Κυριακή 25 Μαρτίου 2018

Μιὰ βραδιὰ στοῦ Μακρυγιάννη


[…] Μίαν βραδειὰ -ὅτι ἔχω ἕνα σύστημα· θέλω ἕναν φίλο εἰς τὸ σπίτι μου νὰ τρῶμε ψωμὶ μαζὶ - εἶχα εἰπῇ ἑνοῦ ἀγωνιστῆ νἀρθῇ νὰ φᾶμεν· ὅπου τρώγοντας κάναμεν πολλὲς ὁμιλίες. Στοχαζόμουν νὰ τὸν βάλω καὶ εἰς τὸν ὅρκον, ὅτ’ ἦταν ἄξιος καὶ εἶχε κ’ ἐπιρρογή, κι’ ὅλο ἀποκοβόμουν χωρὶς νὰ τοῦ  εἰπῶ τὸ μυστήριον. Ἐκεῖ ὅπου κουβεντιάζαμεν μοῦ λέγει ὅτι· «Εἶχα ὑποψίαν ἀπὄναν ἄνθρωπον ὅτι θὰ μὲ σκοτώσῃ καὶ πῆρα κ’ ἕναν ἄλλον καὶ τὸν σκοτώσαμεν· καὶ διὰ νὰ μὴ μὲ προδώσῃ αὐτὸς ὅπου μὲ βόηθησε, φαρμάκωσα κ’ ἐκεῖνον». Τότε τοῦ μίλησα καμπόσα, ὅμως τὸν σιχάθηκα, κι ἀποφάσισα νὰ μὴν τοῦ εἰπῶ τίποτας διὰ τὸ μυστικόν. Φέραμεν τὸν λόγον διὰ τὸν Καΐρη ὅτι ἀθέισε (καὶ τοιοῦτος εἶναι ὡς τὴν σήμερον). Ἐγὼ μιλοῦσα ἀπελπισμένα πῶς ἕνας σοφός, γερωμένος ἄνθρωπος εἶπε αὐτό· καὶ πικραινόμουν εἰς αὐτὸ πολύ. Εἰς τὴν φιλονικία βλέπω τὸν φίλον νὰ μοῦ ’περασπίζεται τὸν Καΐρη καὶ νὰ εἶναι μὲ τὸ φρόνημά του. Μοῦ λέγει· «Ὅλα μπόσικα· καὶ πῶς ὁ Θεὸς θὰ πήγαινε σὲ μίαν γυναῖκα καὶ νὰ μείνῃ ἐννιὰ μῆνες εἰς τὴν κοιλιά της;» Ἦταν κι ἄλλοι πολλοὶ ποὺ μᾶς ἄκουγαν. Τοῦ λέγω· «Τοῦτα τοῦ Θεοῦ τὰ ποιήματα καὶ τὴν τάξη τὴ βλέπεις· εἶναι διὰ νὰ θαμαίνεται ὁ καθείς; - Μοῦ λέγει, ναί. – Μπρὸς σ’ αὐτὰ εἶναι τὸ μικρότερον αὐτό, ὅπου σκοτώνεις τὸ νοῦ σου διὰ νὰ πιστέψῃς ἐσὺ ὁ μωρὸς ἄνθρωπος. Θέλησε ὁ Θεὸς νὰ γένῃ διὰ νὰ δοξάζωμεν οἱ ἄνθρωποι τὰ μεγάλα του κατορθώματα καὶ τὴν παντοδυναμία του· καὶ διὰ νὰ γένῃ αὐτὸ «εἶπε» κ’ ἔγινε, λόγον εἶπε κ’ ὄχι ἀνθρώπινον ἔργον. Τέτοια μυαλά, τοῦ εἶπα, σὰν τὰ δικά σου ἔχει κι’ ὁ Καΐρης. Καὶ διὰ νὰ φρονῇς τοιούτως διὰ ’κεῖνο τρῶς τοὺς ἀνθρώπους διὰ μικρὴ ὑποψίαν». Δὲν ματἆρθε εἰς τὸ σπίτι μου. Ἔκοψα τὴ σκέση του καὶ δὲν τὸν πλησίαζα. […]

Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα 

Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

ἅγ. Ἰωάννης Κλίμακος καὶ J. P. Sartre

φωτογραφία Σπυριδούλα Φιωτάκη

[…] Ἡ θεολογία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας θὰ μποροῦσε νὰ δικαιώσει τὸν ὁρισμὸ τοῦ Sartre, ποὺ συνοψίζει τὴν τραγικὴ ἐμπειρικὴ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν δυτικὸ ἄνθρωπο, μετὰ τὸν «θάνατο τοῦ Θεοῦ» τῶν ὀντικῶν κατηγοριῶν: «Ἡ ἀπουσία εἶναι ὁ Θεὸς» (Le Diable et le Bon Dieu) – ναί, ἀλλὰ μιὰ ἀπουσία «προσωπική», ποὺ θὰ πεῖ, ἕνα γεγονὸς καὶ μιὰ ἐμπειρία βεβαιότητας γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Μόνο μέσα στὰ ὅρια τῆς προσωπικῆς σχέσης εἶναι δυνατὴ ἡ ἐμπειρία τῆς ἀπουσίας· ἡ ἀπουσία εἶναι πάντοτε ἐμπειρία στέρησης μιᾶς προσωπικῆς ἀμεσότητας, ποὺ προϋποθέτει τὴν πραγματικότητα ἢ τὴ δυνατότητα τῆς σχέσης.
Αὐτὴ ἡ ἐμπειρικὴ αἴσθηση ἀπώλειας τῆς προσωπικῆς ἀμεσότητας, ἡ ὀδύνη τῆς προσωπικῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ, διαφαίνεται κάποτε στὰ κείμενα τοῦ Sartre, ὅπως καὶ ἄλλων χαρακτηριστικῶν ἐκπροσώπων τῆς σύγχρονης Δύσης, ποὺ ἀρνοῦνται νὰ ἐξαντλήσουν τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ στὴ διανοητικὴ ἁπλῶς σύλληψη. Κάποιες φορές, ἡ ἐπίγνωση τῆς προσωπικῆς ἀπουσίας μπορεῖ νὰ φτάσει καὶ στὴν ἀμεσότητα ἑνὸς ἐρωτικοῦ γεγονότος. Γράφει ὁ Sartre: «Ἂς μὲ κολάσει ἑκατό, χίλιες φορές, ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχει». (Le Diable et le Bon Dieu) Μόνο μιὰ ἐρωτικὴ στέρηση εἶναι δυνατὸ νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ ὁποιοδήποτε τίμημα, προκειμένου νὰ ἀνταλλάξει τὴν ὀδύνη τῆς ἀπουσίας μὲ τὴ βεβαιότητα καὶ τὴν ἀμεσότητα τῆς προσωπικῆς παρουσίας.
[…] Στὴ γλώσσα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας, μιλᾶμε στὴν περίπτωση αὐτὴ γιὰ «θεῖον ἔρωτα», ἀνατρέχοντας στὸ «πένθος» τῶν μοναχῶν γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ θείου Προσώπου. «Κατὰ Θεὸν πένθος ἐστί», λέει ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «σκυθρωπότης ψυχῆς, ἐνωδύνου καρδίας διάθεσις, ἀεὶ τὸ διψώμενον ἐμμανῶς ζητοῦσα, καὶ ἐν τῇ τούτου ἀποτυχίᾳ ἐμπόνως καταδιώκουσα καὶ ὄπισθεν τούτου ὀδυνηρῶς ὀλολύζουσα». (Κλίμαξ, Λόγος Ζ´ § α´) […]
Ὁπωσδήποτε, αὐτὸ τὸ «πένθος» γιὰ τὴν ἀπουσία τῆς «αἰσθητῆς» ἀμεσότητας δὲν εἶναι μόνο ὀδύνη, ἀλλὰ καὶ ἡ προϋπόθεση τῆς ἐρωτικῆς σχέσης καὶ κοινωνίας, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι, τελικά, «πένθος χαροποιὸν» καὶ «μακαρία μανία» καὶ προϋπόθεση ἀποφατικῆς-ἐμπειρικῆς θεολογικῆς γνώσεως. […]

Χρήστου Γιανναρᾶ, Τὸ πρόσωπο καὶ ὁ ἔρως, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 41987
    

Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

ἐπὶ Σταυροῦ





Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μιὰ γλυκύτητα
στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια.

(Νίκος Καροῦζος, Διάλογος πρῶτος – 1961)



Εἶν’ ἕνας θάνατος νὰ βγεῖς ἀπ’ τὸ ἐγώ σου κύριε
μὰ ὅμως σὲ σώζει ἀπ’ τὸν θάνατο.

(Νίκος Καροῦζος, Ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀντίρρηση - 1981)



δὲν ἔχει ὅρια ἡ εὐφράδεια τῆς Σταύρωσης

(Νίκος ΚαροῦζοςΝεολιθικὴ νυχτωδία στὴν Κρονστάνδη - 1987)


Σάββατο 3 Μαρτίου 2018

ὁ ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς καὶ ἡ διαρκέστερη ἐπανάσταση


Αὐτὴ ἡ ἐλευθερία ποὺ ἐγὼ προτάσσω, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐμφανιστεῖ ὡς μιὰ ἐξωτερικὴ πραγματικότητα, πρέπει ἀρχικὰ νὰ γεννηθεῖ καὶ νὰ καλλιεργηθεῖ στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου.
(Γκ. Λαντάουερ, Ἀναρχικὲς σκέψεις πάνω στὸν ἀναρχισμὸ)⃰


[…] Ἡ κοινωνικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐνσαρκώνει τὴν πνευματική του κατάσταση. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀντιμετώπιση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων τελεσφορεῖ, ὅταν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τὰ πνευματικά τους αἴτια. Τὸ κυριότερο αἴτιο τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ εἶναι ἡ πλεονεξία. Ποιὸς ἀγνοεῖ, λέει χαρακτηριστικά, ὅτι «ἡ φωτιὰ τῆς πλεονεξίας καίεται ἐπάνω μας καὶ ἀνυψώνεται καὶ φθάνει σχεδὸν παντοῦ, στοὺς δημόσιους φόρους, στὶς κοινὲς ἀγορές, στὰ γεωργικὰ προϊόντα, στὶς συναλλαγές, στὸ ἔμπόριο. Τώρα μάλιστα προχώρησε καὶ μέσα στοὺς ἱεροὺς χώρους καὶ ἔθιξε τὶς ἑορτάσιμες ἡμέρες μας, κάνοντας ἀνέορτες καὶ τὶς ἑορτές μας μὲ τὴν ἔντονη καὶ γελοία μανία καὶ ματαιότητα τῶν πολλῶν». (Ὁμιλία 38, PG 151, 484Β)
Ἡ πλεονεξία ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ διατηρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅλα ὅσα ἔχει, ἔστω καὶ ἂν αὐτὰ εἶναι περιττά, ἐνῶ ἄλλοι στεροῦνται καὶ πεινοῦν. Μιὰ τέτοια συμπεριφορὰ ὅμως εἶναι βάναυση καὶ ἀντιχριστιανική. Ὁ Χριστός, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, δὲν κατατάσσει στοὺς κολασμένους τοὺς ἅρπαγες, ἀλλὰ αὐτοὺς ποὺ δὲν μεταδίδουν τὰ ἀγαθά τους στοὺς ἐνδεεῖς. Οἱ ἅρπαγες δὲν κρίνονται κἄν, γιατὶ ἐξ ἀρχῆς βρίσκονται σὲ μεγαλύτερο κρίμα. Ἀλλὰ καὶ ὁ πλούσιος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ποὺ εὐφόρησε ἡ χώρα του καὶ σκεφτόταν νὰ μεγαλώσει τὶς ἀποθῆκες του, ὅπως καὶ ὁ πλούσιος ποὺ ζοῦσε πολυτελῶς ἀδιαφορώντας γιὰ τὸν φτωχὸ Λάζαρο, δὲν καταδικάζονται ἀπὸ τὸν Χριστὸ γιατὶ ἀδίκησαν κάποιους, ἀλλὰ γιατὶ δὲν βοήθησαν ἄλλους μὲ αὐτὰ ποὺ δικαίως ἀπέκτησαν. (Ὁμιλία 13, PG 151, 164ΑΒ)
Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει τίποτε ποὺ νὰ τοῦ ἀνήκει πραγματικά. Ὅλα ἀνήκουν στὸν Θεό. Γι’ αὐτό, ὅποιος ἔχει περισσότερα ἀπὸ ὅσα χρειάζεται ὀφείλει νὰ τὰ χρησιμοποιήσει γιὰ τὴν βοήθεια τῶν ἄλλων. Αὐτὸ ἐπιβάλλει ἡ ἀναγνώριση τοῦ πλησίον ὡς ἀδελφοῦ, μὲ κοινὸ πατέρα τὸν Θεό. Ὅποιος τὰ κατακρατεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, σφετερίζεται ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ, ἔστω καὶ ἂν τὰ ἀπέκτησε μὲ ἐντιμότητα. Χαρακτηριστικὰ γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι τὰ ἔντονα ἐρωτήματα ποὺ θέτει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὶ ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες; Εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τὶ καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών»; (Α´ Κορ. 4, 7)
Βασική, ὅμως, παράμετρος τῆς κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι καὶ ἡ στήριξη τῶν ἀδικουμένων. Χωρὶς τὴν παράμετρο αὐτή, ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη παραμένει ἐλλιπής. Γι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς προτρέποντας τοὺς πιστοὺς νὰ ἐπιδείξουν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς τους, ἐπισημαίνει ὅτι ὀφείλουν νὰ ὑπερασπίζονται τοὺς ἀδικουμένους. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὁ ἴδιος ὡς ἐπίσκοπος, καυτηριάζοντας καὶ τὴ συμπεριφορὰ τῶν ἰσχυρῶν καὶ τῶν κρατούντων τῆς ἐποχῆς του.
[…] εἶναι, ἀσφαλῶς, ἐπαναστατικὸ τὸ κήρυγμα τοῦ ἀσκητῆ ἱεράρχη. Εἶναι ριζοσπαστικὴ ἡ κοινωνικὴ κριτική του. Ὅπως ἐπαναστατικὸ εἶναι καὶ τὸ ἴδιο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ριζοσπαστικὴ ἡ κοινωνικὴ κριτική του. Καὶ συμβαίνουν ὅλα αὐτά, γιατὶ τὸ μέτρο μὲ τὸ ὁποῖο κρίνει ὁ Χριστιανισμὸς τὸν κόσμο καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ἡ χριστιανικὴ ἐπανάσταση εἶναι ἡ μεγαλύτερη καὶ διαρκέστερη ἐπανάσταση μέσα στὸν κόσμο. Εἶναι ἡ ἐπανάσταση ποὺ δημιουργεῖ ἡ φανέρωση τοῦ οὐρανοῦ πάνω στὴ γῆ. Σχετικοποιώντας τὸν κόσμο καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, καλεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἐλεύθερη ἀποδοχὴ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα του, ποὺ μεταμορφώνει καὶ καταξιώνει τὴν προσωπικὴ καὶ κοινωνική του ζωή. […]

Γεώργιος Ἰ. Μαντζαρίδης, Οἱ προϋποθέσεις τῆς κοινωνικῆς ζωῆς κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, περ. Νέα Κοινωνιολογία, Ἄνοιξη 2000


⃰ ἡ προσθήκη εἶναι τοῦ ἐρανιστῆ καὶ ὄχι τοῦ συντάκτη τοῦ κειμένου· φυσικὰ ὁ Λαντάουερ δὲν ὑπονοεῖ τὴν ἐκκλησιοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, δὲν παύει ὅμως τὸ αἴτημα νὰ τίθεται σὲ μία βάση γιὰ τὴν ὁποία ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀσκητικὴ παράδοση διαθέτει τὴν πλέον ρεαλιστικὴ καὶ δοκιμασμένη πρόταση