Ρέμπραντ (ἡ προφῆτις Ἄννα μελετάει τὶς Γραφὲς) |
Ἀδερφοί μου, τὴν
πίστη σας στὸν Κύριο τῆς δόξας, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, νὰ μὴν τὴν ἐκδηλώνετε μὲ
μεροληπτικὲς πράξεις πρὸς τοὺς συνανθρώπους σας. Γιὰ παράδειγμα: Ἔρχεται στὴ σύναξή
σας κάποιος μὲ χρυσὰ δαχτυλίδια καὶ πολυτελῆ ἐνδύματα. Κι ἔρχεται κι ἕνας φτωχὸς
μὲ λερωμένα ρούχα. Ἂν δώσετε σημασία στὸν καλοντυμένο λέγοντάς του: «Κάθισε,
παρακαλῶ, ἐδῶ στὴν καλὴ θέση», καὶ στὸ φτωχὸ πεῖτε: «Ἐσὺ στάσου ἐκεῖ ἢ κάθισε ἐδῶ
κάτω, δίπλα στὸ σκαμνὶ ποὺ βάζω στὰ πόδια μου», δὲ μεροληπτεῖτε καὶ δὲ γίνεστε
κριτές, κάνοντας πονηρὲς σκέψεις;
Ἀκοῦστε, ἀγαπητοί
μου ἀδερφοί. Ὁ Θεὸς διάλεξε αὐτοὺς ποὺ γιὰ τὸν κόσμο εἶναι φτωχοί, νὰ γίνουν
πλούσιοι στὴν πίστη καὶ νὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία του, αὐτὴν ποὺ ὑποσχέθηκε
σ’ ὅσους τὸν ἀγαποῦν. Ἐσεῖς, ἀντίθετα, ἐξευτελίζετε τὸ φτωχό. Κι ὅμως οἱ πλούσιοι
εἶναι αὐτοὶ ποὺ σᾶς σέρνουν στὰ δικαστήρια. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ προσβάλλουν τὸ
τιμητικὸ ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, ποὺ φέρετε. […] Πάντα νὰ μιλᾶτε καὶ νὰ ἐνεργεῖτε
σὰν ἄνθρωποι ποὺ μέλλετε νὰ κριθεῖτε μὲ τὸ νόμο τῆς ἐλευθερίας. […] (2, 1-4 · 12)
Ἀκοῦστε με τώρα
κι ἐσεῖς οἱ πλούσιοι. Κλάψτε μὲ γοερὲς κραυγὲς γιὰ τὰ βάσανά σας, ποὺ ὅπου νά ’ναι
ἔρχονται. Ὁ πλοῦτος σας σάπισε, καὶ τὰ ρούχα σας τά ’φαγε ὁ σκόρος· τὸ χρυσάφι σας
καὶ τὸ ἀσήμι κατασκούριασαν, καὶ ἡ σκουριά τους θὰ εἶναι μαρτυρικὴ κατάθεση ἐναντίον
σας καὶ θὰ καταφάει τὶς σάρκες σας σὰν τὴ φωτιά. Κι ἐνῶ πλησιάζει ἡ κρίση, ἐσεῖς
μαζεύετε θησαυρούς. Ἀκοῦτε! Κραυγάζει ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ θέρισαν τὰ χωράφια
σας κι ἐσεῖς τοὺς τὸν στερήσατε·καὶ οἱ κραυγὲς τῶν θεριστῶν ἔφτασαν ὡς στ’ αὐτιὰ
τοῦ παντοδύναμου Κυρίου. Ζήσατε πάνω στὴ γῆ μὲ ἀπολαύσεις καὶ σπατάλες. Παχύνατε
σὰν τὰ ζῶα, ποὺ τὰ πάνε γιὰ σφάξιμο. Καταδικάσατε καὶ φονεύσατε τὸν ἀθῶο· δὲ σᾶς
πρόβαλε ἀντίσταση καμιά. (5, 1-6)
Καινὴ
Διαθήκη, ἐπιστολὴ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου