Δήμητρα Σιατερλῆ, χωρὶς τίτλο 2014 |
Τὸ φαινόμενο
τῆς ἐξουσίας, πολιτικῆς-κοσμικῆς ἀλλὰ καὶ ἱερατικῆς, ἐξηγεῖται πολὺ εὔκολα στὸ
πλαίσιο τῆς ὅλης θεολογικῆς σκέψεως τοῦ Χρυσοστόμου. Συνιστᾶ καὶ αὐτή, ὅπως ὁ
πλοῦτος ἢ ὁ γάμος, ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως. Ἡ ἐξουσία ἀποβαίνει πρόβλημα ἐφόσον
προϋποθέτει ἄρχοντα τὸν ὁποῖο ἐκμαυλίζει ἡ αἴσθηση τῆς ὑπεροχῆς καὶ τῆς
δυνάμεως, καὶ ἀρχόμενο, ὁ ὁποῖος δυσανασχετεῖ γιὰ τὴν ὑποταγή του. […]
Τὴν κατάσταση
τοῦ ἄρχειν καὶ ἄρχεσαι, τὴν ὕπαρξη ἄρχοντα καὶ ἀρχομένου καὶ γενικότερα
ἀνώτερου καὶ κατώτερου, συνδέει μὲ τὴν ἔκπτωση ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ὁ Θεός,
δημιουργώντας τὸν ἄνθρωπο, τὸν προίκισε μὲ τὸ ἀγαθὸ τῆς «ἀρχῆς», τῆς ἐξουσίας, ὅπως δηλώνουν οἱ βιβλικοὶ λόγοι «καὶ ἀρχέτωσαν τῶν θηρίων τῆς γῆς» (Γεν. 1,
26) (PG 54, 593). Τὴν «ἀρχὴν» ὅμως αὐτήν, ποὺ ἦταν διαφορετικῆς
ποιότητας ἀπὸ τὴν μεταπτωτικὴ ἐξουσία, ἀπώλεσε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ δική του
πρωτοβουλία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἰσαχθεῖ ἀπὸ τὴν παρακοή-ἁμαρτία ἡ ὑποταγὴ
ἀνθρώπου σὲ ἄνθρωπο (PG 54, 594-595). Πρόκειται γιὰ ὑποκατάσταση τοῦ ἀγαθοῦ τῆς
παραδεισιακῆς «ἀρχῆς» μὲ τὴν ὑποταγή,
πού, βέβαια, εἶναι ἀνεπιθύμητη κι ἐπαχθής, ἀφοῦ οἱ μεταξύ τους ἰσότιμοι,
ἐλεύθεροι καὶ μακάριοι ἄνθρωποι πρέπει νὰ μεταβληθοῦν ὁ ἕνας σὲ ἄρχοντα καὶ ὁ
ἄλλος σὲ ἀρχόμενο, ὁ ἕνας σὲ διατάσσοντα κι ὁ ἄλλος σὲ διατασσόμενο. Στὸν
ἄνθρωπο, ποὺ εἶχε τὴν «ἀρχὴν» ἐπὶ τῶν
θηρίων καὶ γενικὰ ἐπὶ τῆς φύσεως μὲ ἄλλες προϋποθέσεις, γεννιῶνται τώρα
ἐξουσιαστικὲς διαθέσεις ἔναντι τοῦ συνανθρώπου του. Ἄρα τὸ ἴδιο ἀγαθὸ
μεταστοιχειώνεται σὲ τυραννικὴ δύναμη κι ἑπομένως κάποιοι πρέπει νὰ ὑποστοῦν
τὴν τυραννία. […]
Κανένας
ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας δὲν μαστίγωσε τόσο πολὺ τοὺς παντὸς εἴδους
ἐλλειμματικοὺς καὶ τυραννικοὺς ἄρχοντες ὅσο ὁ Χρυσόστομος (PG 52, 24 · PG 56, 42, · PG 62, 48 · PG 60, 365 · PG 63, 232).
Γι’ αὐτὸ καὶ
πρῶτος διακρίνει σαφῶς μεταξὺ τοῦ ἄρχειν, ποὺ εἶναι θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ τῆς
ἐκλογῆς, ποὺ ἀνήκει στὴν εὐθύνη τῶν ἀνθρώπων. Ἀρνεῖται ὅτι ὁ κάθε ἄρχοντας
εἶναι «ἐλέῳ Θεοῦ», δὲν «χειροτονεῖται» - ἐκλέγεται ἀπὸ τὸν Θεό,
ὁ ὁποῖος ἔθεσε μόνο τὴν τάξη τοῦ ἄρχειν καὶ ἄρχεσθαι. […] Δὲν συνιστᾶ ἡ κάθε
ἐκλογὴ ἄρχοντα θέλημα τοῦ Θεοῦ. Στὶς περιπτώσεις αὐτές, ποὺ εἶναι οἱ
περισσότερες, τὰ ἀποτελέσματα γιὰ τὰ μέλη τῆς κοινωνίας καὶ τὴν ἴδια τὴν
κοινωνία εἶναι καταστρεπτικά. Φθάνει στὸ
σημεῖο νὰ ὑποστηρίζει ὅτι ὁ κακὸς ἄρχοντας εἶναι χειρότερο κακὸ καὶ ἀπὸ τὴν «ἀναρχία»* (PG 56, 42).
Στυλιανοῦ Γ.
Παπαδόπουλου, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος, τ. Β´, εκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 22010
* σημείωση Domenico:
Ἡ αὐτονόητη ἐπισήμανση ὅτι στὸν ὅρο «ἀναρχία» τοῦ κειμένου δὲν ἀπαντᾶται τὸ
σύγχρονο περιεχόμενο τῆς ἐλευθεριακῆς αὐτοθέσμισης παρὰ μόνο ἡ πολιτικὴ
ἀκαταστασία, ποὺ θέτει ἐν ἀμφιβόλῳ ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξη τῆς κοινωνίας,
ὑπονοεῖ σαφέστατα ὅτι ἡ ἀπόπειρα ἄρσης τῆς μεταπτωτικῆς ἀναγκαιότητας τοῦ
ἄρχειν καὶ ἄρχεσθαι κάθε ἄλλο παρὰ ἀπάδει πρὸς τὴ σκέψη τοῦ Ἁγίου Πατρός. Ἡ
ἐπισήμανση τοῦ συγγραφέα ὅτι «ἡ πολιτεία, τὴν ὁποία προϋποθέτει ὁ Χρυσόστομος,
εἶναι αὐτὴ ποὺ ἀναγνώριζε πρωτεύοντα ρόλο στὸ Χριστιανισμό» ἐνισχύει τὸ
παραπάνω ἐνδεχόμενο διαγράφοντας τὶς ἀπαραβίαστες σὲ κάθε ἐποχὴ προϋποθέσεις
τους καὶ τὰ ὅριά τους. Ὅσο γιὰ τὴ διάκριση τοῦ ἄρχειν καὶ ἄρχεσθαι ὡς θεία τάξη
αὐτὴ διέπεται ἀπὸ τέτοιας σφοδρότητας ὑπαρκτικὴ κριτική, ποὺ ἡ ἀνεκτὴ
λειτουργία της (τῆς διάκρισης) βρίσκει τὸ πλήρωμά της
στὴν ἀναίρεσή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου