[…] ἡ
περίπτωση τοῦ Θωμᾶ περιγράφεται ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη ὡς ἕνα εἶδος
σημασιολογικῆς τυπολογίας γιὰ κάθε περίπτωση ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἀρκεῖται στὴν
ἐμπειρία τῶν ἄλλων ἢ στὴν βεβαιότητα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ
Χριστοῦ, ἀλλὰ διατυπώνει τὴν ἀπαίτηση μιᾶς προσωπικῆς προσέγγισης καὶ ἀτομικῆς
ἐπιβεβαίωσης.
Ἡ «ἀπιστία»
τοῦ Θωμᾶ εἶναι ἕνα πανανθρώπινο φαινόμενο γιὰ ὅλα τὰ πνευματικὰ καὶ ὑπερφυσικὰ
γεγονότα. Ὁ Θωμᾶς, ὡς χαρακτηριστικὸς «τύπος» ὅλων μας, ἐκφράζει τὴν ἀνθρώπινη
ἱστορικὴ περιπέτεια καὶ τὴν πνευματικὴ πορεία ὅλων μας πρὸς τὴν πίστη. Ἡ πίστη
δὲν εἶναι κάτι τὸ δεδομένο. Ὁ ἄνθρωπος κινεῖται συνεχῶς μεταξὺ πίστεως καὶ
ἀπιστίας. Ὁ ἄνθρωπος πάντα σχοινοβατεῖ στὶς μεγάλες του ὑπαρξιακὲς καὶ
μεταφυσικὲς ἀναζητήσεις. Τὸ πρόβλημα δὲν βρίσκεται στὶς ἀνησυχίες, στὶς
ἀμφιβολίες καὶ στοὺς πνευματικοὺς προσανατολισμούς. Αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ σύνηθες.
Τὸ πρόβλημα βρίσκεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμμένει καὶ ἀπολυτοποιεῖ τὶς
ἀμφισβητήσεις του καὶ τὴν «ἀπιστία» του. Ὅταν ἡ ἀπιστία παίρνει μόνιμη καὶ
κυρίαρχη θέση στὴ ζωή μας.
Ὁ ἀπόστολος
Θωμᾶς βρέθηκε καὶ αὐτὸς στὸ μεγάλο δίλημμα τῆς ἀποδοχῆς ἢ μὴ ἀποδοχῆς τοῦ
μηνύματος τῆς ἀνάστασης. Ἐκφράζει ἐλεύθερα τὴν προσωπική του δυσχέρεια. Ὅμως
δὲν ἐμμένει καὶ δὲν ἀπολυτοποιεῖ τὴν «ἀπιστία» του, ἀλλὰ ἐπιμένει στὴν
ἀναγκαιότητα τῆς προσωπικῆς ἐπιβεβαίωσης. Μέσα του αἰσθάνεται μιὰ ἔντονη
διαλεκτικὴ λειτουργία μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Ἡ ἀπιστία σ’ αὐτὴ τὴ μορφὴ τῆς ἀναζήτησης μιᾶς προσωπικῆς
βεβαιότητας δὲν εἶναι ἀρνητικὸ στοιχεῖο, μᾶλλον βαθαίνει τὴν πίστη καὶ τὴν κάνει
πιὸ οὐσιαστικὴ καὶ πιὸ προσωπική. Τὸ κρίσιμο σημεῖο βρίσκεται ὅταν ἡ ἀπιστία
ἀπολυτοποιεῖται καὶ δὲν διαλέγεται μὲ τὴν πίστη. Ἡ ἐπικινδυνότητα στὸν
πνευματικὸ χῶρο βρίσκεται στὸ γεγονὸς τῆς αὐτονόμησης τῆς ἀπιστίας ἀπὸ τὶς
πνευματικὲς λειτουργίες τῆς ζωῆς.
Ὁ Θωμᾶς, παρὰ
τὴν προσωπικὴ δυσχέρεια καὶ τὴν «ἀπιστία» του, δὲν ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν
κοινότητα τῶν μαθητῶν καὶ τὴν Ἐκκλησία. Δὲν ἀπολυτοποιεῖ τὴν ἀρνητικὴ προσωπική
του πεποίθηση καὶ δὲν αὐτονομεῖ τὴν πνευματική του περιπέτεια. Ἐμμένει μ’
ἐμπιστοσύνη στὶς ἐμπειρίες καὶ στὶς βεβαιότητες τῆς κοινότητάς του καὶ ἀναμένει
τὴν δική του ὥρα, τὴν ἀποκαλυπτικὴ «ὥρα», ὅπως τὴν ὀνομάζει ὁ εὐαγγελιστὴς
Ἰωάννης. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, ὁ ὁποῖος εἶχε μιὰ παράλληλη
καὶ συγκλονιστικὴ ἐμπειρία σὲ σχέση μὲ τὸν ἀναστάντα Κύριο. Παρὰ τὴν τριπλὴ
ἄρνησή του καὶ τὴν ἀποτυχία του νὰ μείνει πιστὸς στὶς κρίσιμες στιγμὲς τοῦ
Διδασκάλου του, δὲν ἀφέθηκε μοιραία στὴν ἄρνηση καὶ στὴν ὀλιγοπιστία του.
Παρέμεινε καὶ αὐτὸς στὴν κοινότητα τῶν μαθητῶν καὶ καταξιώθηκε, ἀργότερα, τῆς
ἀποκατάστασής του ἀπὸ τὸν Ἀναστάντα, μὲ ἐκεῖνα τὰ περίφημα «φιλεῖς με;» καὶ
«ποίμανε τὰ πρόβατά μου».
Γεωργίου Π.
Πατρώνου, Κήρυγμα καὶ Θεολογία, τ.
Β´, ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου