Ἐμμανουὴλ Πανσέληνος |
Γενικὰ ἡ ὀρθόδοξη
παράδοση καθορίζει τὰ ὅρια τῆς λογικῆς, ἐνῶ παράλληλα ἀποκαλύπτπεται ἐμπρὸς στὴ
δύναμη τοῦ ὑπέρλογου. Ὁ Νίτσε εἶχε δίκιο! Ἡ Δύση προσπάθησε νὰ ἐξηγήσει τὴν ὕπαρξη
τοῦ Θεοῦ μὲ λογικά, νομικῆς φύσεως ἐπιχειρήματα κι ἀπέτυχε (Ἱερὸς Αὐγουστίνος).
Ἀντίθετα, οἱ ἡσυχαστὲς (Νικόλαος Καβάσιλας, Γρηγόριος Παλαμᾶς) πιστεύουν στὴν ἰσχὺ
τοῦ ὑπερβατικοῦ. Ἡ λογικὴ κουράζει, ἡ καρδιὰ ξεκουράζει (Παΐσιος, Ἀθωνίτης
μοναχὸς ἀπὸ τὴν Οὐκρανία). Ἡ Δύση ἔκοβε τὶς δραστηριότητες τῆς ζωῆς σὲ κομμάτια,
τεμάχιζε κατὰ κάποιον τρόπο τὴν ὕπαρξη. Ἀντίθετα, ἡ Ἀνατολὴ ἀντιμετώπιζε τὶς
δραστηριότητες τῆς ζωῆς ὡς ὅλον, ὡς μιὰν ἀδιαίρετη ἑνότητα. Στὴ Δύση ἁμάρταναν
στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ (indulgentia)
κι ἔφεραν τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς κατάσαρκα, ὥστε νὰ τὸ ψηλαφίζουμε ἀκόμη καὶ σὲ
δημιουργοὺς καὶ δημιουργίες τοῦ 20ου αἰώνα. Ἀντίθετα στὴν Ἀνατολὴ εἶχαν
συνείδηση τῆς ἁμαρτίας, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἐντελῶς διαφορετικό. Τὸ Βυζάντιο ὑπῆρξε
θεοκεντρικό, ἡ Δύση θεοκρατική. Ἡ διαφορὰ εἶναι καθοριστική. Ἀκόμα κι ἡ αἰσθητικὴ
χαρὰ τῆς βυζαντινῆς τέχνης ἀπορρέει ἀπὸ τὴ συναισθηματικὴ ἔνταση καὶ τὴ συγκίνηση,
ἐνῶ στὴ Δύση εἶναι καρπὸς λογικῶν διαδικασιῶν. […] Τὸ ὡραῖο, ἐν ὁλίγοις, καθορίζεται
ἀπὸ τὴ ratio, ὅπως ἀκριβῶς
καὶ ἡ πίστη. Τὸ Βυζάντιο, ἀντίθετα, κατανοεῖ πὼς καὶ τὸ θεῖο καὶ τὸ ὡραῖο ὑπερβαίνουν
τὶς δυνατότητες τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς.
Ἔτσι, θεολογία
καὶ τέχνη ὀφείλουν νὰ καταστοῦν «ὑπέρλογες», κινούμενες ἀπὸ τὸ ἔνστικτο τῆς ψυχῆς.
Ἡ νίκη τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ ἀποτελεῖ τὴ νίκη ἑνὸς χριστιανικοῦ ἀνθρωπισμοῦ
διαφορετικοῦ ἀπὸ τὸν εἰδωλολατρικὸ ἀνθρωπισμὸ τῆς Ἀναγέννησης (Ζὰν Μέγεντορφ [Meyendorff]). Γι’ αὐτὸ καὶ στὴ
βυζαντινὴ τέχνη οἱ μορφὲς ἀποδίδονται μετωπικά, δισδιάστατες, χωρὶς ὑλικὸ βάρος,
αὐστηρὲς μέσα στὰ ἔντονα περιγράμματά τους, ὥστε νὰ ἀποκαλύπτεται πρωτίστως ἡ
ψυχική τους ἰδιοσύσταση.
Μάνος Στεφανίδης,
Μιὰ ἱστορία τῆς ζωγραφικῆς, Ἀπὸ τὸ Βυζάντιο
στὴν Ἀναγέννηση καὶ ἀπὸ τοὺς Ἰμπρεσιονιστὲς στὸν Πικάσο, Ἀθήνα 1994.
σημείωση Domenico: ἡ ἀπόπειρα γιὰ μιὰ θεολογικότερη μεταγραφὴ τῶν ὅρων «ὑπέρλογο» καὶ «ὑπερβατικὸ» ἐπιτρέπει νὰ θεωρήσουμε ὅτι δὲν ὑπονοοῦν καμία ὑποτίμηση τῆς λογικῆς ἀλλὰ τὴ
μετοχή της χάριτι στὸν τρόπο τοῦ ἀκτίστου. Ἔτσι καὶ ἡ «συναισθηματικὴ ἔνταση», ἡ «συγκίνηση»
καὶ ἡ «ψυχικὴ ἰδιοσύσταση» ἀποκλείουν κάθε ψυχολογικὸ ὑπόβαθρο καὶ ἐκφράζουν μόνο
τὴ μεταληπτὴ αἴσθηση τῆς ὑπαρκτικῆς ἀνακαίνισης, ἡ ὁποία μετασκευάζει καὶ δὲν ἀκυρώνει τὴν ὕλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου