Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020

ἡ καταξίωση τῆς προσωπικῆς ἰδιοτυπίας στὴ βυζαντινὴ τέχνη

Gabrielle Reeves

[…] Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε, οὔτε νὰ ὑποτιμᾶμε τὸ γεγονὸς ὅτι τὰ ἔργα τῆς χριστιανικῆς τέχνης ἔχουν χαρακτήρα γραφικὸ καὶ ὄχι τεκτονικὸ ἢ πλαστικόν, ὅπως θὰ ἔλεγε ὁ Βέλφλιν. Ἡ μορφὴ δηλαδὴ στὸ ἔργο χριστιανικῆς τέχνης θυμίζει τὴν ἑνότητα ποὺ ἔχει ἕνα δέντρο, ὅπου πρωτεύοντα ρόλο δὲν παίζουν οἱ ἀναλογίες, ἀλλὰ ὁ χαρακτήρας τῆς μορφῆς τοῦ δέντρου, καὶ ὄχι τὴν ἑνότητα ποὺ ἔχει ἕνας καλλίγραμμος ὄγκος πλαστικός, ἁπλός, γεωμετρικὰ σαφὴς καὶ ἀρθρωμένος ἀπὸ διαφοροποιημένα μέλη, ποὺ ὑπακούουν σ’ ἕναν τύπο καὶ τὸν ἀναδημιουργοῦν. Ὁ τύπος προϋποθέτει ἕναν κανόνα «ἀναλογικό», ποὺ ἰσχύει ἀμετάβλητος γιὰ κάθε ἔργο ποὺ ἀνήκει σ’ αὐτόν, ὅπως ὁ «κανών» τῶν ἀναλογιῶν τοῦ ἀνθρώπινου σώματος τοῦ Πολυκλείτου. Ὁ χαρακτήρας ὅμως, ὅσο και ἂν κρύβει μέσα του ἕναν κανόνα γενικόν, προϋποθέτει κυρίως μιὰν ἀτομικὴ ἔκφραση, μιὰ πρωτοτυπία στὸ κάθε του ἔργο, τόση ποὺ τὸ καθένα νὰ μὴ θυμίζει σχεδὸν κανένα ἄλλο. Καὶ μιὰ τέτοια στροφὴ τῆς χριστιανικῆς τέχνης ἤταν φυσικὴ συνέπεια τῆς κοσμοθεωρίας της, ἀφοῦ αὐτὴ διαμόρφωσε τὴν ἔννοια τῆς προσωπικῆς ἰδιοτυπίας, πράγμα ποὺ ἐπέδρασε κυρίως στὴ ζωγραφική. […]
Ἑπόμενο λοιπὸν εἶναι στὴ βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ νὰ μὴν παίζει ρόλο σημαντικὸ ἡ ἀκρίβεια τῆς ἐφαρμογῆς καὶ ἡ  κανονικότητα τῆς χάραξης. Οἱ τοῖχοι δὲν εἶναι πάντα ὀρθογωνισμένοι, οἱ στέγες ἔχουν κλίσεις συχνὰ διαφορετικὲς (Καπνικαρέα). Βέβαια οἱ ἐκτροχιασμοὶ αὐτοὶ ἀπὸ τὴν κανονικότητα γίνονται ἀνεκτοὶ ἀπὸ τὸ ὀπτικὸ ὄργανο, γιατὶ ὁ νοῦς διαβλέπει ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ φαινόμενο ὑπάρχει ἕνας συνθετικὸς νόμος, ποὺ κυριαρχεῖ. Ἀλλὰ τοὺς ἀνέχεται καὶ τὸ αἴσθημα, γιατὶ μὲ τὶς ἀνακρίβειες αὐτὲς τῆς χάραξης καὶ τὶς ἀτέλειες τῆς ἐφαρμογῆς «ποιητικῇ ἀδείᾳ» κερδίζει ἡ γραφικότητα τῆς σύνθεσης. «Ἡ ἐπιστήμη τῶν ἀσύμμετρων ταλαντεύσεων εἶναι ἀκόμη τὸ μυστικὸ τῶν βυζαντινῶν ἐκκλησιῶν», λέει ὁ Μπαγιέ, καὶ πάρα κάτω: «ἀπὸ τὴν ἄποψη τῶν πολὺ αὐστηρῶν μας ἀπαιτήσεων, ἕνα βυζαντινὸ σχέδιο εἶναι πάντα ἕνα λάθος (erreur). Ἀλλὰ ἕνα λάθος παραδεχτό, ποὺ πετυχαίνει». Πραγματικὰ οἱ κατόψεις εἶναι παράγωνες (Ὅσιος Λουκᾶς), οἱ τροῦλλοι δὲν εἶναι πάντα ἀπολύτως κυκλικοὶ στὴ βάση τους (Ἁγία Σοφία Θεσσαλονίκης), οἱ ὄψεις εἶναι ἀκανόνιστες καὶ ἡ ἐφαρμογὴ τῶν λίθων τυχαία. Τὸ ὅλο εἶναι μιὰ μουσική, ποὺ ἡ δεξιοτεχνία τοῦ πρωτομάστορα τὴν τραγούδησε κάθε φορὰ μὲ αἰσθημα, ἀλλὰ μὲ τρόπο ἰδιαίτερο καὶ μ’ ἐπιτυχία τέτοια, ὥστε νὰ ἀποκλείεται ἡ ἐπανάληψη. Καὶ γι’ αὐτὸ κανένα ἔργο τῆς βυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς δὲν εἶναι τύπος ἀμιγής, πρότυπο ἱκανὸ νὰ ἐπαναληφθεῖ, ὅπως στὸ δωρικὸ ναὸ συμβαίνει. Κάθε βυζαντινὸς ναὸς εἶναι μιὰ ἀτομικότητα, μιὰ ἀνυπακοὴ στὸ τύπο, εἶναι ἔκδηλα πρωτότυπος σὲ βαθμὸ ποὺ δὲν τὸν γνώρισε ἡ κλασσικὴ τέχνη. Εἶναι λοιπὸν τὰ βυζαντινὰ ἀρχιτεκτονήματα περισσότερο ὑποκειμενικοῦ αἰσθήματος δυναμικὲς συνθέσεις, παρὰ ἀντικειμενικῆς θεώρησης στατικοὶ ὀργανισμοί. […]


Π. Ἀ. Μιχελῆς, Αἰσθητικὴ θεώρηση τῆς βυζαντινῆς τέχνης, Ἵδρυμα Παναγιώτη καὶ Ἔφης Μιχελῆ, Ἀθήνα 82015

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020

ἡ μαρτυρία τοῦ Τζ. Ὄργουελ ἀπὸ τὴν Ἰσπανία τῶν ἀναρχικῶν


[…] Ἐδῶ στὴν Ἀραγονία βρισκόταν κανεὶς ἀνάμεσα σὲ δεκάδες χιλιάδες ἀνθρώπους, ποὺ προέρχονταν κυρίως, ἂν ὄχι ἀποκλειστικά, ἀπὸ τὴν ἐργατικὴ τάξη, ποὺ ζοῦσαν ὅλοι στὸ ἴδιο ἐπίπεδο καὶ ποὺ οἱ σχέσεις τους εἶχαν γιὰ βάση τὴν ἰσότητα. Στὴ θεωρία ἦταν τέλεια ἰσότητα κι ἀκόμα στὴν πράξη δὲν ἀπεῖχε πολὺ ἀπ’ αὐτήν. Κατὰ κάποιο τρόπο θὰ ἦταν ἀλήθεια νὰ ποῦμε ὅτι δοκιμάζαμε μιὰ προκαταβολικὴ γεύση Σοσιαλισμοῦ, ἐννοώντας ὅτι ἡ δεσπόζουσα νοοτροπία ἦταν σοσιαλιστική. Πολλὰ ἀπὸ τὰ συνηθισμένα κίνητρα τῆς πολιτισμένης ζωῆς -σνομπισμός, ἀπληστία, ὁ φόβος τοῦ ἀφεντικοῦ κλπ.- εἶχαν ἁπλῶς πάψει νὰ ὑπάρχουν. Ἡ συνηθισμένη διαίρεση σὲ τάξεις τῆς κοινωνίας εἶχε ἐξαφανστεῖ σὲ τέτοιο βαθό, ποὺ θὰ ἦταν ἀδιανόητο στὸ μολυσμένο ἀπὸ τὸ χρῆμα περιβάλλον τῆς Ἀγγλίας. Δὲν ὑπῆρχε κανεὶς ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς χωρικοὺς κι ἐμᾶς (πολιτιφυλακὴ) καὶ κανεὶς δὲν ἀνῆκε σὲ κανένα ἀφεντικό. Φυσικὰ τέτοια κατάσταση πραγμάτων δὲν μποροῦσε νὰ διαρκέσει. Ἦταν ἁπλῶς μιὰ προσωρινὴ καὶ τοπικὴ φάση σ’ ἕνα τεράστιο παιγνίδι, ποὺ παίζεται σ’ ὅλα τὰ πλάτη τῆς γῆς. Ἀλλὰ κράτησε ἀρκετὰ γιὰ ν’ ἀφήσει τὶς ἐπιδράσεις του σ’ ὅποιον τὴν ἔζησε. Ὅσο καὶ νὰ ἔβριζε κανεὶς τότε, ἀντιλαμβανόταν ἀργότερα ὅτι εἶχε ἔρθει σ’ ἐπαφὴ μὲ κάτι τὸ πρωτοφανέρωτο καὶ πολύτιμο. Εἶχε ζήσει σὲ μιὰ κοινότητα ὅπου ἡ ἐλπίδα ἦταν πιὸ φυσιολογικὴ κατάσταση ἀπὸ τὴν ἀπάθεια καὶ τὸν κυνισμό, ὅπου η λέξη «σύντροφε» σήμαινε συντροφικότητα κι ὄχι προσποίηση κι ἀπάτη, ὅπως γίνεται στὶς περισσότερες χῶρες. Ἀνάσαινε κανεὶς τὸν ἀέρα τῆς ἰσότητας. Σὲ κάθε χώρα μιὰ σημαντικὴ μερίδα ἀπὸ καλοντυμένους καθηγητάκηδες καὶ γραφειάδες τῶν κομμάτων ἀσχολοῦνται πυρετωδῶς νὰ «ἀποδείχνουν» ὅτι ὁ Σοσιαλισμὸς δὲν σημείνει τίποτα ἄλλο ἀπὸ ἕναν προγραμματισμένο κρατικὸ καπιταλισμό, μὲ ἀνέπαφο τὸ κίνητρο τοῦ κέρδους. Ἀλλὰ εὐτυχῶς ὑπάρχει ἐπίσης ἕνα ὅραμα τοῦ Σοσιαλισμοῦ τελείως διαφορετικό. Αὐτὸ, ποὺ τραβάει τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους στὸ Σοσιαλισμὸ καὶ τοὺς κάνει πρόθυμους νὰ ριψοκινδυνεύσουν καὶ τὴ ζωή τους γι’ αὐτόν, ἡ μυστικιστικὴ ἰδέα τοῦ Σοσιαλισμοῦ γιὰ ἰσότητα. Γιὰ τὴ μεγάλη πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων Σοσιαλισμὸς σημαίνει ἀταξικὴ κοινωνία ἢ δὲν σημαίνει τίποτα. Καὶ ἐδῶ εἶναι ποὺ μοῦ ἦταν πολύτιμοι ἐκεῖνοι οἱ λίγοι μῆνες στὴν πολιτοφυλακή. Γιατὶ οἱ ἰσπανικὲς ὁμάδες τῆς πολιτοφυλακῆς ὅσο διάρκεσαν ἦταν κάτι σὰν μικρογραφία ἀταξικῆς κοινωνίας. Σ’ ἐκείνη τὴν κοινότητα ὅπου κανένας δὲν εἶχε τὴν ἀγωνία τοῦ κέρδους, ὅπου ὑπῆρχε ἔλλειψη τῶν πάντων ἀλλὰ κανένα προνόμιο καὶ καμιὰ δουλοπρέπεια, ἔβλεπε κανεὶς ἕνα προμήνυμα γιὰ τὸ πῶς θὰ ἦταν τὰ ἀρχικὰ στάδια τοῦ Σοσιαλισμοῦ. Καὶ ἀντὶ νὰ μὲ ἀπογοητεύσει μὲ προσέλκυσε πιὸ γερά. Ἔκανε τὴν ἐπιθυμία μου νὰ δῶ τὸν Σοσιαλισμὸ νὰ θριαμβεύει, πιὸ βαθιὰ ἀπ’ ὅ,τι ἦταν πρίν. Αὐτὸ ἴσως νὰ ὀφείλεται καὶ στὴν καλή μου τύχη, ποὺ βρέθηκα ἀνάμεσα σὲ Ἰσπανούς, Μὲ τὴν ἔμφυτη καλωσύνη τους καὶ τὴν πάντα παροῦσα ἐπίδραση τοῦ Ἀναρχισμοῦ, θὰ ἔκαναν ἀκόμη καὶ τὰ ἀρχικὰ στάδια τοῦ Σοσιαλισμοῦ ἀνεκτὰ ἂν τοὺς δινόταν ἡ εὐκαιρία. […]       

Τζὼρτζ Ὄργουελ, Πεθαίνοντας στὴν Καταλωνία, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθήνα 1983

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

τὸ κοινωνικὸ ἀντίκρισμα τῆς θεωρίας τῶν ὄντων

Μαρία Πασσαλῆ- Πορεία πλεύσης

[…] «Σ’ ὅλη τὴ γῆ ἔφτασε ὁ λόγος γιὰ τὰ κατορθώματά σου καὶ ἁπλώθηκε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης ἡ εὐωδία τῶν ἀρετῶν σου». Γιατὶ δὲν ἔφαγες μόνος τὸ ψωμί σου, ἀλλὰ μετέδωσες ἀπ’ αὐτὸ πλούσια στὰ ὀρφανὰ καὶ τὰ ἀνέθρεψες ἀπὸ μικρὰ σὰν πατέρας τους κι ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας τους τὰ ὁδήγησες στὴ δικαιοσύνη. Δὲν εἶδες γυμνοὺς νὰ πεθαίνουν καὶ δὲν τοὺς ἔντυσες. Ὅλοι οἱ ἀδύναμοι σ’ εὐλόγησαν∙ γιατὶ ζέστανες τοὺς ὤμους τους ἀπὸ τὴν κουρὰ τῶν ἀρνιῶν σου. Δὲν ἔκρυψες τὸ χρυσάφι σου στὴ γῆ σου, ὥστε νὰ ἀπολαμβάνει ἡ σάρκα σου, ἀλλὰ ἔστειλες ὅλο σου τὸν πλοῦτο στὸν οὐρανό, γιὰ νὰ ἑτοιμάσει τὰ ἀγαθὰ τῆς ψυχῆς. […] Περιόρισες τὰ χέρια σου ἀπὸ ἄδικα δῶρα, ἔσωσες τὸν φτωχὸ ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ δυνάστη καὶ ἔκλαψες γιὰ κάθε ἀδύναμο καὶ ἀναστέναξες βλέποντας ὄποιον βρέθηκε σὲ ἀνάγκη. Βοήθησες ὀρφανὰ ποὺ δὲν εἶχαν προστάτη, σ’ εὐλόγησαν τὰ στόματα τῶν χηρῶν. Γιατὶ ἐνδύθηκες τὴ δικαιοσύνη καὶ ντύθηκες τὴ δίκαιη κρίση. Ἔγινες ὁ ὀφθαλμὸς τῶν τυφλῶν, τὸ πόδι τῶν κουτσῶν καὶ ὁ πατέρας τῶν ἀδυνάτων. Συνέτριψες τὶς μυλόπετρες τῶν ἀδίκων καὶ ἀπέσπασες ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ δόντια τους ὅ,τι εἶχαν ἁρπάξει. […] Δηλαδὴ μὲ τὴ γνώση τῆς εὐσεβοῦς θεωρίας τῶν ὄντων πορεύεσαι ἀβλαβῶς ἀπὸ τὴν ἀπάτη καὶ τὴν ἄγνοια τούτου τοῦ αἰῶνος σπεύδοντας πρὸς τὸ ἀνίσκιωτο φῶς. […]

Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Λόγος παραινετικὸς ἐν εἰδει ἐπιστολῆς πρὸς τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ κύριον Γεώργιον, τὸν πανεύφημον Ἔπαρχον Ἀφρικῆς