τῆς Ἀναγέννησης (Ζὰν Μέγεντορφ [Meyendorff]). Γι’ αὐτὸ καὶ στὴ βυζαντινὴ τέχνη οἱ μορφὲς ἀποδίδονται μετωπικά, δισδιάστατες, χωρὶς ὑλικὸ βάρος, αὐστηρὲς μέσα στὰ ἔντονα περιγράμματά τους, ὥστε νὰ ἀποκαλύπτεται πρωτίστως ἡ ψυχική τους ἰδιοσύσταση. 

Μάνος Στεφανίδης, Μιὰ ἱστορία τῆς ζωγραφικῆς, Ἀπὸ τὸ Βυζάντιο στὴν Ἀναγέννηση καὶ ἀπὸ τοὺς Ἰμπρεσιονιστὲς στὸν Πικάσο, Ἀθήνα 1994.

σημείωση Domenico: ἡ ἀπόπειρα γιὰ μιὰ θεολογικότερη μεταγραφὴ τῶν ὅρων «ὑπέρλογο» καὶ «ὑπερβατικὸ» ἐπιτρέπει νὰ θεωρήσουμε ὅτι δὲν ὑπονοοῦν καμία ὑποτίμηση τῆς λογικῆς ἀλλὰ τὴ μετοχή της χάριτι στὸν τρόπο τοῦ ἀκτίστου. Ἔτσι καὶ ἡ «συναισθηματικὴ ἔνταση», ἡ «συγκίνηση» καὶ ἡ «ψυχικὴ ἰδιοσύσταση» ἀποκλείουν κάθε ψυχολογικὸ ὑπόβαθρο καὶ ἐκφράζουν μόνο τὴ μεταληπτὴ αἴσθηση τῆς ὑπαρκτικῆς ἀνακαίνισης, ἡ ὁποία μετασκευάζει καὶ δὲν ἀκυρώνει τὴν ὕλη. 

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

ἡ λογικὴ καὶ τ' ἄλλα σαράκια




Τῆς σοφίας τοῦ κόσμου ἄμοιρος ὤν,
ἐμυήθης μωρίαν τὴν τοῦ Σταυροῦ, Ἀνδρέα Ἀπόστολε


[…] Ἡ λογική, κύριοι, εἶναι καλὸ πράγμα, ἀναμφίβολα, ἀλλὰ ἡ λογικὴ εἶναι ἁπλῶς λογικὴ καὶ ἱκανοποιεῖ μόνο τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ βούληση εἶναι ἐκδήλωση τοῦ συνόλου τῆς ζωῆς, δηλαδὴ τοῦ συνόλου τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς λογικῆς καὶ ὅλων τῶν ἄλλων σαρακιῶν. Καὶ παρότι ἡ ζωή μας κατὰ τὴν ἐκδήλωσή της ἀποδεικνύεται ἐν μέρει χυδαία, εἶναι ὡστόσο ζωή, κι ὄχι μόνο ἡ εὕρεση μιᾶς τετραγωνικῆς ρίζας. Νά, ἐγώ, γιὰ παράδειγμα, ἐντελῶς φυσιολογικά θέλω νὰ ζήσω γιὰ νὰ ἱκανοποιήσω ὅλη τὴν ἱκανότητά μου γιὰ ζωή, κι ὄχι μόνο γιὰ νὰ ἱκανοποιήσω μόνο τὴν ἱκανότητά μου νὰ κρίνω λογικά, δηλαδὴ κάποιο ἕνα εἰκοστὸ τοῦ συνόλου τῆς ἱκανότητάς μου γιὰ ζωή. Τὶ ξέρει ἡ λογική; Ἡ λογικὴ ξέρει μόνο αὐτὸ ποὺ πρόλαβε νὰ γνωρίσει (ἄλλα, μᾶλλον, δὲν θὰ τὰ γνωρίσει ποτέ· αὐτό, δὲν εἶναι παρηγοριά, ἀλλὰ γιατὶ νὰ μὴν τὸ ποῦμε;), ἐνῶ ἡ ἀνθρώπινη φύση λειτουργεῖ καθ’ ὁλοκληρίαν, μὲ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν μέσα της, συνειδητὰ ἢ ὑποσυνείδητα, καί, παρότι ψεύδεται, ζεῖ.
[…] ὅταν δὲν ὑπάρχει ἀγάπη δὲν ὑπάρχει καὶ λογική.


Φιοντὸρ Ντοστογιέφσκι, Ὑπόγειο, μτφρ.- πρόλογος Ἑλένη Μπακοπούλου, ἐκδ. Ἴνδικτος, Ἀθήνα 2010 

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Σταυρός, κράτος καὶ ἐλευθερία



Κωνσταντίνος Παρθένης, Θρῆνος
Πρέπει νὰ τὸ ὁμολογήσωμε ὅτι ἡ αὐτοκρατορία ποὺ διακηρύχθηκε χριστιανικὴ χτίζεται πάνω στὶς τρεῖς λύσεις τοῦ Σατανᾶ, βέβαια ὄχι ἐξ ὁλοκλήρου καὶ συνειδητά, ἀλλὰ ἀναμειγνύοντας τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι, τὸν Θεὸ καὶ τὸν Καίσαρα, τὶς ὑποβολὲς τοῦ Σατανᾶ καὶ τὶς ἀρνήσεις τοῦ Χριστοῦ. Ἡ αὐτοκρατορία εἶναι διφορούμενη, γιατὶ παρακάμπτει τὸν Σταυρό· κανένα «χριστιανικὸ κράτος», ὡς κράτος, δὲν ὑπῆρξε ποτὲ ἕνα κράτος σταυρωμένο. Μόνο γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὁ Ἰάκωβος τοῦ Σαρούγκ θέτει τὸ ἐρώτημα: «ποιὰ σύζυγος διάλεξε ποτὲ ἕνα σταυρωμένο;». Ἀντιστρόφως, ἡ ὑποτίμησις τῆς προστατευτικῆς δυνάμεως τοῦ Σταυροῦ παραδίδει τοὺς ἡγεμόνες καὶ τοὺς πολιτικοὺς χωρὶς ἄμυνα στὶς εὐκολίες τῶν τριῶν πειρασμῶν. Ὁ Κωνσταντῖνος ἐθεμελίωσε μιὰν αὐτοκρατορία, τῆς ὁποίας τὸ μέγεθος τῆς ἀσφαλείας καὶ τῆς εὐημερίας ἦταν πιὸ ἐπικίνδυνο ἀπὸ τοὺς αἰκισμοὺς τοὺς Νέρωνος.
Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὁ μοναχισμὸς εἰσέρχεται στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας. Εἶναι τὸ πιὸ κατηγορηματικὸ ὄχι σὲ κάθε συμβιβασμό, σὲ κάθε κονφορμισμό, σὲ κάθε συνένοχο τοῦ Πειρασμοῦ, μετεμφιεσμένο πότε μὲ τὸ αὐτοκρατορικὸ στέμμα, πότε μὲ τὴν ἐπισκοπικὴ μίτρα. Εἶναι τὸ ἠχηρὸ ναὶ στὸν Χριστὸ τῆς ἐρήμου. Δὲν ἐπιμένομε ποτὲ ἀρκετὰ στὸν σωτήριο γιὰ τὴν χριστιανωσύνη χαρακτῆρα τοῦ ἁπλοῦ γεγονότος τῆς ἐμφανίσεως τοῦ μοναχισμοῦ. […]
Ἂν ἡ αὐτοκρατορία κατασκευάζῃ τὸν κρυφὸ πειρασμό της ἀπὸ τὶς προσκλήσεις τοῦ Σατανᾶ, ὁ μοναχισμὸς οἰκοδομεῖται ἀνοιχτὰ πάνω στὶς τρεῖς ἀθάνατες ἀπαντήσεις τοῦ Χριστοῦ.
[…] Αὐτὸ τὸ ἐπιπεδο ἐλευθερίας ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῶν θεσμῶν καὶ προσφέρεται μέσα στὴν καθολικὴ σημασία της ὡς λύσις τοῦ ἀνθρωπίνου πεπρωμένου.

Παύλου Εὐδοκίμωφ, Ἡ πάλη μὲ τὸν Θεόν, μτφρ. Ἰ. Κ. Ππαπαδοπούλου, Θεσσαλονίκη, 51991,  


Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: ὁ πλούσιος κι ὁ φτωχὸς

Τζουλιάνο Καγκλῆς

[…] Ἂν βλέπατε ἕναν λήσταρχο νὰ ταράσσει τοὺς δρόμους, νὰ στήνει ἐνέδρες στοὺς περαστικούς, ν’ ἁρπάζει ὅ,τι βρίσκει στοὺς ἀγρούς, νὰ κρύβει τὸ χρυσάφι καὶ τ’ ἀσήμι στὶς σπηλιὲς καὶ στὰ χαντάκια, νὰ κλέβει κοπάδια, δούλους καὶ ἔπιπλα ἀπὸ τὰ σπίτια, θὰ τὸν χαρακτηρίζατε εὐτυχισμένο ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ πλούτου ποὺ συσσωρεύει ἢ δυστυχισμένο ἐξαιτίας τῆς τιμωρίας ποὺ τὸν περιμένει; Ἔ, λοιπόν, νά, ἡ τύχη τῶν πλουσίων καὶ τῶν πλεονεκτῶν. Εἶναι ληστές, ποὺ στήνουν ἐνέδρες στοὺς δρόμους, ληστεύουν τοὺς περαστικούς, κλείνουν μέσα στὰ δωμάτιά τους σὰν σὲ σπηλιὲς καὶ χαντάκια τὴν ξένη περιουσία, ποὺ ἔχουν ἀποθησαυρίσει. Ὁ ληστὴς μπορεῖ νὰ γλιτώσει τὴν τιμωρία ξεφεύγοντας ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων, ὁ πλούσιος ὅμως δὲν θὰ διαφύγει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὁ πλούσιος θὰ εἶναι βυθισμένος στὴν κόλαση. Ὁ Λάζαρος θὰ ἀναπαύεται στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ. Ἡ ἁγία Γραφὴ μᾶς διδάσκει ὅτι δὲν κλέβει κανεῖς μόνο ἀφαιρώντας τὴν περιουσία τοῦ ἄλλου· κλέβει κι ὅταν δὲν μοιράζει ὅσα ὁ ἴδιος κατέχει. […]

Εἰς τὸν πτωχὸν Λάζαρον, Λόγος Α´

[…] Ὁ φτωχός, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὰ δεσμὰ ποὺ καταντοῦν τὸν πλούσιο σκλάβο παρὰ κύριο, εἶναι λιοντάρι, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὰ ρουθούνια του βγάζει φωτιά. Ὑψωμένος πάνω ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μὴν τὸ ἀναλαμβάνει καὶ νὰ μὴν τὸ ἐκτελεῖ γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμη κι ἂν ἔμελλε νὰ ἐκτεθεῖ στὶς ἔσχατες ἀνάγκες καὶ νὰ ὑπομείνει διωγμὸ γιὰ τὸν Χριστό, ποιὸς θὰ τὸν ἐμπόδιζε νὰ ἐκπληρώσει ὡς πιστὸς χριστιανὸς τὸ καθῆκον του; Ἔχει περιφρονήσει τὴ ζωή. Γιὰ ποιὸ πράγμα μπορεῖ νὰ φοβηθεῖ μήπως τοῦ τὸ ἀφαιρέσουν; Γιὰ τὰ πλούτη; Δὲν ἔχει τίποτε. Γιὰ τὴν πατρίδα του; Ἡ γῆ ὁλόκληρη εἶναι πατρίδα του. […]


Εἰς Ἀκύλαν καὶ Πρίσκιλλαν, Ὁμιλία Β´

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Μικέλης Ἄβλιχος - Ὁ μοχθηρὸς ψευτοφιλόπατρις


Τὸ πρόσωπό του ἐκεῖνο τὸ γιωμένο 
ποὺ τῆς καρδιᾶς του δείχνει τὴ σκουριὰ 
τὸ γέλιο τὸ κρυφὸ καὶ λυσσιασμένο 
ποὺ ἡ δυστυχία τῶν ἄλλων τοῦ γεννᾶ.

Τὸ φθονερό του μάτι τὸ σβησμένο 
ποὺ δείχνει βουλιμιὰ γιὰ συμφορὰ 
μᾶς ἐξηγοῦν γιατ' εἶναι διψασμένο 
τ’ αχείλι του καὶ πόλεμο ζητᾶ.

Διψάει νὰ ἰδεῖ στὰ μαῦρα φορεμένους 
πατέρες καὶ μαννάδες ποὺ μισεῖ, 
νὰ τοὺς ἰδεῖ στὰ δάκρυα τους πνιγμένους:

                                   Θάναι δροσιὰ στὴν ἔρμη του ψυχή. 
                                   Γιὰ τοῦτο ὑπὲρ Πατρίδος σκούζει, κράζει 
                                   ὄρνιο, ποὺ γιὰ κουφάρια ἀναστενάζει!


τεῦχος ἀρ. 683 (1920) τοῦ περιοδικοῦ «Νουμᾶς»

http://adrahti.blogspot.gr/2013/11/blog-post_13.html




Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

Ὁ Κώστας Ἀξελὸς γιὰ τὸν Μάρτιν Χάιντεγκερ

                                                                                                                                                          




[…] ἡ πίστη ποὺ δὲν ἐκτίθεται ἀδιαλείπτως στὴ δυνατότητα τῆς ἀπιστίας, δὲν εἶναι πίστη, ἀλλὰ μιὰ ἐπανάπαυση καὶ μιὰ συμφωνία μὲ τὸν ἑαυτό της, νὰ προσκολληθῆ μελλοντικῶς στὸ δόγμα, ὅπως τοῦτο τὸ κομίζει ἡ παράδοση. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι οὔτε πίστη οὔτε ἐρωτηματοθεσία, παρὰ ἀδιαφορία, ἡ ὁποία τοῦ λοιποῦ μπορεῖ νὰ ἀσχολῆται μὲ τὰ πάντα, ἴσως καὶ μὲ πολὺ πάθος, τόσο μὲ τὸ πιστεύειν ὅσο καὶ μὲ τὸ ἐρωτᾶν. […]  
1. Ὁ καθορισμὸς τῆς οὐσίας τοῦ ἀνθρώπου ποτὲ δὲν εἶναι ἀπάντηση, ἀλλὰ οὐσιαστικὸ ἐρώτημα.
2. Ἡ θέση αὐτοῦ τοῦ ἐρωτήματος καὶ ἡ ἀπόφαση ἡ σχετικὴ μὲ αὐτὸ εἶναι ἱστορική, καὶ μάλιστα ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τῆς ἱστορίας. […]  



Μάρτιν Χάιντεγκερ, Εἰσαγωγὴ στὴ Μεταφυσική, εἰσαγωγή-μετάφραση-σχόλια Χρήστου Μαλεβίτση, ἐκδ. Ἁρμὸς

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

π. Ἀνυπόμονος καὶ Ἄρης Βελουχιώτης

Στὸ βίντεο ἀναφέρεται ὅτι ὁ π. Ἀνυπόμονος ἐντάχθηκε στὸν ΕΛΑΣ διότι μόνο αὐτὴ ἡ ἀντιστασιακὴ ὀργάνωση εἶχε δράση στὸν τόπο ὅπου βρισκόταν ὁ ἴδιος. Στὸ βιβλίο ποὺ ἐπιμελήθηκε ὅμως ὁ ὁμιλητὴς ὑπάρχει σαφὴς διατύπωση τοῦ π. Ἀνυπόμονου ὅτι «σὲ καμμία περίπτωση δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἐνταχθῶ σὲ ὁμάδα ἢ ὀργάνωση, ποὺ στηριζόταν σὲ ἀγγλικὲς πλάτες κι ἔδινε λίρες στοὺς ἀγωνιστές!...».


«Τώρα, Ἀρχηγέ, ποὺ ἦλθαν οἱ σοβιετικοὶ καὶ ὁλοκληρώθηκε ἡ συμμαχικὴ ἀποστολή, θὰ εἶναι καλύτερα γιὰ μᾶς!...».
Μὲ κοίταξε ὁ Ἄρης γιὰ μία στιγμὴ σκεπτικός. Μετὰ χαμογέλασε μὲ συγκατάβαση καὶ μὲ κάποια πικρία μοῦ εἶπε:
«Ἄχ παπούλη μου, ὅλα τὰ γουρούνια μία μούρη ἔχουνε. Ὅλοι αὐτοὶ ἤρθανε νὰ παίξουνε μπιλιάρδο πάνω στὴ ράχη τὴ δική μας. Μὴν ἀκοῦς κανέναν καὶ μὴν πιστεύεις τίποτα!...».

Ἀρχιμ. Γερμανὸς Κ. Δημᾶκος - Πάτερ Ἀνυπόμονος, Στὸ βουνὸ μὲ τὸν Σταυρό, κοντὰ στὸν Ἄρη, Πρότυπες Θεσσαλικὲς Ἐκδόσεις, Τρίκαλα-Ἀθήνα 2005




Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

ὁ Παναγιώτης Νέλλας γιὰ τὴν ἀναρχία (β´ μέρος)

Γιάννης Ἀδαμάκος
[…] Στὸν κόσμο στὸν ὁποῖο ζοῦμε δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία, ἐπειδὴ ὁ κόσμος ἔχει ἀρχή. Καὶ κάθε τὶ ποὺ ἔχει ἀρχὴ φέρνει ἐξ ὁρισμοῦ μέσα στὴν ὕπαρξή του δεσμεύσεις. Ἡ ἐλευθερία πράγματι δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει παρὰ στὴν ἀναρχία, εἶναι ἄναρχη. Καὶ πῶς εἶναι ποτὲ δυνατὸ ὁ κόσμος ἢ ὁ ἄνθρωπος νὰ ξεπεράσει τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχει ἀρχή;
Ὅμως αὐτὸ τὸ κατὰ φύση ἀδύνατο γίνεται δυνατὸ ἐπειδὴ μέσα στὸν κόσμο μας ἦρθε ὁ μοναδικὸς Ἄναρχος. Καὶ ἦρθε πραγματικά, ἔκανε τὸν κόσμο, τὴν ὑποκείμενη ὀντολογικὰ σὲ δεσμεύσεις φύση μας σάρκα του, χωρὶς νὰ λάβει ἀπὸ τὴ φύση μας σάρκα του, χωρὶς νὰ λάβει ἀπὸ τὴ φύση μας τὴν ἀρχή του.
Κι ἔτσι ἔδωσε τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ζήσει, ἀκόμη περισσότερο νὰ γίνει ἄναρχος. Ἂν δὲν μᾶς ἔδινε τέτοιας φύσεως πράγματα ὁ Χριστὸς δὲν θὰ τὸν χρειαζόμασταν. Θὰ ἦταν ἕνας ἁπλὸς κοινωνικὸς ἀναμορφωτής. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς δυναμιτίζει ριζικὰ τὴν καλοστεκούμενη κοινωνία μας. Καλεῖ καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ γίνει ἀληθινὰ καὶ πραγματικὰ ἄναρχος, πρᾶγμα πού, ἀπ’ ὅ,τι διαισθάνομαι, πρέπει μᾶλλον νὰ ἀποτελεῖ καὶ τὴν πιὸ μύχια ἀναζήτηση κάθε γνήσιου ἀναρχικοῦ.
Θὰ σταματήσω ἐδῶ ἀγαπητοὶ φίλοι. Σᾶς στέλνω αὐτὸ τὸ γρᾶμμα σὰν ἕνα πραγματικό, γνήσιο, εἰλικρινὰ ἐγκάρδιο χαιρετισμό.
Ἂν ἔχετε διαθέσιμο χρόνο, θὰ χαρῶ νὰ βρεθοῦμε νὰ κουβεντιάσουμε. Δὲν ξέρω ἐσεῖς, ἀλλὰ ἐγὼ σίγουρα ἔχω νὰ κερδίσω ἀπὸ μιὰ τέτοια συνάντηση. Ἡ ρωμαλαία ριζικὴ ἀναζήτηση ποὺ σᾶς χαρακτηρίζει μοῦ χρειάζεται και μένα. Γιατὶ χωρὶς αὐτὴ δὲν μποροῦν νὰ πραγματοποιηθοῦν αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποῖα τόλμησα νὰ μιλήσω πιὸ πάνω.

Σᾶς χαιρετῶ
Φιλικώτατα
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΛΛΑΣ

Παναγιώτης Νέλλας*, Ἐλευθερία καὶ ἀρχή, περ. Ὁράματα Κοινοτισμοῦ, τ. 2, Φθινόπωρο 1990

* Δρ. Θεολογίας-ἱδρυτὴς τοῦ περιοδικοῦ Σύναξη †1986


Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

ὁ Παναγιώτης Νέλλας γιὰ τὴν ἀναρχία (α´ μέρος)

Γιάννης Ἀδαμάκος

[…] στὸ μικρὸ μέτρο ποὺ διαθέτω «ὦτα ἀκούειν», ἀκούω τὴν κραυγὴ ποὺ βγάζουν τόσοι νέοι στὶς μέρες μας, ἀλλὰ καὶ τὴν κραυγὴ ποὺ βγαίνει μέσα ἀπὸ τὸν ὀνομαζόμενο «χῶρο τοῦ ἀναρχισμοῦ». Βέβαια, πρέπει νὰ ὁμολογήσω ὅτι ἐλάχιστα γνωρίζω γιὰ τὸ χῶρο αὐτὸ καὶ ὄχι συχνά, ὅπως στὸ μεγάλο κοινό, ἡ φωνή του φθάνει καὶ σὲ μένα μέσα ἀπὸ ἐνέργειες βίαιες, πρᾶγμα ποὺ δημιουργεῖ τὴν αἴσθηση μιᾶς θεμελιακῆς ἀντίφασης: πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ ἐλευθερία (ὄχι ἁπλῶς ἡ ἐθνικὴ ἢ κοινωνικὴ ἀλλὰ ἡ ριζική, ἡ ἐλευθερία ἐκείνη ποὺ συνιστᾶ τὸν ἄνθρωπο) νὰ ἐνεργεῖ μὲ βία; Ἡ ἐλευθερία δὲν πραγματώνεται παρὰ μέσα στὴν ἀγάπη, εἶναι ἡ ἀγάπη.
Σκεφτεῖτε: ὅταν ἀγαπήσω κάτι, αὐτό, ὁτιδήποτε καὶ νά ’ναι, γίνεται δικό μου, δηλαδὴ χῶρος στὸν ὁποῖο μ’ ἀρέσει, θέλω, ἐπιθυμῶ νὰ εἶμαι, χῶρος ἐλεύθερος, ἐλευθερία.
Οἱ μαθητὲς τοῦ Σωκράτη τὸν ἔβλεπαν στὸ κελλὶ καὶ ἤθελαν νὰ τὸν ἀπελευθερώσουν. Αὐτὸς ὅμως ἦταν ἐλεύθερος. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Παῦλος.
Δὲν κερδίζεται ἡ ἐλευθερία μὲ τὴν ἀπελευθέρωση. Εἶναι διαφορετικῆς τάξεως πρᾶγμα ἀπο τὴν ἀπελευθέρωση, ὅπως καὶ ἀπὸ τὴν ἀνεξαρτησία. Οἱ τελευταῖες αὐτὲς πραγματικότητες ἀνήκουν στὸ ἐπίπεδο τοῦ κράτους, τῆς ἐξουσίας, τῶν δομῶν ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας. Ἀλλὰ ἡ ἐλευθερία δεν ἀνήκει σ’ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο. Ἡ ἀφετηριακὴ θέση σας νομίζω ὅτι εἶναι πολὺ ὀρθή. Ἔχετε καταφέρει νὰ διατυπώσετε μιὰ πολὺ μεγάλη ἀλήθεια: στὸ ἐπίπεδο τοῦ Κράτους, τῆς ἐξουσίας, τῶν ὁποιωνδήποτε δομῶν ὀργάνωσης τῆς κοινωνίας ὄντως καὶ πολὺ ἁπλὰ δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία. Καμμιὰ δόμηση τῆς κοινωνίας δὲν μπορεῖ νὰ παρέξει ἐλευθερία. Κι ἂν καταλυθεῖ τὸ κράτος καὶ ὑπάρξει ὁποιαδήποτε ἄλλη δόμηση τῆς κοινωνίας, καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἴδια της τὴ φύση θὰ στερεῖ τὴν ἐλευθερία. Κι ἐσεῖς οἱ ἴδιοι ἂν πετύχετε αὐτὸ ποὺ θέλετε, μόλις τὸ πετύχετε μὲ τὸ ποὺ θὰ τὸ πετύχετε φανερά, κοινωνικά, θὰ τὸ καταστρέψετε. Γιατὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἐπιχειρήσει κάποιος νὰ κάνει τὴν ἐλευθερία κατάσταση, ἡ ἐλευθερία αἴρεται. Ἡ μόνη διάρκεια τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἡ ἀγάπη. […]

Παναγιώτης Νέλλας*, Ἐλευθερία καὶ ἀρχή, περ. Ὁράματα Κοινοτισμοῦ, τ. 2, Φθινόπωρο 1990

* Δρ. Θεολογίας-ἱδρυτὴς τοῦ περιοδικοῦ Σύναξη †1986

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

«Ὁ Θεὸς πέθανε!»

Τάσος Μαντζαβίνος

Δὲν ἀκούσατε τίποτα γιὰ τὸν τρελὸ ἐκεῖνον ἄνθρωπο ποὺ μέρα-μεσημέρι ἄναψε ἕνα λαδοφάναρο, ἔτρεξε στὴν ἀγορὰ καὶ φώναζε ἀκατάπαυστα: "Ψάχνω τὸν Θεό! Ψάχνω τὸν Θεό!" Καὶ μιὰ καὶ βρίσκονταν ἐκεῖ μαζεμένοι πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν πίστευαν στὸν Θεό, προκάλεσε ὁ τρελὸς μεγάλο γέλιο. Δηλαδὴ χάθηκε; ἔλεγε ὁ ἕνας. Τό ’σκασε σὰν παιδί; ἔλεγε ὁ ἄλλος. Ἢ μᾶς παίζει κρυφτούλι; Μπὰς καὶ μᾶς φοβᾶται; Ἔφυγε μὲ καράβι; περπατώντας; - ἔτσι φώναζαν καὶ γελοῦσαν μεταξύ τους. Ὁ τρελὸς ἄνθρωπος πήδησε ἀνάμεσά τους καὶ τοὺς κάρφωσε μὲ τὴ ματιά του. "Ποῦ εἶναι ὁ Θεός; φώναξε – θὰ σᾶς τὸ πῶ ἐγώ! Ἐμεῖς τὸν σκοτώσαμε - ἐσεῖς κι ἐγώ! Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε οἱ φονιάδες του! Ὅμως, πῶς τὸ κάναμε αὐτό; Πῶς τολμήσαμε νὰ πιοῦμε ὣς τὸν πάτο τὴ θάλασσα; Ποιὸς μᾶς ἔδωσε τὸ σφουγγάρι νὰ σβήσουμε ὁλάκαιρο τὸν ὁρίζοντα; Τὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ κάναμε, ξεκόβοντας τὴ γῆ ἀπὸ τὸν ἥλιο της; […] Δὲν μᾶς φεύγει ὁ νοῦς σὰ νὰ διασχίζουμε ἕνα ἀτέλειωτο τίποτα; Δὲν μᾶς ξερνάει ὁ ἀδειανὸς χῶρος; Δὲν ἔγινε περισσότερο τὸ κρύο; Δὲν ἔρχεται ἀκατάπαυστα νύχτα, κι ὅλο περισσότερη νύχτα; Δὲν πρέπει ν’ ἀνάψουμε φανάρια πρὶν ἀπὸ τὸ μεσημέρι; Δὲν ἀκοῦμε ἀκόμα τίποτα ἀπὸ τὸν θόρυβο ποὺ κάνουν οἱ νεκροθάφτες θάβοντας τὸν Θεό; Δὲν ὀσφραινόμαστε τίποτα ἀπὸ τὴ θεϊκιὰ σήψη; - σαπίζουν κι οἱ θεοί. Ὁ Θεὸς πέθανε! Ὁ Θεὸς θὰ μείνει νεκρός! Καὶ εἴμαστε μεῖς ποὺ τὸν σκοτώσαμε! Πῶς θὰ βροῦμε παρηγόρια ἐμεῖς οἱ φονιάδες ὅλων τῶν φόνων; Τὸ ἁγιότατο καὶ τὸ ὑπέρτατο ποὺ κατεῖχε ὣς τώρα τὸν κόσμο, πνίγηκε στὸ αἷμα του κάτω ἀπὸ τὰ μαχαίρια μας – ποιὸς θὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ αὐτὸ τὸ αἷμα; Μὲ ποιὸ νερὸ θὰ μπορούσαμε νὰ καθαρθοῦμε; Ποιὲς καθαρτήριες τελετές, ποιὰ τυχερὰ παίγνια θὰ πρέπει νὰ σοφιστοῦμε; Δὲν εἶναι τὸ μέγεθος αὐτῆς τῆς πράξης ὑπερβολικὰ μεγάλο γιὰ μᾶς; Δὲν θὰ πρέπει νὰ γίνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι θεοί, μόνο γιὰ νὰ φανοῦμε ἰσάξιοι μὲ αὐτούς; Δὲν ὑπῆρξε ποτὲ μιὰ μεγαλύτερη πράξη – κι ὅποιος θὰ γεννιέται μετὰ ἀπὸ μᾶς, ἀνήκει, στὸ ὄνομα αὐτῆς τῆς πράξης, σὲ μιὰ ἀνώτερη Ἱστορία ἀπὸ κάθε ἄλλη ὣς τώρα Ἰστορία!"
Τάσος Μαντζαβίνος
 Ἐδῶ σώπασε ὁ τρελὸς ἄνθρωπος καὶ κοίταξε γύρω του αὐτοὺς ποὺ τὸν ἄκουγαν: κι αὐτοὶ σώπαιναν καὶ τὸν κοιτοῦσαν περίτρομοι. Τέλος, πέταξε χάμω τὸ φανάρι του ποὺ ἔσβησε κι ἔγινε κομμάτια. "Ἔρχομαι πάρα πολὺ πρόωρα, εἶπε, δὲν εἶμαι στὸν κατάλληλο καιρό. Αὐτὸ τὸ πελώριο γεγονὸς εἶναι ἀκόμα στὸ δρόμο καὶ βαδίζει – δὲν ἔφτασε ἀκόμα νὰ μπεῖ στ’ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων. […] Τούτη ἡ πράξη εἶναι γι’ αὐτοὺς ἀκόμα πιὸ μακρινὴ κι ἀπὸ τὰ πιὸ μακρινὰ ἀστέρια – κι ὅμως αὐτοὶ οἱ ἴδιοι τὴ διαπράξανε!"     

Φ. Νίτσε, Χαρούμενη ἐπιστήμη, 1882
                                                

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

ἡ ἐξουσιαστικὴ ἄρνηση τοῦ Σταυροῦ στὴν ἱστορία


Φώτης Ζαχαρίου - Συντήρηση

[…] Ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας, εἶχε ἀπορρίψει στὴν ἔρημο τὸν πειρασμὸ τῶν βασιλείων αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ ὁ Χριστιανικὸς λαός, μέσα στὴν ἱστορία, ἐνέδωσε σ’ αὐτὸν τὸν πειρασμό. Τοῦτο ἄφησε τὰ σημάδια του στὶς τρέχουσες δογματικὲς διδασκαλίες ποὺ ἐπεξεργάσθηκε ὁ ἱστορικὸς χριστιανισμός. Ἡ ἀρχαία Ἑβραϊκὴ ἰδέα τοῦ Μεσσία-Βασιλέα περνάει στὴ χριστιανικὴ σκέψη. Οἱ ἱστορικὲς Χριστιανικὲς θεοκρατίες δημιουργήθηκαν ὡς ἀποτέλεσμα τῶν παραπάνω καὶ τοῦτο εἶναι ἡ μεγαλύτερη παραφθορὰ τῆς Χριστιανικῆς μεσσιανικῆς πίστης. Ἡ θεοκρατία σὲ ὅλες της τὶς μορφές, τόσο Ἀνατολικὴ ὅσο καὶ Δυτική, συνιστᾶ προδοσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶναι μία προδοσία καὶ ἕνα ψέμμα. Καὶ οἱ θεοκρατίες ἦσαν προορισμένες νὰ χαθοῦν. Αὐτὸ ποὺ πραγματοποίησαν ἦταν ἀντίθετο πρὸς τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὴ Βασιλεία τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀγάπης. Τὸ πνεῦμα τοῦ ἰμπεριαλισμοῦ καὶ ἡ θέληση γιὰ δύναμη ὑπῆρξαν ἡ πνοὴ ζωῆς τῶν θεοκρατιῶν καὶ ἡ κυβερνῶσα ἰσχύς των. Ἀπέδωσαν ἱερὸ χαρακτήρα στὴν γήινη δύναμη καὶ τοῦτο κατέληξε στὴ διάπραξη τερατωδῶν βίαιων πράξεων κατὰ τῶν ἀνθρώπων. Χαρακτήρισαν μὲ Χριστιανικὰ σύμβολα πραγματικότητες ποὺ δὲν ἔχουν τίποτε τὸ κοινὸ μὲ τὸν Χριστιανισμό. […]
Οἱ θεοκρατίες τῆς ἱστορίας καὶ ὁ ψευδὴς μεσσιανισμὸς ἔγιναν στάχτη, ἀλλὰ κατὰ τὸν δέκατο ἔνατο καὶ εἰκοστὸ αἰῶνα ὁ μεσσιανισμὸς παρουσιάστηκε μὲ νέο ἔνδυμα, μὲ ἐκκοσμικευμένες μορφές. Ἕνας μεσσιανισμὸς τῆς ἐκλεκτῆς φυλῆς καὶ τῆς ἐκλεκτῆς τάξης μορφοποιεῖται. Ὁ παλιὸς χιλιασμὸς εἰσάγεται σὲ θωρίες τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καὶ θὰ ἔλεγε κανεὶς πὼς ὑπῆρξε περισσότερη Χριστιανικὴ ἀλήθεια στὰ ἀπελευθερωτικὰ κινήματα παρὰ στὶς θεοκρατίες τῆς ἱστορίας. […]
Μόνο ἡ ζήτηση γιὰ ἀλήθεια καὶ γιὰ δικαιοσύνη στὴν ὀργάνωση τῆς κοινωνίας μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει ἀληθινὴ μεσσιανικὴ πίστη.
Ἀλλὰ αὐτοὶ ποὺ ζητοῦν μιὰ τέτοια ὀργάνωση τῆς κοινωνίας μποροῦν ἐπίσης νὰ μαυλισθοῦν ἀπὸ τὴ βασιλεία αὐτοῦ τοῦ κόσμου καὶ νὰ ἀπαρνηθοῦν τὸν Σταυρό.

Νικόλαος Μπερντιάεφ, Δοκίμιο Ἐσχατολογικῆς Μεταφυσικῆς, εἰσαγωγή, μετάφραση, σχόλια Χρήστου Μαλεβίτση, ἐκδ. IMAGO, Ἀθήνα 1984

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

ὁ ἀναγκαῖος ἀθεϊσμὸς τῶν πιστῶν


Γιῶργος Βλάχου

[…] Πράγματι, αὐτὸν τὸν Θεὸ ποὺ οἱ ἄθεοι ἀρνοῦνται, ἴσως θὰ ἔπρεπε νὰ τὸν ἀρνοῦνται καὶ οἱ ἐνσυνείδητοι Χριστιανοί - νὰ τὸν ἀπορρίπτουν ὡς σκέτη καρικατούρα. Πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ Βαπτιστὴς θεολόγος J. B. Phillips ἔγραψε ἕνα ἐντυπωσιακὸ μικρὸ βιβλίο μὲ τίτλο Ὁ Θεός σου εἶναι πολὺ μικρός. Αὐτὸ ποὺ κεῖται πίσω ἀπὸ τὸν ἀθεϊσμὸ πολλῶν ἀνθρώπων, φαίνεται πὼς εἶναι λίγοτερο μιὰ συνειδητοποιημένη σύγκρουση μεταξὺ ἐπιστήμης καὶ θρησκείας καὶ περισσότερο μιὰ ἐνστικτώδης ἀπόρριψη ἑνὸς Θεοῦ ποὺ ἁπλὰ εἶναι πολὺ μικρός, συνεπῶς δὲν εἶναι καθόλου Θεός.
Ἀληθινά, δὲν θὰ ἔπρεπε καθόλου νὰ μᾶς προβληματίζει τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτοὶ οἱ «νέο-ἄθεοι» ἀποκτοῦν δημοσιότητα, ἔστω κι ἂν τὸ κίνητρο πίσω ἀπὸ κάποια ἔργα τους εἶναι νὰ δημιουργήσουν σκάνδαλο, νὰ «σπάσουν» τὰ ταμποὺ καὶ νὰ δρέψουν τὰ κέρδη. Στὴν πραγματικότητα, θὰ ἔπρεπε νὰ νιώθουμε εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν ἀπήχηση ποὺ ἔχουν. Μᾶς ἀναγκάζουν νὰ κάνουμε μιὰ γερὴ καὶ μιὰ εἰς βάθος ἔρευνα γιὰ τὸ ποιὰ εἶναι ἡ δική μας ἀντίληψη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀναρωτηθοῦμε μήπως αὐτὴ ἡ ἀντίληψη, αὐτὴ ἡ πολύτιμη εἰκόνα ποὺ κάποτε κρατάει ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια, εἶναι «πολὺ μικρὴ» γιὰ Κεῖνον. Καὶ ἂν κάτι τέτοιο συμβαίνει, τότε ἄθελά μας τοποθετούμαστε στὸ στρατόπεδο τῶν ἀπίστων. Εὐθυγραμμιζόμαστε μὲ τοὺς κατ’ ἐξοχὴν ἀθέους, τοὺς ὁποίους ἀπορρίπτουμε. Διότι, στὴν περίπτωση αὐτή, πιστεύουμε σ’ ἕνα θεὸ ἢ σὲ κάποιους θεοὺς δικῆς μας κατασκευῆς μᾶλλον παρὰ στὸν Θεὸ ποὺ ἀποκαλύπτει τὸν Ἑαυτό Του ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὡς Δημιουργὸ καὶ Λυτρωτῆ. […]


π. Ἰωάννης Μπρέκ, Στὰ χέρια τοῦ ΘεοῦΚείμενα πίστης καὶ ἐλπίδας, μτφρ. Πολυξένη Τσαλίκη-Κιοσόγλου, ἐκδ. Ἐν πλῷ, Ἀθήνα 2009

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

…διὰ τοῦ Σταυροῦ Σου πολίτευμα


Ὁ σταυρὸς εἶναι δυὸ ἐπιθυμίες.
Ἡ μιὰ ἐπιθυμία ποὺ ἐρωτεύτηκε τὰ οὐράνια
σμίγει καὶ σταυρώνεται μὲ τὴν ἐπιθυμία
καθὼς διασχίζει τὴ γῆ.
Κι ὁ Χριστὸς εἶναι φιλικὰ ἐσταυρωμένος.

Νίκος Καροῦζος,Ἕξι ποιήματα γιὰ τὸ θῆλυ, Τὸ ἄφθαρτο ξύλο



Τὸ πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ εἶναι τὸ πολίτευμα τῆς ἥττας. Ὁ σταυρούμενος ροκανίζει τὴν κυριαρχία - τὴν ἀντηρίδα τοῦ ἐγωτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὄντας μυθομανὴς κερνᾶ ἀφειδῶς τὴν πλάνη ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ εἶναι ἄρχοντας. Τὸ ξεμασκάρεμα λοιπὸν τῆς ἰσχύος ἀποκαλύπτει τὴ δυνατότητα τοῦ προσώπου, τὸ ὁποῖο ἔρημο, γυμνὸ καὶ ἀφτιασίδωτο ἀναζητᾶ ἐπιτέλους τὸ ὄνομά του. Τὸ ὄνομα ποὺ ξεθωριάζει ἀποτελεσματικὰ κατὰ τὴ διττὴ καὶ σύμπλεκτη ροπὴ εἴτε πρὸς τὴ μάζα εἴτε πρὸς τὸ ἄτομο. Ὁ διὰ Σταυροῦ πολιτευόμενος ἐλευθερώνεται τόσο ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τοῦ ὀνόματος, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν ὑπερέξαρσή του. Στὴ θυσιαστικὴ ἀπεμπόληση τῆς ἐξουσίας ἡ ἑτερότητα ἀνακτᾶται, διαφυλάσσεται καὶ προοδεύει. Τὸ ὄνομα καθὼς ἀπογαλακτίζεται σταυρικῶς ἀπὸ τὴ μυθικὴ ἀνάγκη τῆς ἐπιβολῆς, γυμνάζεται νὰ κοινωνεῖ, μαθαίνει νὰ ἵσταται κατὰ χάριν καὶ ὄχι νὰ παρίσταται κατισχύοντας.
Ἡ ἐπωνύμως καινὴ πολιτεία τοῦ Σταυροῦ συνιστᾶ μωρία καὶ σκάνδαλο μόνο γιὰ τοὺς μαζικῶς ἢ ἀτομικῶς ἀνωνύμους. Αὐτοὶ δὲν ἀντέχουν τὴν ἀπέκδυση τῆς ἐπίκτητης ταυτότητας ποὺ φόρεσαν ἁρπάζοντας. Οἱ κλητοί, οἱ ἔχοντες ὄνομα, ἢ ἀλλιῶς γεγυμνασμένη ἑτερότητα, χαίρουν διότι πολιτεύονται ἀπαντώντας. Καλοῦνται καὶ ἀνταποκρίνονται. Οἱ ἀνώνυμοι, πλαδαροὶ (μάζα) ἢ φουσκωτοὶ (ἄτομο), κωφεύουν. Ὄντες κρυφοὶ ἢ φανεροὶ ἐξουσιαστὲς γνωρίζουν μόνο νὰ ὁμιλοῦν συλλαβίζοντας τὴν ἠχὼ τῆς ἰδιωτείας τους.
Ὁ ἑκουσίως, δηλαδὴ ἐρωτικῶς, ἐπὶ ξύλου κρεμάμενος ἀποκτᾶ ὄνομα γιατὶ στὴν ὀριζόντια κεραία τοῦ Σταυροῦ σταυρώνει τὴν ἐξουσιαστικὴ πτυχὴ τῆς μάζας καὶ στὴν κάθετη τὴν ἀντίστοιχη τοῦ ἀτόμου. Ἡ παθητικὴ ἢ ἐνεργητικὴ ἀνωνυμία καθιστᾶ τὸ προσωπιδοφόρο εἶναι ἕρμαιο τῆς ἀνεξέλεγκτης δυνάμεως τοῦ κόσμου. Τὸ ἐξουσιαστικὸ δοῦναι καὶ λαβεῖν ναρκώνει καὶ σκοτώνει. Ὁ πρῶτος ὅμως ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως βεβαιώνει: «θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16, 33), γιατὶ «ἡ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β´ Κορ. 12, 9). Οἱ καθ’ὁμοίωσιν Του πολιτευόμενοι τελειώνουν ὁμοιοτρόπως τὴν δύναμη.
Οἱ πολιτεῖες αὐτὲς δὲν ἀνθοῦν στὶς νίκες. Ὅποιος τολμᾶ ἂς ἡττηθεῖ.       


Ἀνδρέας Γ. Βιτούλας

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

βυζαντινὰ σπαράγματα κι ἕνα σχόλιο


Σὲ κάποια συνεδρίαση τῆς Συνόδου τῆς Καρθαγένης (418 ἢ 419) ἐπίμονα οἱ σύνεδροι ἀναζητοῦσαν λύση γιὰ νὰ βοηθήσουν ἀποτελεσματικὰ τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τοὺς «πτωχοὺς κατὰ τῆς τυραννίας τῶν πλουσίων» (ἐνάντια στὴν καταπίεση τῶν κοινωνικὰ ἀδυνάτων ἀπὸ τοὺς πλουσίους) καθὼς τὴν ἔλεγαν. Τελικά, κατέληξαν νὰ ζητήσουν ἀπὸ τὸ κράτος νὰ διορίσει «ἐκδίκους» (ὅ,τι εἶναι σήμερα ὁ Ἐπόπτης Ἐργασίας), γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ φτωχοὶ μὲ τὴ βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἀμυνθοῦν ὄχι μόνο ἠθικά, ἀλλὰ καὶ νομικά, ἐναντίον τῆς καταπίεσης τῶν κοινωνικὰ ἰσχυρῶν.
Ὁ Ἀκάκιος (ἐπίσκοπος Ἀμίδης στὴ Μ. Ἀσία), τὸ 422 μ.Χ., ὀργάνωσε ταχύτατα ἔρανο μεταξὺ τῶν χριστιανῶν κι ἐξαγόρασε ἀπ’ τὸ Βυζαντινὸ Κράτος ὅλους τοὺς Πέρσες αἰχμαλώτους καὶ τοὺς ἔστειλε ἐλεύθερους στὴν πατρίδα τους. Δηλαδή, πρὶν ἀπὸ 1500 χρόνια ἔκανε τὸ ἔργο τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ, ἀλλὰ χωρὶς τὴ σημερινὴ τεχνικὴ προετοιμασία καὶ μὲ μεγαλύτερη ταχύτητα, ἔνταση καὶ ἀνθρωπιά.
[…] ὁ ὀρθόδοξος Ρῶσος φιλόσοφος Ν. Μπερντιάγιεφ (Μαρξισμὸς καὶ Χριστιανισμός, μτφρ. Ε. Δ. Νιανιός, Ἀθήνα 1977, σ. 117-118) συμπληρώνει: «Στὸ Μ. Βασίλειο, ὅπως στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ἡ κοινωνικὴ ἀδικία, δημιούργημα τῆς κακῆς κατανομῆς τοῦ πλούτου, κρίνεται μὲ μιὰ κριτικὴ δριμύτητα ποὺ θἄκανε τὸν Προυντὸν καὶ τὸν Μὰρξ νὰ γίνουν κάτωχροι. Οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας διακήρυχναν ὅτι ἡ ἰδιοκτησία εἶναι κλοπή. Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἦταν ἕνας αὐθεντικὸς κομμουνιστής, σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ δὲν ἦταν οὔτε καπιταλιστικὴ οὔτε βιομηχανική.»


Νικόλαος Θ. Μπουγάτσος, Ἕλληνες Πατέρες καὶ κοινωνικότητα, περ. Νέα Κοινωνιολογία, Ἄνοιξη 2000 

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

ρωτώντας...

σκηνὴ ἀπὸ τὸν Μεγαλέξαντρο τοῦ Θ. Ἀγγελόπουλου

[…] Ἐμεῖς ὡς ἀναρχικοί-ἀντιεξουσιαστὲς τὶ θὰ κάνουμε σὲ περίπτωση ἑνὸς ἰμπεριαλιστικοῦ πολέμου, ὁ ὁποῖος θὰ περιλαμβάνει καὶ τὴν Ἑλλάδα ὡς τόπο ποὺ δέχεται ἐπίθεση;
Ἕνα γνωστὸ σύνθημα τοῦ χώρου μας εἶναι τὸ «πατρίδα μας ὅλη ἡ γῆ». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὴν περίπτωση πολέμου φεύγουμε προσπαθώντας νὰ φτιάξουμε μιὰ ζωὴ σὲ ἄλλο τόπο; Ὅταν ἰσχυριζόμαστε κάτι τέτοιο, τὸ ἐννοοῦμε;
Τὶ θέση ἔχουν οἱ ἀξίες μας, ποὺ κάποιες ἀπὸ αὐτὲς ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν ἄρνηση τῆς ἐπιβολῆς, τῆς κυριαρχίας, τοῦ ἐξουσιαστικοῦ καταναγκασμοῦ τῶν ἀπὸ πάνω στὴν περίπτωση ἑνὸς ἐπεκτατικοῦ-ἐπιθετικοῦ πολέμου ἀπὸ ἔξω; Ἑνὸς πολέμου ποὺ φέρει ἀπολύτως τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἐπιβολῆς καὶ τῆς κυριαρχίας;
Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση, θὰ σηκώσουμε τὸ ὄπλο ἐνάντια στὰ ταξικὰ ἀδέρφια μας ἑνὸς ἄλλου τόπου ἀκόμα κι ἂν αὐτὰ δὲν ἔχουν συνείδηση τῆς τάξης τους;
Ἐμεῖς δὲν εἴμαστε αὐτοὶ ποὺ ὑπερασπιζόμαστε μὲ περίσσιο θάρρος καὶ ἀνιδιοτέλεια τοὺς τόπους μας; Ἂς θυμηθοῦμε τὴν ὀργή μας ὅταν μᾶς πῆραν  τὴ Villa Amalias. Γιατὶ τρέχουμε- καὶ καλὰ κάνουμε- γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦμε τὶς καταλήψεις μας, τοὺς αὐτοδιαχειριζόμενους χώρους μας, τὸ γαλατικὸ χωριὸ τῶν Σκουριῶν στὴ Χαλκιδική; Ἂν πᾶμε πιὸ παλιά, οἱ κομμουνάροι στὴν Παρισινὴ Κομμούνα δὲν ὑπερασπίστηκαν μὲ αὐτοθυσία τὸν τόπο τους; […]


Ἡ ἔννοια τῆς πατρίδας στὰ γραπτὰ τοῦ Μπακούνιν, περιοδικὸ Εὐτοπία, Δεκέμβρης 2013

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

κοινότητα πάσχουσα

Ράλλης Κοψίδης 1962
Ἐνῶ ὁ ἑλληνικὸς Χριστιανισμὸς εἶχε συμμαχήσει μὲ τὸν Πλωτίνο, προκειμένου νὰ βγάλει τὸ ἑλληνικὸ Ἄτομο ἀπὸ τὴ δίνη τοῦ Γνωστικισμοῦ, πνευματικὸ σύμπτωμα τῆς ὁλοκλήρωσης-ἀποσύνθεσής του, ὁ λατινικὸς-δεσποτικὸς Χριστιανισμὸς συμμάχησε μὲ τὸν ἴδιο τὸν Πλάτωνα ὄχι μόνο ἐναντίον τοῦ μανιχαϊστικοῦ Γνωστικισμοῦ, (πρὶν γίνει Χριστιανὸς καὶ πλατωνικὸς ὁ Αὐγουστίνος ἦταν στρατευμένος μανιχαϊστής) ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τοῦ ἀντιεξουσιαστικοῦ-κοινοτικοῦ ἑλληνικοῦ Χριστιανισμοῦ.
[…] Οἱ Ἕλληνες δέχονται τὸν αὐτοκρατορικὸ δεσποτισμὸ κάνοντας τὴν ἀνάγκη φιλοτιμία καὶ ὄχι ἐπειδὴ τὸν πιστεύουν. Τὸν δέχονται γιὰ πραγματιστικοὺς λόγους, ἐπειδὴ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν διαφορετικὰ καὶ ἐπειδὴ φαίνεται νὰ εἶναι ἀποτελεσματικότερος ἀπὸ τὴ δημοκρατία, ὡς μηχανισμὸς ἀποτροπῆς τῆς βαρβαρικῆς ἀπειλῆς καὶ τῆς ἐσωτερικῆς ἀναρχίας. Μιὰ προσεχτικὴ ματιὰ στοὺς λόγους τοῦ Χρυσοστόμου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων Πατέρων, ἀρκεῖ νὰ πεισθεῖ κανεὶς ἀπολύτως περὶ αὐτοῦ. Ἡ σαφῶς διαφαινόμενη πολιτειακὴ μορφὴ πίσω ἀπὸ τὰ κείμενά τους εἶναι ἡ Πόλις καὶ ὄχι ἡ αὐτοκρατορία.
Ἡ αὐτονομία τῆς Ρωμανίας ἔναντι τῶν «βαρβάρων» ἔχει ὑποκαταστήσει τὴν αὐτονομία τῆς ἀρχαίας πόλης στὴ συνείδηση τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἀρχαία ἰδέα περὶ ἴσης μετοχῆς στὴ νέα αὐτὴ συλλογικὴ αὐτονομία ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι οἰκεία καὶ αὐτονόητη. Ἀπὸ τὴν ἐφαρμογή της ἐξαιρεῖται αὐτονοήτως μόνον ὁ Αὐτοκράτωρ. Καὶ ὅποιοι αὐτός, «κατ’ οἰκονομίαν», τοὺς προβιβάζει σὲ «πιὸ ἴσους». Ὅτι ὅμως δὲν ἔχουν, κατὰ βάθος, ἀποδεχθεῖ οἱ Ἕλληνες (οἱ Ρωμηοί) τὴ συγκεντρωτικὴ μονοπώληση τῆς οἰκουμενικῆς συλλογικῆς αὐτονομίας τὸ δείχνει ἡ στάση τους κάθε φορὰ ποὺ φαινόταν νὰ ἐξασθενεῖ ἡ βαρβαρικὴ περικύκλωση. Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἡ συγκεντρωτικὴ ἐξουσία τείνει νὰ ἀποσαθρωθεῖ ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, δείχνοντας ἀκριβῶς τὸν ἀναρχικό (ἀτομοκεντρικό-μὴ κολλεκτιβιστικό) δυναμισμὸ τῆς ἑλληνο- ρωμαϊκῆς κοινωνίας.
Οἱ Ἕλληνες δὲν εἶχαν οὔτε μπόρεσαν νὰ ἀποκτήσουν αἴσθηση πολιτικῆς αὐθεντίας. Ἡ πίεση νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν αὐθεντία τῶν Παπῶν ἁπλῶς θὰ τοὺς ἀναγκάσει νὰ διαρρήξουν τὶς σχέσεις τους μὲ τὴ λατινικὴ Δύση. Ἡ Ἐκκλησία τους εἶναι πολὺ διαφορετική: Δὲν ἔχει γενικὸ ἀρχηγό. Ἡ αὐθεντία τοῦ Πατριάρχη δὲν εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ ἐκείνη τοῦ τοπικοῦ ἐπισκόπου. Καὶ τῶν δύο δὲν εἶναι τίποτα μπρὸς στὴ χαρισματικὴ αὐθεντία τοῦ ταπεινοῦ ἀσκητῆ. Ἂν ὑπάρχει κάποιος φορέας αὐθεντίας, αὐτὸς εἶναι ἡ οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Οἱ αποφάσεις της ὅμως τελοῦν ὑπὸ τὴν αἵρεση τῆς λαϊκῆς συναίνεσης. Ἀλλιῶς κηρύσσεται ληστρική. Ἂν ο αὐτοκράτορας εἶναι χαρισματικός, εἶναι σεβαστός. Ἀλλιῶς τὸν κοροϊδεύουν στὸν ἱππόδρομο καὶ στὰ σοκάκια. Τὶς πομπώδεις φράσεις περὶ ἱερότητας τοῦ αὐτοκρατορικοῦ θεσμοῦ, ποὺ συνοδεύουν τὸ αὐτοκρατορικὸ πρωτόκολλο, τὶς προορίζουν γιὰ τὸν ἐντυπωσιασμὸ τῶν βαρβάρων. Πράγματα, βεβαίως, τελείως ἀδιανόητα γιὰ τὸ λατινο-ρωμαϊκὸ πνεῦμα. 


Θεόδωρος Ἰ. Ζιάκας, Αὐτοείδωλον ἐγενόμην…, τὸ αἴνιγμα τῆς ἑλληνικῆς ταυτότητας, Εἰδικὴ εἰσαγωγή, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2005  

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

σιγὰ ἡ πατρίδα κοιμᾶται…


Τὸ κτιστὸ ἔρχεται ἐκ τοῦ μὴ ὄντος στὸ εἶναι. Κουβαλάει τὸ μηδὲν στὸ πετσί του. Γεννιέται ὡς θανατηφόρος κοιλότητα. Ἡ πλοηγὸς ἐλευθερία ἀποφασίζει ποιὸς θὰ θανατωθεῖ. Συνεπὼς ἡ κορωνὶς τοῦ κτιστοῦ, ὁ ἄνθρωπος, συνιστᾶ μιὰ διαρκῶς ἀνοιχτὴ ἀγκαλιά. Ἐπιλέγει εἴτε νὰ πνίξει τὸν ἄλλον καὶ τελικὰ νὰ αὐτοχειριαστεῖ εἴτε νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν ἄλλον. Τὸ πρῶτο ἐλεύθερο ἐνδεχόμενο θανατώνει τὴ ζωή, τὸ δεύτερο θανατώνει τὸν θάνατο.
Συνεπῶς τὸ καινὸν εἶναι φιλοκαλεῖται στὸ κενό. Ὄχι στὸ κενὸ τῆς ἀναπαυτικῆς ἐγωτικῆς καταβόθρας ἀλλὰ στὸ κενὸ ποὺ σταυρικῶς μένει τέτοιο μὲ μόνο σκοπὸ τὴ δεξίωση τοῦ ἄλλου. Ἀπὸ αὐτὴ τὴ δεύτερη προοπτικὴ τοῦ κτιστοῦ ἀνατέλλει ποίηση κοινωνική: τὸ ὁμοθυμαδόν. Τὸ κοινὸ δηλαδὴ φρόνημα τῆς ἀγαπητικῆς ἐρωταποκρίσεως, τοῦ ἐρωτικοῦ διαλόγου μεταξὺ τῶν ἑτέρων ἑταίρων.
Ἡ πρώτη πατρίδα τῆς ἐρωτικῆς κένωσης ὅπου βλάστησε τὸ ἓν φρόνημα, φιλοτεχνήθηκε ἀπὸ τὴ Μαρία τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας. Ἡ Μαρία ὑπῆρχε ὡς διαρκὴς ἀπορία-κενὸ τέτοιας καθολικότητος, ὥστε ἀξιώθηκε ἐλευθέρως νὰ φιλοξενήσει στὰ σπλάχνα της τὸν Ἄκτιστο ποιητὴ τοῦ παντός. Τὸ «ἰδοῦ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου» μηδένισε τὸ μηδὲν τῶν κτιστῶν προδιαγραφῶν της· τὸ μεταποίησε ἀπὸ λάκκο ταφῆς σὲ ἀνοιχτοσιὰ ὑποδοχῆς. Τοιουτοτρόπως ὁ θάνατος μόνον ἀγγίζει τὸ θύμα του, διέρχεται παραπλεύρως αὐτοῦ, ἀδυνατώντας νὰ εὕρει τόπον. Γίνεται ὕπνος. Ἡ κοίμηση δὲν εἶναι παρὰ ἡ τελευταία του αὐταπάτη. Διαρκῶς ἀπατώμενος καὶ ἐκδιωκόμενος ἀπὸ τὸ ἐρωτικῶς σταυρούμενο εἶναι ἐξαντλεῖται καὶ ἀποκοιμίζεται. Δὲν τρέφεται ἀπὸ τὸ ἐγωικὸ φρόνημα, ὥστε σφριγιλὸς νὰ δεσπόζει, νὰ κατακυριεύει καὶ νὰ κατασπαράζει. Δὲν θανατώνει, κοιμᾶται. Δὲν κοιμίζει, θανατώνεται.
Γι’ αὐτὸ στὴ συνάφεια τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ὁ Παῦλος τῶν ἐθνῶν περιγράφει τὸ Ἔθνος τοῦ Ἀχωρήτου: Τὸ πρόσωπο καὶ τὸν τρόπο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου ποὺ στὴ Θεοτόκο Μαρία εὑρίσκει τὴν πληρέστερη κτιστὴ ἐπαλήθευση. Ἡ Μαρία εἶναι ἡ πρώτη μετανάστις, ἡ πρώτη ποὺ ἐγκατέλειψε τὴ μητριὰ πατρίδα τῆς γνώμης καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν παρθένο χώρα τῆς ἐμπιστοσύνης. Τὸ πολίτευμα τοῦ ἔθνους τῶν Θεοτόκων προσφύγων ἰχνογραφεῖται στὶς συν-ταγματικὲς προτροπὲς τοῦ Παύλου: «[…] ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθαι […] τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες, μηδὲν κατὰ ἐριθείαν ἢ κενοδοξίαν, ἀλλὰ τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν. Μὴ τὰ ἑαυτῶν ἕκαστος σκοπεῖτε, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἕκαστος. Τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ […]» (Φιλ. 1, 27 · 2,2 - 2,5). Ἔτσι ἐξουσιάζεται ἡ ἐξουσία καὶ δὲν ἀφήνεται ἀνεξέλεγκτη νὰ ποδηγετεῖ τὴ ζωὴ στὶς ρύμες τοῦ ἄυπνου θανάτου.
Ἄρα ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου χαρτογραφεῖ τὴν ὄντως πατρίδα. Τὴν πατρίδα ποὺ γρηγορεῖ μήπως ἡ πεποίθηση μολύνει τὸ πολίτευμα τῆς ἀγάπης, μήπως τὸ δικαίωμα βεβηλώσει τὴν παρθενία τῆς ἐλευθερίας, μήπως τὸ κράτος τῆς ἰδιωτείας σπιλώσει τὴν ἑτερότητα. Ἡ πατρίδα τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας ἂς συνεχίσει νὰ κοιμᾶται... Σὲ κάποια κακόφημα χωριὰ τῆς ἐπικράτειάς της, σὲ κάποιες ἄσημες Ναζαρὲτ κάποιοι θὰ ἐορτάζουν τὴν Κοίμηση τῆς Μαρίας κατὰ τὸν τρόπο της· νανουρίζοντας τὸ μηδὲν μηδενιζόμενοι.



Ἀνδρέας Γ. Βιτούλας             

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014

ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν προϋποθέτει τὴν εὐσέβειά μας

Ἀλέξης Ἀκριθάκης


Ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὸν σπαραγμὸ μᾶς κρίνει
ὁ δι' ἀγάπησιν ἄκραν, σάρκα λαβών. 
Γιὰ τοὺς ἄλλους οἱ ἀρετές.

Δημήτρης Κοσμόπουλος, Κροῦσμα


[…] Ἀλλ’ αὐτὴ ἡ «ἀγάπη τοῦ Θεοῦ» εἶναι δυνατὴ ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπᾶ, ἐπειδὴ ἡ ἀγάπη του δι’ ἕνα ἕκαστον ἐξ ἡμῶν δὲν ἐπηρεάζεται οὔτε ἀπὸ τὰς μεγαλυτέρας ἁμαρτίας μας. Ὅταν ἁμαρτάνωμεν, δὲν παύει ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἀγαπᾶ, ὅπως ἐφαντάζοντο οἱ εἰδωλολάτραι. Διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ διὰ τὰ πλάσματά του δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἀρετήν, τὴν καλωσύνην ἢ τὴν ἀξίαν των. Αὐτὸς εἶναι σαρκικὸς τρόπος ἀγάπης, ἀνάξιος τοῦ ζῶντος καὶ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ διότι εἶναι ἀγαθὸς καὶ διὰ τῆς ἀνιδιοτελοῦς καὶ ἀδόλου ἀγάπης του προσδίδει ἀρετήν, ἀγαθότητα καὶ ἀξίαν εἰς τὰ ἔργα τῶν χειρῶν του. Ὅταν λοιπὸν ἁμαρτάνωμεν, ὁ Θεὸς δὲν παύει οὐδ’ ἐπὶ στιγμὴν νὰ μᾶς ἀγαπᾶ. Ἀλλ’ ἡμεῖς ἀπομακρυνόμεθα οἰκειοθελῶς ἀπὸ τὴν πηγὴν τῆς ζωῆς, τὸν δοτῆρα τῶν ἀγαθῶν, τὸν ἰατρὸν τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, τὸν Θεὸν ποὺ σώζει. Ὁ πονηρός, ἀπὸ τῆς πρώτης στιγμῆς τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου -ὅπως ἀποδεικνύουν ὅλαι αἱ πρὸ Χριστοῦ θρησκεῖαι- ἐνέβαλεν εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου τὴν πλάνην ὅτι ὁ Θεὸς διὰ νὰ μᾶς ἀγαπήση ἀπαιτεῖ ἀπὸ ἡμᾶς νὰ εἴμεθα ἀγαθοί, ἐνάρετοι, εὐσεβεῖς. Ποῖος ὅμως ἄνθρωπος ἠμπορεῖ εἰλικρινῶς νὰ εἴπη ὅτι εἶναι ὄντως ἀγαθός, ἐνάρετος καὶ εὐσεβής; Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγαθότης, ἡ εὐσέβεια, καὶ ἡ ἀρετὴ τοῦ τελειοτέρου τῶν ἀνθρώπων, τὶ εἶναι ἐμπρὸς εἰς τὴν ἄπειρον μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ; Δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ὁ διάβολος κατώρθωνε νὰ κρατῆ τὸν ἄνθρωπον μακρὰν τοῦ Θεοῦ, πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ πολλλοὺς χριστιανοὺς μετὰ τὴν ἔλευσιν τοῦ Κυρίου. Διότι οἱ ἄνθρωποι βλέποντες τὴν ἀναξιότητά των καὶ φανταζόμενοι ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰς ἀξιομισθίας των, ἢ α) περιήρχοντο εἰς ἀπελπισίαν ποὺ τοὺς ὠδήγει εἰς θάνατον, ἢ β) προσεπάθουν νὰ λησμονήσουν τὸν Θεὸν καὶ ἐγίνοντο τελείως ἄθεοι, ἢ γ) ἐγίνοντο φαρισαῖοι προσπαθοῦντες νὰ πείσουν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους ὅτι εἶναι δίκαιοι, ἐνῶ κατὰ βάθος ἐγνώριζαν ότι εἶναι ἄδικοι. […]

Δ. Γ. Κουτρουμπῆς, Ἡ χάρις τῆς θεολογίας, ἐκδ. Δόμος, 1995

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Ἁγ. Μαρία Σκoμπτσόβα «τελώνης ποὺ νοιάζεται γιὰ τὰ χρέη τῶν ἀνθρώπων»*


 


«ὁ χριστιανισμὸς εἶτε εἶναι φωτιὰ
 εἴτε δὲν εἶναι τίποτα ἀπολύτως»

«νὰ ἐπιζητοῦμε τὴν ἀναρχία
τὴν ἀναρχικὴ ζωὴ τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν»
Ἁγία Μαρία Σκoμπτσόβα



«Συνολικὰ ἀποδεχόμουν ἀπόλυτα τὴν ἐπανάσταση μὲ τὴν ταραχώδη της ἀνάταση, καθὼς καὶ τὸν σοσιαλισμό. Δὲν εἶχα καμία ἀντίρρηση κι ὅσο γιὰ τὴν πάλη, τὸ ρίσκο, τὸν κίνδυνο, τὴ συνομωσία, τὸν ἡρωισμὸ καὶ τὰ κατορθώματα, μοῦ φαίνονταν μᾶλλον ἑλκυστικά. […] Τὸ πνεῦμα μου ἦταν ἕτοιμο νὰ συμμετάσχει σὲ ἡρωικὲς πράξεις, ἀκόμη καὶ μὲ τὸ κόστος τῆς ζωῆς μου. Ἤμουν ἕτοιμη νὰ πολεμήσω τὴν ἀδικία στὸν κόσμο, νὰ διαλύσω ὅλη τὴ σκουριασμἐνη ὁμίχλη καὶ τὴ ματαιότητα. […] Ὀνειρευόμουν νὰ συναντήσω ἀληθινοὺς ἐπαναστάτες ποὺ θά ’ταν πάντα ἕτοιμοι νὰ δώσουν τὴ ζωή τους γιὰ τὸ λαό. Συνάντησα μερικοὺς φοιτητὲς ποὺ ἦταν ἀσήμαντα μέλη τοῦ σοσιαλδημοκρατικοῦ κόμματος, ἀλλὰ δὲν ἔδιναν τὴ ζωή τους. Ἁπλὰ συζητοῦσαν γιὰ τὴν ὑπεραξία, τὸ κεφάλαιο, καὶ τὸ ἀγροτικὸ πρόβλημα. Ἦταν μεγάλη απογοήτευση. Δὲν καταλάβαινα γιατὶ ἡ πολιτικὴ οἰκονομία ἦταν πιὸ σαγηνευτικὴ ἀπὸ τοὺς λογαριασμοὺς ποὺ ἡ μαγείρισσά μας, ἡ Ἄννουσκα, ἔφερνε στὴ μητέρα μου ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν ἀγορά.»   
Ἡ Ἁγία Μαρία τὸ 1932
Τὸ 1910, παντρεύτηκε ἕνα μέλος τοῦ Σοσιαλδημοκρατικοῦ Κόμματος τοῦ Λένιν (Μπολσεβίκοι), τὸν Ντμίτρι Κουζ’μὶν – Καραβάεβ (1885-1959). Ἀλλὰ ἀκόμη κι αὐτὴ ἡ ἐνέργεια δὲν τὴν ἔκανε νὰ νοιώσει πιὸ κοντὰ στοὺς «ἀληθινοὺς ἐπανάστατες».

Σεργκέι Χάκελ, Μαρία Σκομπτσόβα, μία διὰ Χριστὸν σαλὴ στοὺς μοντέρνους καιρούς, μτφρ. Νίκη Τσιρώνη, Ἀθήνα 1998


* στίχος ποιήματός της τὸ 1931

Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

π. Καμίλο Τόρρες – Διακήρυξη στὴν ἐφημερίδα El Tiempo (β´ μέρος)


Ἀπὸ τότε ποὺ ἀσκῶ τὸ ἱερατικὸ λειτούργημά μου, τὸ ἀσκῶ ἔτσι, καὶ μὲ ὅλα τὰ μέσα, ὅπως οἱ λαϊκοί, καθολικοὶ ἢ ὄχι, ἀφιερώνονται στὸν ἐπαναστατικὸ ἀγώνα. Μπροστὰ στὴν ἀπουσία μιᾶς μαζικῆς ἀνταπόκρισης τοῦ λαοῦ στὴ δράση τῶν λαϊκῶν, ἀποφάσισα νὰ ἀφιερωθῶ ὁ ἴδιος στὸν ἐπαναστατικὸ ἀγώνα, πραγματοποιώντας ἔτσι ἕνα μέρος τῆς προσπάθειάς μου, ποὺ συνίσταται στὸ νὰ ὁδηγήσω τοὺς ἀνθρώπους στὸ Θεὸ μέσα ἀπὸ τὴν ἀμοιβαία ἀγάπη. Σὰν Κολομβιανός, θεωρῶ αὐτὴ τὴ δραστηριότητα σὰν οὐσιαστικὴ γιὰ τὴ χριστιανικὴ καὶ ἱερατικὴ ζωή μου. Ἀλλὰ εἶναι μιὰ προσπάθεια ἀντίθετη μὲ τὴν πειθαρχία τῆς σημερινῆς Ἐκκλησίας.
Δὲν θέλω οὔτε αὐτὴ τὴν πειθαρχία νὰ παραβῶ, οὔτε τὴ συνείδησή μου νὰ προδώσω.
Γιὰ τοῦτο, ζήτησα ἀπὸ τὴν Αὐτοῦ Ἐξοχότητα τὸν Καρδινάλιο νὰ μὲ ἀποδεσμεύσει ἀπὸ τὶς ὑποχρεώσεις μου σὰν κληρικό, γιὰ νὰ μπορέσω νὰ ὑπηρετήσω τὸ λαὸ σὲ ἐπίπεδο κοσμικό. Θυσιάζω ἕνα ἀπὸ τὰ δικαιώματα ποὺ ἀγαπῶ πιὸ βαθιά: Τὸ νὰ μπορῶ σὰν ἱερέας νὰ τελῶ τὴ θεία λειτουργία, μὲ σκοπὸ νὰ δημιουργῶ τοὺς ὅρους ποὺ θὰ τὴν κάνουν πιὸ αὐθεντική.
Πιστεύω πὼς ἡ ὑποχρέωση ποὺ ἀνέλαβα ἀπέναντι στοὺς συνανθρώπους μου, νὰ κάνω πράξη ἀποτελεσματικὰ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον, μοῦ ἐπιβάλλει αὐτὴ τὴ θυσία. Τὸ ὑπέρτατο μέτρο γιὰ τὶς ἀνθρώπινες ἀποφάσεις πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ ὑπερφυσικό. Θὰ διατρέξω ὅλους τοὺς κινδύνους ποὺ αὐτὸ τὸ μέτρο ἀπαιτεῖ ἀπὸ ἐμένα.


Kαμίλο Τόρρες, Λαϊκὴ ἑνότητα-ἐπανάσταση καὶ ἄλλα κείμενα, μτφρ. Πέτρος Πεντελικός, ἐκδ. Μνήμη, Ἀθήνα 1974

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

π. Καμίλο Τόρρες – Διακήρυξη στὴν ἐφημερίδα El Tiempo (α´ μέρος)



[…] Στὴν τωρινὴ κατάσταση τῆς ἐκκλησίας, μοῦ ἔγινε ἀδύνατο νὰ ἐξακολουθήσω νὰ ἀσκῶ τὰ θρησκευτικά μου καθήκοντα κατὰ τοὺς ἐξωτερικοὺς λατρευτικοὺς τύπους. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ ἄσκηση τῶν θρησκευτικῶν λατρευτικῶν καθηκόντων, δὲν συνίσταται στὶς σύμφωνες μὲ τοὺς ἐξωτερικοὺς τύπους ἱεροτελεστίες. Ἡ λειτουργία, ποὺ εἶναι ὁ τελικὸς σκοπὸς τῆς ἄσκησης τῶν ἱερῶν καθηκόντων, εἶναι μιὰ πράξη βασικὰ παλλαϊκή. Ἀλλὰ ἡ χριστιανικὴ κοινότητα δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρει τὴ θυσία κατὰ τρόπο αὐθεντικό, ἂν δὲν ἔχει κάνει πράξη πρωτύτερα τὴν ἐντολὴ γιὰ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον.
Διάλεξα τὸ Χριστιανισμὸ γιατὶ νόμιζα πὼς βρῆκα σὲ αὐτὸν τὸ πιὸ ἀγνὸ μέσο γιὰ νὰ ὑπηρετήσω τὸν πλησίον μου. Ἐκλέχτηκα ἀπὸ τὸ Χριστὸ γιὰ νὰ εἶμαι ἱερέας γιὰ πάντα σπρωγμένος ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ἀφιερωθῶ παντοτινὰ στὴν ἀγάπη τῶν συνανθρώπων μου.
Σὰν κοινωνιολόγος, θέλησα αὐτὴ ἡ ἀγάπη νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ μὲ τὴ βοήθεια τῆς τεχνικῆς καὶ τῆς ἐπιστήμης. Ἀναλύοντας τὴν κοινωνία τῆς Κολομβίας, καταστάλαξα στὸ συμπέρασμα γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα μιᾶς ἐπανάστασης, γιὰ νὰ γίνει μπορετὸ νὰ δοθεῖ ψωμὶ σὲ ’κεῖνον ποὺ διψᾶ, νὰ ντυθεῖ ὁ γυμνὸς καὶ νὰ γίνει πραγματικότητα ἡ εὐημερία γιὰ τὴ μεγάλη μάζα τοῦ λαοῦ μας.
Θεωρῶ πὼς ὁ ἐπαναστατικὸς ἀγώνας εἶναι ἕνας ἀγώνας χριστιανικὸς καὶ ἱερατικός. Μόνον μὲ τὸν ἐπαναστατικὸ ἀγώνα θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε πράξη τὴν ἀγάπη ποὺ οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ ἔχουν γιὰ τοὺς συνανθρώπους τους, στὶς πραγματικὲς σημερινὲς συνθῆκες τῆς χώρας μας. […]

Kαμίλο Τόρρες, Λαϊκὴ ἑνότητα-ἐπανάσταση καὶ ἄλλα κείμενα, μτφρ. Πέτρος Πεντελικός, ἐκδ. Μνήμη, Ἀθήνα 1974

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

σῶμα κι ἀπουσία

Γεώργιος Βλάχου

[…] Τὶς ἑπόμενες ἑβδομάδες ἔπρεπε νὰ συνηθίσουν στὴν ἀπουσία. Ἔλειπε τὸ σῶμα της, οἱ λέξεις της οἱ σμιλεμένες ἀπ’ τὴ χροιὰ τῆς φωνῆς της, τὸ σύρσιμο ἀπ’ τὰ τσόκαρα στὸ πάτωμα τὴν ὥρα ποὺ κουβαλοῦσε τὴ μεγάλη κοιλιὰ καὶ τὰ μυστικά της. Στὶς παρουσίες, ἀκόμα καὶ στὶς πιὸ δυσάρεστες, ὑπάρχει κάτι στὸ ἀνθρώπινο σαρκίο ἕτοιμο νὰ προσαρμοστεῖ, ἕτοιμο νὰ ἀποκαταστήσει τὴ δυσαρέσκεια. Αὐτὸ τὸ κάτι τὸ νιώθεις στὸ στομάχι ὡς αἴσθηση τῆς προσαρμογῆς τῶν σπλάχνων, ἱκανότητα σωματική. Στὴν ἀπουσία, ἀντίθετα, ἔχουμε σπασμένες χορδὲς τῆς ὕπαρξης. Τὰ ἡμιτόνια, ὁ ρυθμός, ἡ διάρκεια, ὅλα κινοῦνται ἀναρμόνιστα ἢ σιωποῦν. Στὴν ἀπουσία, στὸν θάνατο, ἀναζητοῦμε ἕναν χορδιστή, καθὼς ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐρημιᾶς, ποὺ μοιάζει μὲ κλειδοκύμβαλο, μένει βουβὸς στὴ γωνιὰ καὶ σκονισμένος. […]


Ἰσίδωρος Ζουργός, Σκηνὲς ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Ματίας Ἀλμοσίνο, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 2014

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

Χρόνης Μίσσιος: οἰκονομισμὸς καὶ ἠλιθιοποίηση

[…] Οὔτε πιάνει ἡ Ἀριστερὰ ὅτι στὴν Πατησίων τὸ καλοκαίρι λιποθύμησε μιὰ πόρνη, ἕνας φοιτητής, ἕνας ἐργάτης, ἕνας συνταξιοῦχος στρατιωτικός, ἀπὸ τὸ νέφος καί πῆγε στὸ νοσοκομεῖο. Δὲν πιάνει αὐτὸ τὸν ἰμπεριαλισμὸ τῆς πολυκατοικίας τῆς Ἀθήνας, αὐτῆς τῆς φρικτῆς ἀντι-ἀνθρώπινης πόλης, ἡ ὁποία μᾶς ἔχει συντρίψει, μᾶς ἔχει ἀπομονώσει, μᾶς ἔχει βάλει σ’ ἕνα σύστημα ποὺ μᾶς μετατρέπει σὲ ἠλίθιους. Δὲν ἔχει πιάσει ἀκόμα τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ παιδεία τέλειωσε πιὰ ἀκόμα καί σ’ αὐτὴ τὴν ψωροκώσταινα τὴν Ἑλλάδα, καὶ πὼς βρισκόμαστε στὴν ἐποχὴ τῆς ἐκπαίδευσης. Καὶ ἐκπαίδευση σημαίνει μετατροπὴ τῶν ἀνθρώπων σὲ βιδάκια καὶ παξιμαδάκια τοῦ συστήματος. Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ κοινωνικὸ ὂν μετατρέπεται σ’ ἀντικείμενο παραγωγῆς καὶ κατανάλωσης ὑλικῶν ἀγαθῶν. Καὶ μέσα σ’ ἕνα κόσμο ποὺ καταστρέφει τὴν ἴδια τὴ μήτρα του, καταστρέφει τὸ περιβάλλον του, τὰ πάντα. Δὲν ἔχει ποῦ ν’ ἀναπνεύσει, ποῦ νὰ γεννήσει, ποῦ νὰ ζήσει. Αὐτὰ τὰ προβλήματα δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν, δὲν ἀπασχολοῦν τὴν Ἀριστερά. Ἔχουμε γίνει οἰκονομιστὲς τοῦ κερατᾶ, διότι ἔχουμε μπεῖ μέσα στὸ παιχνίδι τῆς ἐξουσίας, χωρίς ταυτόχρονα νὰ ἀποφασίζουμε νὰ χτυπήσουμε τὴν ἐξουσία τουλάχιστον. […]
Ἢ ἀκόμα μὲ ἀπασχολοῦσε τὸ πρόβλημα τῆς παραγωγῆς τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς αἰσθητικῆς. Πῶς θά ’χουμε σχεδιοποιημένη οἰκονομία; Δηλαδὴ θὰ βγάζουμε ἴδιες καρέκλες γιὰ ὅλους; Ἴδια κουστούμια γιὰ ὅλους; Καὶ ποῦ εἶναι αὐτὸ τὸ ξεχωριστό, τὸ ὡραῖο τοῦ κάθε ἀνθρώπου; Θέλω νὰ βάλω ἕνα λουλούδι στ’ αὐτί μου ἤ θέλω νὰ φοράω ἕνα κουστούμι διαφορετικὸ καὶ ἰδιόμορφο. Πῶς θὰ γίνουν αὐτὰ τὰ πράγματα; Κι ἔλεγα τὰ σοβιέτ – τώρα μᾶς κάναν κι ἀντισοβιετικούς. Τὰ σοβιὲτ ὅμως τὰ κατάργησε ὁ Στάλιν κι οἱ σοβιετικοὶ ἐνῶ ἐμεῖς ἤμασταν ὑπὲρ τῆς αὐτοδιαχείρισης καὶ τῶν σοβιέτ. Ἀλλὰ εἶναι ἀπὸ τὰ σημαντικὰ προβλήματα ποὺ πρέπει νὰ ψάξουμε. Κι ἐγὼ πιστεύω ὅτι ἐκεῖνο ποὺ θὰ ξαναγεννήσει τὴν ἀριστερὰ καὶ θὰ τῆς δώσει τὴν δυνατότητα νὰ παίξει τὸν ρόλο της εἶναι ὁ ἀνθρωπισμός. Ὄχι πιὰ ὁ ἀνθρωπισμὸς στὸ γενικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ στὴ λεπτομέρεια. Στὸ πῶς, παρόλα αὐτά, καὶ μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴν τρομαχτικὴ ἀλλοτρίωση καὶ ἠλιθιοποίηση ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ τὸ σύστημα, θὰ παραμείνουμε ἄνθρωποι. Σὲ λίγο θὰ γίνουμε σὰν τὰ σκυλάκια τοῦ Παβλώφ. Δὲν θὰ εἴμαστε μόνο χειροκροτητὲς καὶ κουβαλητὲς τῶν πλαστικῶν σημαιῶν, ἀλλὰ θὰ χτυπᾶν ἕνα καμπανάκι καὶ ἐμεῖς θὰ ἀντιδροῦμε ἀναλόγως ἀπὸ τὸν ἦχο ποὺ θὰ μᾶς παίζει ἡ ἐξουσία ἤ ἡ αὐθεντία.


