Γιῶργος Κόρδης |
Παντοῦ εἰς τὴν πατρίδα Τοῦρκοι, καὶ τὸ κάστρο τῶν
Ἀθηνῶν, ὅπου ἦταν ἡ ἐλπίδα τῆς Ἑλλάδος, κιντύνευε· καὶ σὰν χάνεταν αὐτό, καὶ ἡ
πατρὶς κακὴ τύχη εἶχε - τὰ ὀτζάκια καύλωναν. (σελ. 273)
Τοὺς κατάτρεξαν
οἱ Εὐρωπαῖγοι τοὺς δυστυχεῖς Ἕλληνες. Εἰς τὴς πρῶτες χρονιὲς ἐφόδιαζαν τὰ κάστρα
τῶν Τούρκων· τοὺς κατάτρεχαν καὶ τοὺς κατατρέχουν ὁλοένα διὰ νὰ μὴν ὑπάρξουν. […]
Καὶ τοὺς λευτερώνουν χειρότερα κι’ ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Καὶ οἱ τέσσεροι (μεγάλες δυνάμεις)
καλὰ φρονοῦν, ὅμως νὰ ἰδοῦμεν τὶ λέγει κι’ αὐτὸς ὁ μάστορης ὁ Γεροθεός. (341-342)
Αὐτὰ κάνουν οἱ
καλοὶ πατριῶτες· θέλουν νὰ δώσουν τὴν πατρίδα σὲ ξένους ἀφεντάδες, δὲν θέλουν νὰ
εἴμαστε μόνοι μας νοικοκυραῖοι. (σελ. 391)
Οἱ ἀσυνείθητοι
διὰ νὰ κάμῃ ὁ καθεὶς τοὺς σκοπούς του ἄλλος βγάνει τὴν θρησκεία ὀμπρός, ἄλλος τὴν
πατρίδα […] (σελ. 403)
Κοντὰ ἑφτὰ μῆνες
καὶ περισσότερον ὁποῦ τελειώσαμεν τὸ Σύνταμα, καὶ χωρὶς νὰ εἴχαμεν κυβέρνηση
καὶ μὲ τόσες ἀντενέργειες καὶ φατρίες καὶ ξένους σκοποὺς καὶ τῶν δικῶ μας, μύτη
δὲν μάτωσε κανενοῦ, κόττα δὲν κλέφτηκε, ἄνθρωπος δὲν διατιμήθη εἰς ὅλο τὸ Κράτος.
Τηρᾶτε τῆς ἐποχῆς τοὺς τύπους, μ’ ὅλον ὁποῦ εἶναι καὶ κομματιασμένες κι’ αὐτές,
καὶ φαίνεται ἡ ἀλήθεια. Τότε κυβερνοῦσε ὁ ἴδιος Θεός, ὅτι εἶδε τοὺς ἀνθρώπους εἰς
μετάνοιαν κι’ ἀποσταμένους άπὸ τὴν κακία καὶ γύρισαν ὀπίσου εἰς τὸν Θεὸν κ’ ἔπεσαν
εἰς μετάνοια. Τότε κι’ αὐτὸς ἔκαμεν τὸ ἔλεός του κ’ ἔδωσε τὴν ὁμόνοια σὲ ὅλο τὸ
Κράτος. (σελ. 456 ὑποσημ.)
"τα οτζάκια καύβλωναν"...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι τότε και τώρα και πάντα.
Γι΄αυτό και στέκουν ολόρθα!
...ἂς γίνουμε λοιπὸν ἀπὸ παλλακίδες - πολίτες!
ΑπάντησηΔιαγραφή