Σήμερα
συλλογιέμαι πόσο πιότερο
Πλησίασα στὸ μηδὲν τῆς λαίμαργης πληρότητας
(Ἡ ἐπωνυμία τοῦ πένθους)
Ὑπάρχει μιὰ παλιὰ ὡραία ἱστορία… Κάποτε, λέει, ὁ διάβολος
εἶχε βγεῖ περίπατο μ’ ἕνα γκαρδιακό του φίλο κ’ ἐκεῖ ποὺ πήγαιναν ἕνας
ἀμέριμνος διαβάτης ἔσκυψε νὰ πάρει κάτι ἀπ’ τὸ δρόμο. Μήπως εἶδες τὶ βρῆκε; -
ρωτᾶ τὸ διάβολο ὁ φίλος του. Τίποτα, λέει ὁ διάβολος, τίποτα τὸ σπουδαῖο, μιὰ
μικρὴ ἀλήθεια βρῆκε. Μὰ αὐτό, τοῦ λέει ὁ φίλος, εἶν’ ἄσχημο γιὰ σένα. Μπὰ
καθόλου, λέει ὁ διάβολος, θὰ τὸν βάλω νὰ τὴν ὀργανώσει…
Δίχως ὀργάνωση δὲν ἔχουμε τοὺς κοινωνικούς, πολιτικοὺς καὶ μύριους ἄλλους λαβύρινθους ποὺ κατὰ κύριο ἀποτέλεσμα δυναστεύουν τὴ ζωή μας. Τὸ γεγονὸς εἶν’ ὁλοφάνερο. Μὰ ὅμως ἡ σώτειρα ἐλευθερία, ὅσο κι ἂν δὲν εἶναι μπορετὸ νὰ βλαστήσει στὴν ὑπερφαλάγγιση τῆς Ἱστορίας, ποὺ δίδαξε δείχνοντας τὰ πουλιὰ καὶ τ’ ἀγριολούλουδα ὁ Ἱησοῦς, ἡ ἐλευθερία ἐκείνη ποὺ φανερώνεται στις ἐπιταγές του Πνεύματος, εἶν’ ἡ μόνη ὑποστασιακὴ δύναμη ἡ ἱκανὴ νὰ περιορίσει τ’ ἀναρίθμητα δεινά, τὰ συνεχῶς αὐξανόμενα, τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ὁλοένα ἐπισωρεύει ἡ ὀργάνωση, ἡ διαβολικὴ αὐτὴ πραγματικότητα.