[…] καὶ πρὸς
τὶς δύο αὐτὲς élites
τοῦ ἰουδαϊκοῦ καὶ τοῦ ἐθνικοῦ κόσμου, εἶχε ὁ Θεὸς νὰ λύσει ἀπὸ μακροῦ
ὑφιστάμενους λογαριασμούς. Κάνει κάτι ἀπίθανο, σὰν νὰ θέλει ἐπίτηδες νὰ τοὺς
παγιδέψει. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο κάνει κάτι ποὺ φαίνεται χονδροειδὴς μωρία. Αὐτοὶ
προσπαθοῦσαν δῆθεν νὰ φτάσουν στὸ Θεό, κατέληγαν ὅμως πάντοτε στὸν ἑαυτό τους·
ἔκαναν τὸ Θεὸ προβολὴ τῶν ἀπαιτήσεών τους. Ἔφθαναν μὲ τὴ σοφία τους νὰ μάθουν
ἀρκετὰ γιὰ τὸ θεῖο, ποτὲ ὅμως δὲν ἀναγνώρισαν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ αὐτοὶ
οἱ ἄνθρωποι τῆς élites
ἀποκρούουν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ δὲν ταιριάζει ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀνώτερη
κοινωνική τους τάξη καὶ τὸ ὑψηλὸ φρόνημα ἐγωισμοῦ καὶ αὐτοπροβολῆς, ἀλλὰ -τὸ
σπουδαιότερο- μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς σοφίας τους. […] Ἀντίθετα οἱ ταπεινοὶ καὶ
καταφρονεμένοι, αὐτοὶ δὲν ἐμποδίζονται ἀπὸ καμιὰ δική τους ἰδεολογικὴ ἢ
κοινωνικὴ προκατάληψη, γι’ αὐτὸ τὸ λόγο εἶναι, καταρχή, ἀνοιχτοὶ στὴ σοφία καὶ
τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Μεσσίας κατὰ τὴν ἰουδαϊκὴ θεολογία δὲν μποροῦσε νὰ
εἶναι παθητός· ἀντίθετα ὡς Μεσσίας θὰ γινόταν δεχτὸς κάποιος, ποὺ ζωσμένος μὲ
τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, θὰ τὴν ἔθετε στὴ διάθεση καὶ στὶς ἐπιδιώξεις τοῦ ἐκλεκτοῦ
λαοῦ γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῆς ὑπεροχῆς του ἐπὶ τῶν ἄλλων λαῶν. Ἐξάλλου ὁ σοφὸς
τοῦ ἐθνικοῦ κόσμου ἀναζητοῦσε τὴ σωτηρία σὲ κάποια σωστὴ ἀνάλυση τοῦ κόσμου,
ποὺ θά ’φερνε τὴν κατανόηση, τὴ γαλήνη καὶ τὴν ἠρεμία στὸν ἄνθρωπο. […] Ὅσοι
αἰσθάνονταν μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο ἰσχυροὶ ἀπέρριψαν τὸ κήρυγμα τοῦ
Σταυροῦ, κλήθηκαν ὅμως νὰ τὸ δεχθοῦν τὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα τῆς
αὐτοκρατορίας. Γι’ αὐτούς, ἕνας ὅμοιός τους, καταδικασμένος ἀπὸ τὴ Ρώμη σὲ
σταυρικὸ θάνατο, γιατὶ νὰ μὴν μποροῦσε νὰ ἐκφράζει τὴ δύναμη καὶ τὴ σοφία τοῦ
Θεοῦ; Ἔτσι ὁ Θεὸς τὸ οἰκονόμησε, ὥστε οἱ πρῶτοι νὰ ἀπορρίπτουν τὸ κήρυγμα τοῦ
Σταυροῦ, οἱ δεύτεροι νὰ τὸ ἐνστερνιστοῦν. Ὁ Θεὸς ἔσωσε τοὺς ταπεινοὺς ἀνθρώπους
μὲ τὴ φαινομενική, ἂν καὶ ὄχι πραγματικὴ «μωρία» του. Ὁ Χριστὸς ἀποδείχθηκε γι’
αὐτοὺς «δύναμις» Θεοῦ, ὄχι μὲ τὰ
θαύματά του ἢ ἀκόμα καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του, ἀλλὰ ὡς «ἐσταυρωμένος». Ὡς «ἐσταυρωμένος», μὲ τὴν ἀδυναμία τοῦ Σταυροῦ, ὁ
Χριστὸς ἀσκεῖ ἕλξη καὶ δύναμη πάνω στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἐσταυρωμένος εἶναι ὅλα τὰ
παθήματα καὶ οἱ πόνοι τῆς ἀνθρωπότητας συγκεντρωμένα, σὲ μιὰ ἀπίστευτη γιὰ τὸν
κόσμο ἔκφραση δύναμης τοῦ Θεοῦ γιὰ ὑπέρβαση καὶ ὑπερνίκηση. Μέσα στὴν ἀπόγνωση
καὶ τὸ ἀδιέξοδο ποὺ εἶχε ξαπλώσει παντοῦ ἡ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, καὶ μέσα στὴν
ἔλλειψη ὁποιουδήποτε φωτισμοῦ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἡγεσία, ποὺ μὲ λεπτεπίλεπτα
διανοητικὰ τερτίπια ἄλλοτε δικαίωνε καὶ κολάκευε καὶ ἄλλοτε φρόντιζε νὰ ξεφύγει
ἀπὸ τὴν καθημερινὴ πραγματικότητα, ὁ Θεὸς στὸ πρόσωπο τοῦ «ἐσταυρωμένου» ἀπὸ
τοὺς κυρίαρχους τοῦ κόσμου ἐκπροσώπους του, ἀποφάσισε νὰ δώσει διέξοδο καὶ
ἐλπίδα στὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ κόσμος δὲν πρέπει νὰ περιμένει τίποτε σωστὸ ἀπὸ
αὐτοὺς ποὺ στηρίζονται στὸν ἑαυτό τους γιὰ νὰ κάνουν κάτι γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἡ
σωτηρία θὰ ἔλθει ἀπὸ ἕνα κατάδικο στὴν ἔσχατη ποινή, στὸν ὁποῖο θὰ
προσκολληθοῦν τὰ ἀδύνατα στρώματα τῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρόσκληση τῆς
μωρίας τοῦ Εὐαγγελίου. […]
Ἡ ἀπολυτρωτικὴ
ἀξία τοῦ Σταυροῦ, ἂν γινόταν παραδεκτὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς élites, θὰ σήμαινε ἀπόρριψη
τῆς λυτρωτικῆς ἀξίας τῶν προνομίων τους (ἐθνικῶν, θρησκευτικῶν, πνευματικῶν καὶ
πολιτιστικῶν). Οἱ ταπεινοὶ καὶ καταφρονεμένοι, ποὺ οἱ ἰσχυροὶ εἶχαν περιπαίξει
καὶ ἐξαπατήσει, στὸ σταυρωμένο Χριστὸ ἔβρισκαν ὄχι μόνο κάτι ἀπὸ τὸν εαυτό
τους, ἀλλὰ τὸ ἀνέλπιστο. Αὐτοὶ μποροῦσαν νὰ καταλάβουν καὶ νὰ πιστέψουν πὼς ὁ
θάνατος τοῦ Χριστοῦ δημιουργοῦσε μιὰ νέα δυνατότητα γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.
[…]
Σάββας Χρ.
Ἀγουρίδης, Ἀποστόλου Παύλου πρώτη πρὸς
Κορινθίους ἐπιστολή, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσ/νίκη 1982
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου