Μικὲλ Χερνάντεζ |
Ἐτιὲν ντὲ Λὰ Μποεσί, Πραγματεία περὶ ἐθελοδουλείας, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαρᾶς, ἐκδ. Πανοπτικὸν
νὰ ὑφάνουμε μαζὶ τὴν ἐξέγερση τῆς συνάντησης
Μικὲλ Χερνάντεζ |
Ἐτιὲν ντὲ Λὰ Μποεσί, Πραγματεία περὶ ἐθελοδουλείας, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαρᾶς, ἐκδ. Πανοπτικὸν
Τὸ
ἄρθρο ἐκκινεῖ ἀπὸ τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ ρίζα τῆς αἱματηρῆς βαρβαρότητας τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ
δὲν βρίσκεται σὲ κάποια τυχαία ἀνωμαλία τοῦ ἀνθρώπινου λόγου οὔτε σὲ κάποια ἀπροσδόκητη
ἰδεολογικὴ παρεξήγηση. Σὲ αὐτὸ τὸ ἄρθρο ὑπάρχει ἡ πεποίθηση ὅτι μιὰ τέτοια ρίζα
ἀνήκει σὲ μιὰ οὐσιαστικὴ πιθανότητα ὕπαρξης του στοιχειώδους κακοῦ, στὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει κάθε ὀρθὴ λογικὴ
καὶ ἔναντι τοῦ ὁποίου ἡ δυτικὴ φιλοσοφία ποτὲ δὲν ἐξασφαλίστηκε ἐπαρκῶς. […]
Ξαναβρίσκουμε
ἐδῶ πασίγνωστες ἀλήθειες. Προσπαθήσαμε νὰ τὶς ἐντάξουμε σὲ μιὰ θεμελιώδη ἀρχή.
Αὐτὴ μπορεῖ νὰ συνίσταται στὸ γεγονὸς ποὺ καταφέραμε νὰ δείξουμε, ὅτι δηλαδὴ ὁ
ρατσισμὸς δὲν ἀντιτίθεται μονάχα σὲ ἐκεῖνο ἢ τὸ ἄλλο ἰδιαίτερο σημεῖο τῆς χριστιανικῆς
καὶ φιλελελεύθερης κουλτούρας. Ὅτι δὲν διακυβεύεται αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο τὸ δόγμα τῆς
δημοκρατίας, τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, τοῦ δικαττορικοῦ καθεστῶτος ἢ τῆς
θρησκευτικῆς πολιτικῆς. Διακυβεύεται ἡ ἴδια ἡ ἀνθρωπινότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Emmanuel Levinas, Μερικὲς σκέψεις γιὰ τὴ φιλοσοφία τοῦ χιτλερισμοῦ, ἐκδ. Ἐλευθεριακὴ
Κουλτούρα
Σήμερα
συλλογιέμαι πόσο πιότερο
Πλησίασα στὸ μηδὲν τῆς λαίμαργης πληρότητας
(Ἡ ἐπωνυμία τοῦ πένθους)
Ὑπάρχει μιὰ παλιὰ ὡραία ἱστορία… Κάποτε, λέει, ὁ διάβολος
εἶχε βγεῖ περίπατο μ’ ἕνα γκαρδιακό του φίλο κ’ ἐκεῖ ποὺ πήγαιναν ἕνας
ἀμέριμνος διαβάτης ἔσκυψε νὰ πάρει κάτι ἀπ’ τὸ δρόμο. Μήπως εἶδες τὶ βρῆκε; -
ρωτᾶ τὸ διάβολο ὁ φίλος του. Τίποτα, λέει ὁ διάβολος, τίποτα τὸ σπουδαῖο, μιὰ
μικρὴ ἀλήθεια βρῆκε. Μὰ αὐτό, τοῦ λέει ὁ φίλος, εἶν’ ἄσχημο γιὰ σένα. Μπὰ
καθόλου, λέει ὁ διάβολος, θὰ τὸν βάλω νὰ τὴν ὀργανώσει…
Δίχως ὀργάνωση δὲν ἔχουμε τοὺς κοινωνικούς, πολιτικοὺς καὶ μύριους ἄλλους λαβύρινθους ποὺ κατὰ κύριο ἀποτέλεσμα δυναστεύουν τὴ ζωή μας. Τὸ γεγονὸς εἶν’ ὁλοφάνερο. Μὰ ὅμως ἡ σώτειρα ἐλευθερία, ὅσο κι ἂν δὲν εἶναι μπορετὸ νὰ βλαστήσει στὴν ὑπερφαλάγγιση τῆς Ἱστορίας, ποὺ δίδαξε δείχνοντας τὰ πουλιὰ καὶ τ’ ἀγριολούλουδα ὁ Ἱησοῦς, ἡ ἐλευθερία ἐκείνη ποὺ φανερώνεται στις ἐπιταγές του Πνεύματος, εἶν’ ἡ μόνη ὑποστασιακὴ δύναμη ἡ ἱκανὴ νὰ περιορίσει τ’ ἀναρίθμητα δεινά, τὰ συνεχῶς αὐξανόμενα, τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ὁλοένα ἐπισωρεύει ἡ ὀργάνωση, ἡ διαβολικὴ αὐτὴ πραγματικότητα.
Δ.
Γ. Κουτρουμπῆς, Ἡ χάρις τῆς Θεολογίας, ἐκδ. Δόμος 1995
Τὸ παράδειγμα τῆς ἑλλαδικῆς Ὀρθοδοξίας μᾶς
εἶναι ἄμεσα προσιτό. Ἡ θεολογικὴ ἀφασία ὑποχρεώνει τὴν ἑλλαδικὴν Ἐκκλησία νὰ ἐμφανίζεται
σήμερα μόνο ὡς ἐγκύστωμα τοῦ ἐθνικοῦ παρελθόντος στὸ ἱστορικὸ παρόν - ἕνα
δεκανίκι ποὺ στηρίζει τὸν ἐθνισμό μας. Δὲν ἐνδιαφέρεται ἡ ἑλλαδικὴ Ὀρθοδοξία οὔτε
καὶ ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ διαλεχθῆ μὲ τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο στὸ θέμα τῆς
σωτηρίας καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ. […]
Ἡ Ὀρθοδοξία κηρύσσεται ὡς «ἡ θρησκεία τῶν
προγόνων μας», «ἀδιαρρήκτως μετὰ τῆς ἐθνικῆς ἡμῶν ἱστορίας συνδεδεμένη», (ἐγκύκλιος
ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν- Πάσχα 1965) «Ἑλλὰς και Ὀρθοδοξία εἶναι αἱ δύο ὄψεις ἑνὸς
καὶ τοῦ αὐτοῦ πράγματος» (περιοδικὸ Εκκλησία) […].
Δὲν μᾶς ζητάει κανεὶς νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὴν
ἑλληνικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ μόνον νὰ καταλάβουμε κάποτε ὅτι ἡ ἑλληνικότητα
εἶναι ἀκριβῶς ἡ συνείδηση τῆς οἰκουμενικότητας καὶ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸν
φυλετικό μας ἐθνικισμό.
Χρ. Γιανναρᾶ, Ἡ ἀπόφαση De
Oecumenismo καὶ
ὁ ἐθνικισμὸς τῆς Ὀρθοδοξίας περ. Σύνορο, Ν. 38,
1966
Στέλιος Φαϊτάκης |
[…] Τὸ ξεπέρασμα πάντων ποὺ φέρνει στὸ φῶς
τῆς ἐλευθερίας εἶναι δῶρο ποὺ ἀπολαμβάνουν κάποιοι ταπεινοὶ καὶ μὴ ὄντες, γιατὶ ἀπέκτησαν διὰ τῆς
χάριτος τὴ δυνατότητα νὰ περνοῦν ἀπαρατήρητοι ὡς ἄνθρωποι μὴ ἐλθόντες εἰς τὸ εἶναι.
Ἀρχιμ.
Βασιλείου [Γοντικάκη], Ἀποτυπώματα, Ἱ.
Μ. Ἰβήρων, 2024
Εἶναι προφανές, ὅτι κάτι τέτοιο μπορεῖ νὰ
προκύψει μόνο ἀπὸ ἕνα συγκλονισμὸ τοῦ προσώπου ὡς προσώπου. Στὸν ἀτομικισμὸ τὸ
πρόσωπο, ἐξαιτίας τοῦ ἀποκλειστικὰ φανταστικοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο ὑπερνικᾶ τὴν
βασική του κατάσταση, ἔχει πληγεῖ ἀπὸ τὴν καίρια βλάβη τῆς πλασματικότητας, ὅσο
κι ἂν νομίζει ἢ πασχίζει νὰ νομίζει ὅτι διασώζει τὴν παρουσία του ως πρόσωπο
μέσα στο Εἶναι· στὸν κολλεκτιβισμὸ ἐγκαταλείπει τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό, ἐφ’ ὅσον
παραιτεῖται ἀπὸ τὴν ἀμεσότητα τῆς προσωπικῆς ἀπόφασης καὶ υπευθυνότητας. Καὶ στὶς
δύο περιπτώσεις εἶναι τὸ πρόσωπο ἀνίκανο νὰ πραγματοποιήσει τὸ ρῆγμα πρὸς τὸν ἄλλο:
μόνο μεταξὺ γνησίων προσώπων ὑφίσταται γνήσια σκέψη.
[…] Θὰ μπορέσουμε ἴσως νὰ δώσουμε ἀπάντηση
στὴν ἐρώτηση «τὶ εἶναι ὁ ἄνθρωπος», ἂν μάθουμε νὰ τὸν ἀντιλαμβανόμαστε ὡς ὄν,
τοῦ ὁποίου ἡ διαλογικὴ διάσταση, ἡ ἀμοιβαία παρουσία μέσα στὴν ἑνότητα τῶν δύο
προσώπων, συνιστᾶ τὴν περιοχὴ ὅπου ἑκάστοτε πραγματώνεται καὶ γίνεται συνειδητὴ «ἡ συνάντηση τοῦ Ἑνὸς μὲ τὸν Ἄλλο.
Martin
Buber,
Τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου, μτφρ.
Χαράλαμπος Ἀποστολόπουλος, ἐκδ. Γνώση, Ἀθήνα 1987