Συνέντευξη τοῦ συγγραφέα Χρ. Μίσσιου στό περιοδικό ΡΗΞΗ, τεῦχος 23-24, Ἀπρίλιος 1986

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

κοινότητες καὶ κράτος

Ἱ.Ν. Ἁγίου Ἀνδρέα Περιστερᾶς, Μαρία Γεράρδη-Πασσαλῆ

Στὸ δοκίμιο «Αἱ κοινότητες τῆς Μακεδονίας καὶ ἡ Ἑλληνικὴ διοίκησις» (Πολιτικὴ Ἐπιθεώρησις, σελ. 630-631, 647-650), ὁ Ντίνος Μαλοῦχος ἐπισημαίνει ὅτι οἱ ἑλληνικὲς κοινότητες δημιούργησαν κατὰ τὴν Τουρκοκρατία ἕνα δεύτερο κράτος. Τὸ ὀθωμανικὸ δίκαιο, ἀγνοώντας τὴν πραγματικότητα τῶν κοινοτήτων, ἐπέτρεψε τὴ λειτουργία τους. Βέβαια οἱ κοινότητες ἀναπτύσσονται, καὶ μὲ τὴν ἀνάπυξή τους διασώζουν τὸν Ἑλληνισμό, κυρίως στὰ κεφαλοχώρια, ἐνῶ στὰ τσιφλίκια οἱ οἰκογένειες κολλήγων ἔχουν πολὺ περιορισμένες δυνατότητες αὐτονομίας. Οἱ μακεδονικὲς κοινότητες φροντίζουν γιὰ τὴν παιδεία, τὴ διαχείριση τῶν κοινοτικῶν βοσκοτόπων καὶ τῆς κοινοτικῆς περιουσίας, ἐνοικιάζουν τὶς ἰδιόκτητες γαῖες ποὺ εἶναι σὲ ἀγρανάπαυση, παρεμβαίνουν γιὰ τὴν εἰρηνικὴ ἐπίλυση τῶν διαφορῶν, ἐνῶ ἐκπροσωποῦν συλλογικὰ τοὺς χωρικοὺς στὴν τουρκικὴ διοίκηση. Οἱ κοινοτικοὶ ἄρχοντες ἐκλέγονται διὰ βοῆς ἀπὸ τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν οἰκογενειῶν, σὲ ἐτήσια συνήθως συνέλευση ποὺ διεξάγεται στὴν πλατεία, στὸ σχολεῖο ἢ στὴν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ. Ὁ Μαλοῦχος ὑποστηρίζει ὅτι ἡ κοινοτικὴ ἐξουσία συνήθως κατείχετο ἀπὸ τοὺς τζορμπατζῆδες, δηλαδὴ τὴν τάξη τῶν εὐπορότερων χωρικῶν, μὲ τὴ μεγαλύτερη ἰδιοκτησία καὶ περίσσεια κεφαλαίων ποὺ στὶς περισσότερες περιπτώσεις ἐχρησιμοποιοῦντο τοκογλυφικά. Ὁ μόνος τρόπος ἀμύνης τῶν χωρικῶν ἦταν ἡ ἐκλογὴ νέων ἀρχόντων τῆς κοινότητας, ποὺ δὲν ἐλέγχονταν ἀπὸ τοὺς τζορμπατζῆδες, γεγονὸς ποὺ ὅπου ἐπραγματώθηκε εἶχε πολὺ θετικὰ ἀποτελέσματα γιὰ τὸ σύνολο τῆς κοινότητας.
Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας, ἀντὶ νὰ εὐνοήσει τὶς κοινότητες, σήμανε τὸ ἄδοξο τέλος τους, ἐνῶ κατέστησε πανίσχυρους τοὺς  τζορμπατζῆδες. Σημειώνει δὲ ὁ Μαλοῦχος: «Ἡ ἑλληνικὴ διοίκησις ΗΓΝΟΗΣΕ τὰς κοινότητας. Ναί. Τὰς κοινότητας αὐτάς, ποὺ ἀπετέλεσαν μέχρι σήμερον ζῶντας ὀργανισμοὺς μέσα εἰς τὸ τουρκικὸ κράτος, ποὺ διετήρησαν διὰ τῶν σχολείων καὶ τῶν παραδόσεων τὸ φῶς τοῦ ἀρχαίου καὶ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ ἐχρησίμευσαν ὡς ρυθμισταὶ τῆς οἰκονομικῆς ζωῆς τῶν χωριῶν, πού, ἂν καὶ πολλάκις ὀλιγαρχούμεναι, διετήρησαν πάντοτε τὰς δημοκρατικὰς παραδόσεις, αὐτὰς τὰς κοινότητας, ποὺ εἰμποροῦσαν νὰ καταστοῦν τὰ κύτταρα ἑνὸς πραγματικοῦ πολιτισμοῦ στὴν Μακεδονίαν, ἡ ἑλληνικὴ διοίκησις τὰς ἠγνόησεν καὶ τὰς ἀγνοεῖ μέχρι σήμερον… Καὶ ἐν πρώτοις ἡ διοίκησις παρεγνώρισεν ἐντελῶς τὴν θεμελιώδη ἀρχὴν ἐπὶ τῆς ὁποίας ἐβασίζοντο αἱ κοινότητες, τουτ’ ἔστι τὸν θεσμὸν τῆς γενικῆς συνελεύσεως τῶν κατοίκων ἐξ ἧς ἀπέρρεεν ἡ διοίκησις τῆς κονότητος, καὶ καθιέρωσε τὸν ὑπὸ τῆς διοικητικῆς ἀρχῆς διορισμὸν τῶν παρέδρων καὶ συμβούλων τῶν κοινοτήτων… Οἱ χωρικοὶ σήμερον θεωροῦν τὸν πρόεδρον τῆς κοινότητος καὶ τὰ μέλη τοῦ κοινοτικοῦ συμβουλίου, τὰ διοριζόμενα ὑπὸ τοῦ νομάρχου ἢ ὑποδιοικητοῦ, ὡς κάτι ἐντελῶς ξένον πρὸς αὐτοὺς καὶ μᾶλλον θεωροῦν τὴν ἐπίσημον κοινότητα ὡς ὄργανον τοῦ Κράτους, παρὰ ὡς ἐκπροσώπησιν τοῦ χωριοῦ των.»

Σπύρος Κουτρούλης, Ἐθνισμὸς καὶ Κοινοτισμός, Ἐναλλακτικὲς ἐκδόσεις, Ἀθήνα 2004



Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

ἡ κακοήθης ἐπινόηση τῆς περιουσίας


Νίκος Κεσσανλῆς, τοῖχος-καρδιὰ (1987)
 Τα μοναστήρια ἦταν ταυτόχρονα λατρευτικές κοινότητες καὶ ὁμάδες ἐργασίας. Ὁ μοναχισμὸς ἐδημιούργησε μιὰ εἰδικὴ «θεολογία ἐργασίας», κι ἀκόμη εἰδικότερα χειρωνακτικῆς ἐργασίας. Ἡ ἐργασία δὲν ἦταν καθόλου δευτερεῦον ἢ ἐπικουρικὸ στοιχεῖο τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Ἀνῆκε στὴν ἴδια τὴν οὐσία του. Ἡ ὀκνηρία θεωρήθηκε σὰν βασικὸ καὶ βαρὺ ἐλάττωμα, πνευματικὰ καταστρεπτικό. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ τὴν ἐργασία, ποὺ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι συμφεροντολογική. Καθένας ὄφειλε νὰ ἐργάζεται γιὰ κοινὸ σκοπὸ καὶ ὠφέλεια ὥστε νὰ μπορῆ νὰ βοηθᾶ τὸν φτωχό. Καθὼς ὁ Ἅγιος Βασίλειος τὸ δήλωσε, «στὴν ἐργασία ὁ σκοπὸς ποὺ βρίσκεται μπροστὰ ἀπὸ τὸ κάθε τι, εἶναι ἡ βοήθεια τοῦ φτωχοῦ, καὶ ὄχι τῆς ἀτομικῆς τοῦ καθενὸς ἀνάγκης.» Ἡ ἐργασία ἐπρόκειτο νὰ γίνη, οὕτως εἰπεῖν, ἔκφραση τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης καθὼς καὶ βάση τῶν κοινωνικῶν ὑπηρεσιῶν καὶ τῆς ἐλεημοσύνης. […] Μιὰ ἀπὸ τὶς κύριες μοναχικὲς ὑποσχέσεις ἦταν ἡ πλήρης ἄρνηση κάθε κτήσεως καὶ ὄχι μόνο ὑπόσχεση πτωχείας. Δὲν ὑπῆρχε καθόλου χῶρος γιὰ ὁποιοδήποτε εἶδος «ἰδιαίτερης περιουσίας» στὴ ζωὴ τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχοῦ. Καὶ αὐτὸς ὁ κανόνας ἐπιβλήθηκε ἐνίοτε μὲ αὐστηρότητα. Οἱ μοναχοὶ δὲν θἄπρεπε νὰ ἔχουν ἀκόμη καὶ ἰδιαίτερες ἐπιθυμίες. Τὸ πνεῦμα τῆς ἰδιοκτησίας ἀποκλείσθηκε σφόδρα σὰν ἔσχατη σπορὰ τῆς διαφθορᾶς στὴν ἀνθρώπινη ζωή. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐθεώρησε τὴν ἀτομικὴ περιουσία σὰν τὴ ρίζα ὅλων τῶν κοινωνικῶν ἀνωμαλιῶν. Ἡ ψυχρὴ διάκριση  μεταξὺ «δικοῦ μου» καὶ «δικοῦ σου» ἦταν, κατὰ τὴ γνώμη του, τρομερὰ ἀσυμβίβαστη μὲ τὸ ὑπόδειγμα τῆς ἐν ἀγάπῃ ἀδελφότητος ποὺ εἶχε ὁρίσει τὸ Εὐαγγέλιο. […] Πράγματι γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη, «ἡ περιουσία» ἦταν κακοήθης ἐπινόηση τοῦ ἀνθρώπου ἔξω ἀπὸ τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ἕτοιμος νὰ ἐπιβάλη σ’ ὅλο τὸν κόσμο τὴν αὐστηρὴ μοναχικὴ πειθαρχία τῆς «ἀκτημοσύνης» καὶ ὑπακοῆς, γιὰ τὴν ἀνακούφιση τοῦ κόσμου. Κατὰ τὴ γνώμη του, τὰ χωριστὰ μοναστήρια θἄπρεπε νὰ ὑπάρχουν τώρα, μὲ ἄμεσο σκοπὸ μιὰ μέρα ὅλος ὁ κόσμος νὰ μποροῦσε νὰ γίνη σὰν ἕνα μοναστήρι.[…] Προφανῶς ὁ συγκεκριμένος μοναχισμὸς οὐδέποτε ἔφθασε τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἀξιώσεις του. Μὰ ἡ ἱστορική του σημασία βρίσκεται ἀκριβῶς στὶς ἀρχές του. Ὅπως στὴν εἰδωλολατρικὴ αὐτοκρατορία ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἕνα εἶδος «αντιστασιακῆς κινήσεως», ὁ μοναχισμὸς ἦταν διαρκὴς «αντιστασιακὴ κίνηση» μέσα στὴ χριστιανικὴ κοινωνία.


π. Γεώργιος Φλορόφσκυ, Χριστιανισμὸς καὶ Πολιτισμός, μτφρ. Νικ. Σ. Πουρναρᾶ, ἐκδ. Πουρναρᾶ, 2Θεσσαλονίκη 2000
,