Στὴν περίοδο
αὐτὴ (σημ. Μεταρρύθμιση-τελευταῖα χρόνια 19ου αἰ.) «πολλοὶ
Χριστιανοί, γοητευμένοι ἀπὸ τὸν μαγικὸ αὐλὸ τῶν διαφόρων ἰδεαλιστῶν, εἶχαν τὴν
τάση νὰ παραβλέπουν τὴν ὑλικὴ πλευρὰ τῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Πεπεισμένοι
ἀπὸ τὸν Ντεκὰρτ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι στὴν πραγματικότητα ἕνας ἄγγελος (ἡ ψυχή),
στὸν ὁποιο ἔχει ἀνατεθῆ προσωρινὰ ὁ χειρισμὸς μιᾶς μηχανῆς (τοῦ σώματος),
εἶχαν ἀρχίσει νὰ πιστεύουν ὅτι εἶναι χριστιανικότερο νὰ συγκεντρώνη κανεὶς τὴν
προσοχή του στὸν ἄγγελο καὶ νὰ ἀφήνη στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἢ μᾶλλον τοῦ Πονηροῦ,
τὴ μηχανή. Ἔτσι, ἀφοῦ μετέβαλαν σιγὰ-σιγὰ τὸ Χριστιανισμὸ σὲ μιὰ θρησκεία
ἀποκλειστικὰ τῆς ψυχῆς, ἐπροχώρησαν ἀκόμη περισσότερο και, ἐν ὀνόματι ἑνὸς
ἄσαρκου καὶ ἄυλου πνευματισμοῦ, ἄρχισαν νὰ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὰ ταπεινὰ ὑλικὰ
καθήκοντα καὶ τὶς καθημερινὲς οἰκονομικὲς εὐθύνες ποὺ ἐπιβάλλει ἡ παραδοχὴ τοῦ
Εὐαγγελίου» (Ζ. Μαριταίν).
[…] «Τὴν μὲν
Κυριακὴ οἱ χριστιανοὶ ἐλάτρευαν καὶ ὑμνοῦσαν τὸν Κύριο τῆς δικαιοσύνης, ἐνῶ τὶς
ἄλλες ἕξη ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος τὸν βλασφημοῦσαν καὶ τὸν δυσφημοῦσαν μὲ τὴν
οἰκονομική τους συμπεριφορά (Γ. Τέμπλ).»
Ἡ περίεργη
αὐτὴ κατάσταση δὲν μποροῦσε, φυσικά, νὰ διατηρηθῆ. Πολλοὶ παράγοντες ἦταν
μοιραῖο νὰ συμβάλουν στὴν ἀνατροπή τους. Ἕνας ἀπὸ τοὺς κυριώτερους ὑπῆρξε,
χωρὶς ἀμφιβολία, ὁ Μαρξισμός. Μὲ ὠμότητα καὶ συχνὰ μὲ τὴ βία, ὁ Μαρξισμὸς ἦλθε
νὰ ὑπογραμμίση ἐκεῖνο ποὺ πολλοὶ Χριστιανοὶ εἶχαν ἀρχίσει νὰ λησμονοῦν μέσα
στὴν ἰδεαλιστικὴ εὐφορία τους: τὴν ἀλήθεια τοῦ οἰκονομικοῦ, τὴν πραγματικότητα
τοῦ ὑλικοῦ, τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ζῶον «συγκείμενον ἐκ πνεύματος κ α
ὶ ὕ λ η ς». Παίρνοντας συχνὰ θέματα, ποὺ
εἶχαν μπῆ στὴν ἀνθρώπινη συνείδηση χάρη στὴν ἰουδαιοχριστιανικὴ παράδοση και,
εἰδικώτερα, χάρη στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου (ἀπομωνομένα ὅμως ἀπὸ τὸ ὑπερφυσικό
τους πλαίσιο καὶ πολλὲς φορὲς μεταβεβλημένα σὲ αἰτίες ἢ ἀφορμὲς πολέμου κατὰ
τῆς χριστιανικῆς θρησκείας), ὁ Μαρξισμὸς ἀνάγκασε τοὺς χριστιανοὺς νὰ
ξαναθυμηθοῦν ὅτι, ἂν ὁ ἄνθρωπος ζῆ μὲ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ζῆ ἐπίσης καὶ μὲ ἄλλα
πράγματα καὶ ὅτι προορισμὸς καὶ χρέος του εἶναι νὰ βάλη ἐπάνω καὶ στὰ ἄλλα αὐτὰ
πράγματα τὴ σφραγίδα τοῦ Λόγου.
[…] Ὁ
Μαρξισμὸς χαρακτηρίζεται συνήθως «ἀντίδραση κατὰ τοῦ ἰδεαλισμοῦ». Ὁ ὁρισμὸς
αὐτὸς θὰ μποροῦσε νὰ συμπληρωθῆ μὲ ἕναν ἄλλο. Θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πῆ ὅτι, ἀπὸ
πολλὲς πλευρές, ὁ Μαρξισμὸς φαίνεται σὰν μιὰ χριστιανικὴ αἵρεση , ποὺ μὲ τὴ
μονομέρεια καὶ τὴν ἐπιμονή της σὲ μιὰ ὄψη τῆς ἀλήθειας, τὴν ὑλική, ἦλθε νὰ
κτυπήση μιὰν ἄλλη αἵρεση καὶ πλάνη: τὸν «ἀγγελισμό», τὸν ψευτοχριστιανικὸ
ἐκεῖνο ἰδεαλισμό, ποὺ ἀρνεῖται νὰ ἰδῆ τὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ στὸ σύνολό της καὶ έτσι ὁδηγεῖ τελικὰ στὸ ἁμάρτημα τοῦ Ἑωσφόρου, στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ
δυσφήμησή του.
[…] (Ἡ διακονία τοῦ Χριστιανισμοῦ) εἶναι: νὰ
ἀνακαλύπτη, ἀκόμη καὶ στὰ συστήματα ἐκείνων ποὺ παρουσιάζονται ὡς ἀντίπαλοί
του, τὶς μερικὲς ἀλήθειες ποὺ τυχὸν περιέχουν·
[…] Πολλοὶ πιστεύουν, μαζὶ μὲ τὸν ἀείμνηστο πάπα Πίο ΙΒ´, ὅτι «ἐνῶ εἶναι
ἀδύνατο νὰ συμφιλιωθῆ ποτὲ ὁ Χριστιανισμὸς μὲ τὸν καπιταλισμό, ἕνα σύστημα ἐκ
γενετῆς ἀντιχριστιανικὸ καὶ ἄθεο, δὲν εἶναι ἀδύνατο νὰ συμφιλιωθῆ μίαν ἡμέρα ὁ
Μαρξισμὸς μὲ τὸν Χριστιανισμό».
Δ. Γ.
Κουτρουμπῆς, Ἡ χάρις τῆς θεολογίας, Ἀθήνα
1995, ἐκδ. Δόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου