Τὸ
ἄρθρο ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ ρίζα τῆς αἱματηρῆς βαρβαρότητας τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ
δὲν βρίσκεται σὲ κάποια τυχαία ἀνωμαλία τοῦ ἀνθρώπινου λόγου οὔτε σὲ κάποια ἀπροσδόκητη
ἰδεολογικὴ παρεξήγηση. Σὲ αὐτὸ τὸ ἄρθρο ὑπάρχει ἡ πεποίθηση ὅτι μιὰ τέτοια ρίζα
ἀνήκει σὲ μιὰ οὐσιαστικὴ πιθανότητα ὕπαρξης του στοιχειώδους κακοῦ, στὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει κάθε ὀρθὴ λογικὴ
καὶ ἔναντι τοῦ ὁποίου ἡ δυτικὴ φιλοσοφία ποτὲ δὲν ἐξασφαλίστηκε ἐπαρκῶς. […]
Ξαναβρίσκουμε
ἐδῶ πασίγνωστες ἀλήθειες. Προσπαθήσαμε νὰ τὶς ἐντάξουμε σὲ μιὰ θεμελιώδη ἀρχή.
Αὐτὴ μπορεῖ νὰ συνίσταται στὸ γεγονὸς ποὺ καταφέραμε νὰ δείξουμε, ὅτι δηλαδὴ ὁ
ρατσισμὸς δὲν ἀντιτίθεται μονάχα σὲ ἐκεῖνο ἢ τὸ ἄλλο ἰδιαίτερο σημεῖο τῆς χριστιανικῆς
καὶ φιλελελεύθερης κουλτούρας. Ὅτι δὲν διακυβεύεται αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο τὸ δόγμα τῆς
δημοκρατίας, τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, τοῦ δικαττορικοῦ καθεστῶτος ἢ τῆς
θρησκευτικῆς πολιτικῆς. Διακυβεύεται ἡ ἴδια ἡ ἀνθρωπινότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Emmanuel Levinas, Μερικὲς σκέψεις γιὰ τὴ φιλοσοφία τοῦ χιτλερισμοῦ, ἐκδ. Ἐλευθεριακὴ
Κουλτούρα